Συμπληρώθηκαν φέτος 40 χρόνια από την πρώτη εμφάνιση του φιλμ Κάποτε στην Αμερική του Σέρτζιο Λεόνε που πρωτοπαρουσιάστηκε στο φεστιβάλ Κανών του 1984. Δυο φίλοι μου είπαν ότι συγκαταλέγεται στις πιο αγαπημένες τους ταινίες, ο ένας μάλιστα με παρότρυνε να γράψω για αυτήν.
Κατ’ αρχήν υπάρχουν πολλά Κάποτε στην Αμερική. Ο σκηνοθέτης έφτιαξε μια ταινία με διάρκεια 4 ώρες και 29 λεπτά αλλά την έκοψε ο ίδιος στις 3 ώρες και 47 λεπτά για να προβληθεί στις Κάνες (αυτήν την έκδοση έχω δει και εγώ σε dvd). Για την διανομή της στην Αμερική η ταινία κόπηκε από το στούντιο στις 2 ώρες και 15 λεπτά (το έχω δει στην τηλεόραση παλαιότερα) χωρίς να ερωτηθεί ο σκηνοθέτης. Ο Λεόνε ήταν τόσο απογοητευμένος από το αποτέλεσμα που μάλιστα λέγεται ότι αυτός ήταν ο λόγος που δεν ξαναγύρισε άλλη ταινία μέχρι το θάνατό του. Να σημειωθεί ότι ο μέγας Μάρτιν Σκορτσέζε έδωσε έναν αγώνα και κατάφερε να αποκαταστήσει το φιλμ σχεδόν στην αρχική του διάρκεια (4 ώρες και 11 λεπτά) και συνεχίζει να προσπαθεί να πάρει τα δικαιώματα για τα 18 λεπτά που λείπουν ώστε να φτιάξει την ορίτζιναλ εκδοχή του φιλμ όπως το γύρισε ο Λεόνε στο σύνολό του. Η σύντομη δίωρη βερσιόν είναι μια εντελώς μέτρια ταινία για την οποία δεν αξίζει να συζητάμε.
Οπότε ας μείνουμε στο φιλμ που παρουσίασε ο ίδιος ο Λεόνε στις Κάνες.
Πρόκειται σίγουρα για την πιο φιλόδοξη προσπάθεια του βασιλιά των σπαγγέτι γουέστερν. Ο Λεόνε διάβασε το μυθιστόρημα που αποτελεί τη βάση του φιλμ το 1968 και αποφάσισε ότι ήθελε να το γυρίσει. Ήταν τόσο αφοσιωμένος σε αυτό το πρότζεκτ που απέρριψε την πρόταση της Paramount να γυρίσει μια διασκευή του βιβλίου Ο Νονός (και το ανέλαβε ο Κόπολα με τα γνωστά υπέροχα αποτελέσματα). Ο Λεόνε δούλεψε σχεδόν 15 χρόνια πάνω σε αυτό το φιλμ, το Κάποτε στην Αμερική, και είναι αναμφισβήτητα το magnum opus του.
Τα καλά γουέστερν του Λεόνε (π.χ. Ο καλός, ο κακός κι ο άσχημος και Για μια χούφτα
δολλάρια) είναι ίσως τόσο ενδιαφέροντα γιατί αυτό που τα διακρίνει είναι μια ευρωπαϊκή (και δη ιταλική) ματιά πάνω σε ένα κατ’ εξοχήν αμερικανικό θέμα (το γουέστερν). Το ίδιο συμβαίνει και με το Κάποτε στην Αμερική: ο Ευρωπαίος Λεόνε κάνει ένα γκανγκστερικό φιλμ όπου αποδομεί την γνωστή αμερικανική γκανγκστερική μυθολογία (όπως την ξέρουμε από το Χόλυγουντ) και ταυτόχρονα δίνει ένα λίγο μεγαλύτερο βάθος στο φιλμ εισάγοντας έναν (πρωτολειακό είναι η αλήθεια) προβληματισμό πάνω στα θέματα του χρόνου και της ιστορίας.
Το φιλμ, που εκτείνεται σε τέσσερις δεκαετίες, έχει κάποια λαθάκια αναχρονισμών αλλά είναι αναμφισβήτητα μια εξαιρετική δημιουργία. Κι αν ο όρος κινηματογραφικό αριστούργημα ενέχει μια αξιολογική υπερθετικότητα που δεν μπορεί κατ’ εμέ να του αποδοθεί, είναι σίγουρα ένα έξοχο φιλμ. Η υποκριτική, η αναπαράσταση της εποχής, η φωτογραφία και η μουσική είναι όλα υπέροχα. Το βίαιο πρώτο μισό της ταινίας μετατρέπεται στο δεύτερο μισό σε μια θλιβερή ελεγεία για τις χαμένες ζωές και τις χαμένες αγάπες επιτρέποντας στο θεατή να βιώσει (χωρίς να εκβιαστεί) και να εμπεδώσει μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων (κλέβω τη φράση από την φίλη Αργυρώ Μποζώνη). Ίσως αυτό που του λείπει είναι ακριβώς μια μεγαλύτερη δόση στοχασμού που θα μείωνε την ποσότητα του συναισθήματος. Αλλά αυτές είναι υποκειμενικές κρίσεις και μάλιστα εντελώς αστείες αφού δεν μπορούμε να υποδείξουμε στον σκηνοθέτη τον τρόπο για να φτιάξει το φιλμ του. Μπορούμε μόνο να κρίνουμε το τελειωμένο έργο τέχνης που έχουμε μπροστά μας, όχι το έργο που θα θέλαμε να είχαμε δει.