Τελειώνοντας το αμήχανο 2013, είχαμε μια μεγάλη χαρά στη
χαμηλοτάβανη μικρή μας πόλη, πρωτεύουσα των φαντασμάτων, πρωτεύουσα των
προσφύγων…
Επέστρεψαν με φορτηγό- εν μία νυκτί – τα χειρόγραφα, τα
βιβλία, το γραφείο, το κρεβάτι και όλο το σπίτι του Γιώργου Ιωάννου από την
Αθήνα στα κόκκινα χώματα της πόλης του, της Θεσσαλονίκης.
Γνώρισα τον συγγραφέα στην περίφημη ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, το βιβλιοπωλείο- στέκι της οδού ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ, ανάμεσα στου
ΓΚΙΓΚΙΛΙΝΗ της Τσιμισκή και το αμερικάνικο προξενείο της κάτω μεριάς, της
θάλασσας, απέναντι από τον φούρνο του ΜΠΑΚΟΛΑ, στα 1972. Ερχόταν συχνά, σαρανταπεντάρης
αυτός, εικοσιπέντε χρονών εμείς… και αισθανόμασταν τιμή, δέος και μια εύνοια
της τύχης για τη γνωριμία μας με το συγγραφέα. Ταυτόχρονα νιώθαμε μεγάλη ευθύνη
να μάθουμε ανάγνωση και γραφή, καθώς αντιλαμβανόμασταν σιγά- σιγά τις
προ-υποθέσεις και το βάθος της γραφής του Ιωάννου, που έγραφε διηγήματα για την
πρωτεύουσα των προσφύγων, με το δικό μας αίμα, για ένα φιλότιμο… παρά τα
πολλαπλά κατάγματα… που να σου εξηγώ…
Δίπλα μας ζωντανά και επιτόπου ο Αναγνωστάκης, ο Τσίρκας, ο
Κύρου, ο Θασίτης, ο Αλαβέρας, ο Πετρόπουλος, ο Μίσσιος, ο Ασλάνογλου, ο Ζάννας,
ο Πεντζίκης…’’… να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ…’’
Βρισκόμασταν δύο μόλις χρόνια πριν την κατάρρευση της
χούντας– χωρίς να το ξέρουμε φυσικά από πριν- …ας είναι αυτό το πρώτο πλάνο
του ρεπεράζ της μνήμης μας…
Το δεύτερο πλάνο της μνήμης μας, ευτυχισμένο κι αυτό, είναι από
την επίσκεψη –αυτοψία στην Αθήνα, στο ισόγειο ενός σπιτιού, πίσω από το
Αρχαιολογικό Μουσείο, δίπλα στο διαμέρισμα της Αρλέτας. Εκεί βρήκαμε ολόκληρο
το σπιτικό του Γιώργου Ιωάννου στην Αθήνα, συγυρισμένο, τακτοποιημένο, με όλα
τα πολύτιμα πράγματα στη θέση τους, φωτογραφίες με ομότεχνους, καθημερινά
αντικείμενα, όλα ζωντανά, σα να ανάπνεαν ακόμα, σα να περίμεναν την επιστροφή
σε λίγο του συγγραφέα που βγήκε για λίγο έξω, μέχρι το ΚΑΤ, και θα γύριζε σε
λίγο σπίτι…
Θα έπρεπε να διατηρηθεί εκείνο το σπίτι ολόκληρο, να είναι
επισκέψιμο, σε μαθητές, ερευνητές, σε συγγραφείς από όλο τον κόσμο, όχι μόνο από
όσες γλώσσες είχε προλάβει να μεταφραστεί το έργο του. Επισκέψιμο, όχι ως
Μουσείο, αλλά ως ζωντανό εργαστήρι μαθητείας των επόμενων συγγραφέων… Ένα
ενοίκιο μόνο χρειαζόταν για να κρατηθεί… αλλά κανείς από τους μέχρι τότε
υπουργούς πολιτισμού, ούτε κανείς Δήμαρχος έτυχε να έχει διαβάσει τα
συγκλονιστικά κείμενα του Ιωάννου…
Το τρίτο πλάνο της μνήμης μας είναι ακόμα καλύτερο, από τα
δύο προηγούμενα. Ένα πρωινό τηλεφώνημα και… σε είκοσι λεπτά βρίσκομαι στον
έκτο όροφο του ΒΑΦΟΠΟΥΛΕΙΟΥ στο Ντεπώ. Ανάμεσα σε κούτες γεμάτες με βιβλία, ένα
κρεβάτι, το γραφείο με την καρέκλα του, πολλά είδη προσωπικά, φωτογραφίες με
αφιερώσεις και σημειώσεις, όλα από το σπίτι της Αθήνας, μεταφερμένα με φορτηγό,
κι ανάμεσά τους – ήρεμος πια- χαμογελαστός κι ανακουφισμένος, παρά την κούραση,
ο κύριος Μιχάλης, με το πείσμα της επιτυχίας, της ολοκλήρωσης της επιχείρησης, να
με καλωσορίζει και να κερνάει καφέ… Είχε πετύχει το – σχεδόν- ακατόρθωτο… Να
επαναπατρίσει το δικό μας αίμα… στα δικά μας χώματα… της μητέρας
Θεσσαλονίκης…
Αυτή ήταν η κρίσιμη, η μεγάλη κίνηση. Τώρα πια επιτόπου είναι
ζήτημα χρόνου να βρεθεί κάποιος ευπατρίδης, κάποιος άρχοντας, κάποιος
μερακλής… σ’ αυτήν την πόλη, σ’ αυτό το πανεπιστήμιο, το πάλαι ποτέ
κραταιό… κάποιος που αφού καταλάβει πρώτα, θα διδάξει στη συνέχεια, στους
επόμενους έναν συγκλονιστικό τρόπο να διαβάζουν και να γράφουν για την πόλη, τις
γειτονιές της, τους ανθρώπους της… πρόσφυγες πολλών ταχυτήτων , την πόλη
φυτώριο πάλι για μια νέα άνθιση, θα διδάξει έναν τρόπο να ζουν αξιοπρεπώς, κιμπάρικα
και ελεύθερα… μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;
Κάποτε σ’ αυτήν τη ρημαγμένη χώρα, σ’ αυτή τη ρημαγμένη
πόλη θα ξαναγίνει μεγάλο σινεμά, αυτόχθονο, ιθαγενές, με βάση τα
κείμενα και τις περιγραφές του Γιώργου Ιωάννου για τη Θεσσαλονίκη…
Εμείς δεν το προλάβαμε μέχρι σήμερα, θα το κάνουν όμως οι επόμενοι… Οφείλουμε
όλοι ένα μεγάλο ευχαριστώ στον σεβαστό Μιχαήλ Μηλαράκη και
τη σεβαστή συμβία του Δήμητρα, που μέσα στην παρακμή αυτή επαναπάτρισαν, ιδίοις
αναλώμασιν, την αθάνατη ουσία των χειρογράφων και των βιβλίων του Γιώργου
Ιωάννου. Επαναπάτρισαν δηλαδή στη σημερινή πόλη, όπου πάλι πρόσφυγες γίναμε
όλοι μας… το δικό μας αίμα…
( ΥΓ. το κείμενο αυτό ενεχείρισα χειρόγραφο
επιτόπου στον έκτο όροφο του Βαφοπούλειου
πολιτιστικού κέντρου, στον κύριο Μιχάλη, στις 31 Ιανουαρίου του σωτηρίου έτους 2014, γραμμένο… ιδίοις
αυτού χερσίν… ι.α.χ. με την ευχή ίφι, ίφι, που
είναι μια αρχαία δοτική πληθυντικού. Ελπίζω να ακούγονται οι τόνοι, τα σημεία
στίξης, οι υπογεγραμμένες, οι βαρείες, οι οξείες ανάμεσα στις γραμμές…)