HomeCinemaSpecial screeningMoonlight | Ένα καθαρά προσωποκετρικό έργο, για...

Moonlight | Ένα καθαρά προσωποκετρικό έργο, για τον αγώνα αναζήτησης ταυτότητας

Η.Π.Α., 2016 Σκηνοθεσία Μπάρι Τζένκινς με τους Μαχερσάλα Άλι, Σαρίφ Ερπ, Τζανέλ Μονέ, Ναόμι Χάρις

Ο Σαϊρόν είναι ένας αφροαμερικανός, που μεγαλώνει σε ένα παρηκμασμένο γκέτο στο Μαϊάμι. Η παιδική του ηλικία σημαδεύεται από την παρουσία-ή καλύτερα την απουσία-μιας μητέρας χαμένης στα ναρκωτικά, έναν απρόσμενο σύμμαχο που βρήκε στο πρόσωπο του άνδρα που της τα προμηθεύει και τον γλυκό, διστακτικό του έρωτα, με τον φίλο του, Κέβιν.

Η ταινία είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Ταρέλ Άλβιν ΜακΚρέινι θεατρικού συγγραφέα του «In moonlight black boys look blue» που δεν ανέβηκε ποτέ στη σκηνή και του Μπάρι Τζένκινς (σκηνοθέτη του «Medicine for Melancholy») που διασκεύασε το παραπάνω έργο στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του. Οι δύο άνδρες φαίνεται να έχουν κάτι κοινό, μεγαλωμένοι και οι δυο ακριβώς όπως ο ήρωας σε γκέτο το Μαϊάμι, από εθισμένες στο κρακ μητέρες. Η ταινία έκανε την πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Τορόντο και ακολούθησε μια εντυπωσιακή πορεία μέχρι τη Χρυσή σφαίρα καλύτερης δραματικής ταινίας και τις 8 υποψηφιότητες στις κυριότερες κατηγορίες των φετινών Όσκαρ.

Το Moonlight είναι μια ταινία για τον αγώνα αναζήτησης ταυτότητας, απολύτως επικεντρωμένη στον ήρωα της και στον τρόπο με τον οποίο αλληλοεπιδρά με το εχθρικό και βίαιο περιβάλλον του. Η πλοκή αναπτύσσεται σε τρία κεφάλαια, καθένα από τα οποία φέρει ως τίτλο ένα διαφορετικό όνομα για τον ίδιο ήρωα και παρουσιάζει την αντίστοιχη περίοδο της ζωής του. Έτσι ο little γίνεται Chiron και ο Chiron γίνεται Black, με ένα fade off που απότομα μας μεταφέρει σε μια άλλη στιγμή, σε άλλες καταστάσεις, με έναν θαρρεί κανείς άλλον άνθρωπο για πρωταγωνιστή. Γιατί η ταινία μας φέρνει προ τετελεσμένων, η αλλαγή στη συμπεριφορά του ήρωα είναι τεράστια αλλά εμείς γνωρίζουμε ελάχιστα για το πως έφτασε ως εκεί. Ένα καθαρά προσωποκετρικό έργο με έναν ήρωα σφραγισμένο βιβλίο για πρωταγωνιστή, να μιλάει σπάνια, να κρύβεται πάντα. Μοναδική εξαίρεση ίσως η πιο τρυφερή σκηνή της ταινίας, μια γλυκύτατη ρομαντική στιγμή ανάμεσα στους δύο φίλους, που με τους ήχους των κυμάτων και το φεγγαρόφωτο να συνοδεύουν τις γεμάτες φυσικότητα κινήσεις των αγοριών, αποπνέει θαρρεί κανείς παρά το ερωτικό της περιεχόμενο μια απελευθερωτική αίσθηση αθωότητας.

Όμως ο Χουάν, η μοναδική πατρική φιγούρα της ζωής του Σαϊρόν, τον προειδοποιεί ότι το φεγγαρόφωτο αλλοιώνει τα βλέμματα και τα μαύρα αγόρια φαίνονται μπλε στην πανσέληνο. Το Moonlight λοιπόν, όπως και κάθε στιγμή αγωνίας χαράς ή λαχτάρας που θυμάται ο Σαϊρόν πλάθουν το χαρακτήρα του, τον παίρνουν από το χέρι και τον μεταφέρουν από το ένα ψευδώνυμο στο άλλο, από το ένα κεφάλαιο δηλαδή στο επόμενο. Κάπως έτσι στον πιο ουσιαστικό διάλογο της ταινίας, ξεδιπλώνεται το νόημα της. «Κάποια στιγμή πρέπει να αποφασίσεις μόνος σου ποιος θέλεις να είσαι» λέει ο Χουάν και ο ήρωας μας πασχίζει να πάρει αυτή την απόφαση μέχρι τη τελευταία στιγμή, όταν εντελώς αλλοιωμένος, χαμένος μέσα στη ζωή του, βρίσκεται στην επιτακτική ανάγκη να ξεθάψει στον πραγματικό του εαυτό.

Από τις ομοιότητες της ζωής των δημιουργών της ταινίας με το περιεχόμενο της, είναι μάλλον δίκαιο να τη χαρακτηρίσουμε βιωματική. Αυτό αποτυπώνεται έντονα στη σκηνοθετική ματιά του Τζένκινς ο οποίος απομακρύνεται συχνά από το δρόμο της ρεαλιστικής αποτύπωσης των καταστάσεων, χρωματίζοντας τις στιγμές- κυρίως των δύο πρώτων κεφαλαίων- με την αίσθηση των παιδικών αναμνήσεων, που άλλοτε θολές ή αλλοιωμένες, άλλοτε αποτυπωμένες με ακρίβεια, ενίοτε έντονες και επίμονες έρχονται στη μνήμη όταν τις καλείς. Ιδιαίτερα η σκηνή όπου ο Χουάν μαθαίνει στον ήρωα κολύμπι, σκηνοθετημένη με τέτοια ένταση και αυθορμητισμό, με μια κάμερα σε συνεχή κίνηση να βουτάει στο νερό, δίνει την αίσθηση ότι ξεπήδησε μέσα από το υποσυνείδητο του καθένα μας, σα να ξέκλεψε τη δική μας ανάμνηση από τη μέρα που μάθαμε να κολυμπάμε. Έντονη κίνηση στην κάμερα, πολλά υποκειμενικά πλάνα, slow motion και φυσικά πολλά κοντινά με τον ήρωα πάντα στο κέντρο του κάδρου και της προσοχής, συνθέτουν μια σκηνοθεσία διακριτικά σχολιαστική, με έντονο λυρισμό σε επιλεγμένες στιγμές, που αν έλειπε, ομολογουμένως η ταινία θα έχανε το μεγαλύτερο μέρος της αξίας της.

Και αυτό γιατί ο θεατής βγαίνοντας από την αίθουσα μένει ίσως με την αμήχανη αίσθηση ότι παρακολούθησε ένα σκηνοθετημένο με έμπνευση κολάζ στιγμών και καταστάσεων που έχει δει αμέτρητες φορές. Όχι μόνο τα περιστατικά που συνθέτουν την πλοκή είναι βασισμένα πάνω σε στερεότυπα και κοινοτοπίες, όχι μόνο εξελίσσονται πάντα με τρόπο αναμενόμενο, μέσα από διαλόγους αμήχανους που συχνά πλατειάζουν, αλλά είναι και ελλιπώς αναπτυγμένα. Αποτέλεσμα η ταινία να αγγίζει μόνο επιφανειακά τις καταστάσεις, να μην εστιάζει πουθενά, με ελάχιστες εξαιρέσεις να αδυνατεί να συγκινήσει. Σα να προσπάθησε να στριμώξει στη πλοκή κάθε σκηνή που μια ταινία που μιλά για γκέτο και μπούλινγκ οφείλει να έχει. Σχέσεις και καταστάσεις που θα μπορούσαν να έχουν ουσία αν αναπτύσσονταν με λίγη περισσότερη αυθεντικότητα και τόλμη εδώ κάνουν απλώς ένα πέρασμα.

Έτσι ναι μεν η ταινία έθεσε στο επίκεντρο τον ήρωα τοποθετώντας στο περιθώριο τον περίγυρο του, αλλά ο περίγυρος είναι αυτός που υποτίθεται τον διαμορφώνει παίζοντας καθοριστικό ρόλο στη ζωή του και εδώ παρουσιάζεται περιστασιακά, ώρες ώρες μέχρι και ωραιοποιημένα, αποκλειστικά μέσα από κοινοτοπίες, σε μια ασυγχώρητα λάιτ εκδοχή του αμερικάνικου γκέτο και του εθισμού, ειδικά για ένα δημιουργό που μεγάλωσε σε αυτά. Ακόμη και το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας που είναι λογικό να παρουσιάζεται με διστακτικότητα στην αρχή, τελικά παραμένει ελάχιστα αναπτυγμένο. Παρόλο που το φινάλε έδινε την ευκαιρία να ελευθερωθεί η επιθυμία του ήρωα, οι δημιουργοί της δεν το τόλμησαν.

Έτσι η ταινία περιορίζεται με μια ενδεικτική αποτύπωση των προβληματισμών ίσα ίσα για να μπούμε στο κλίμα. Φροντίζει ναδείξει τη βία όσο χρειάζεται, το πόθο μέχρι εκεί που πρέπει, δίνοντας την αίσθηση ότι στρέφει αλλού το βλέμμα, όχι από διακριτικότητα αλλά από δισταγμό. Το αποτέλεσμα λοιπόν μπορεί ελάχιστα στο σύνολο του να συγκινεί το θεατή που έχει δει τις ίδιες σκηνές πολλές φορές, πολύ καλύτερα και πειστικότερα δοσμένες, είναι όμως εξαιρετικά βολικό για τα δεδομένα της ακαδημίας που διψά για καταπιεσμένες μειονότητες μόνο όμως όταν σερβίρονται σε ένα κατάλληλο για ανηλίκους περιτύλιγμα. Έτσι παρά το βαθύ προβληματισμό της και την εμπνευσμένη σκηνοθεσία της, το αποτέλεσμα είναι μια ταινία λειψή που δεν καταφέρνει να ξεπεράσει την κοινοτοπία των καταστάσεων της, ούτε να προσφέρει κάτι ουσιαστικά καινούργιο πέρα από τους ελιγμούς της κάμερας, σε σκηνές που έχουμε δει πολλές φορές. Ίσως από τη ταινία να λείπει η δυναμικότητα σίγουρα της λείπει η πρωτοτυπία. Ίσως πάλι η ακαδημία πασχίζοντας μετά τα περσυνά να καλύψει τη λευκή ενοχή της, να υπέρβαλε λίγο με την περίπτωση του moonlight, ίσως να μπορούσε και καλυτέρα.

 

Related stories

«Πες το Ψέματα»: Ακυρώθηκαν οι παραστάσεις – Τι ανακοίνωσαν οι διοργανωτές

Ακυρώθηκαν οι παραστάσεις του κωμικού show «Πες το Ψέματα»...

Ο Αντώνης είναι ο φωτογράφος που αποτυπώνει την ομορφιά της Ίριδας

Στον κόσμο της φωτογραφίας, η δημιουργικότητα δεν έχει όρια,...