«Τα σκυλιά δεν γλείφουν, μα εξεγείρονται»
Η ταινία White God, είναι σχηματικά
πρωτότυπη. Βασίζεται εξ ολοκλήρου σε ένα συμβολισμό και μια αλληγορία με στόχο,
την εγρήγορση του κοινού, συναισθηματικά εξ αρχής και συλλογιστικά μετέπειτα,
δημιουργώντας ένα προβληματισμό, πάνω σε δοσμένα γεγονότα, δοσμένες κοινωνικές
καταστάσεις. Στο στόχαστρο του Ούγγρου δημιουργού, η ταξικές διαφορές, ο
ρατσισμός και η εξουσία. Μοναδική λύση για τον ίδιο, η εξέγερση, συνέπεια
συνθηκών εκμετάλλευσης και καταπίεσης των αδυνάτων. Στην ταινία τα ημίαιμα
σκυλιά. Στην ζωή, οι φτωχοί, οι μετανάστες, οι κατατρεγμένοι. Όπως είπαμε
ταινία σαφώς αλληγορική, άρα και ερμηνευτικά ανοιχτή σε πολλά επίπεδα. Είναι
ρεαλιστική μέσα σε συμβολικά πλαίσια, πράγμα δηλαδή καθαρά καλλιτεχνικό.
Λευκός Θεός, ο Belobog,
που στην σλαβική παράδοση, είναι ο θεός του φωτός, ο θεός της καλοσύνης, που
μάχεται ενάντια στον Chernobog, τον σκοτεινό θεό. Αυτά δεν υπάρχουν στην ταινία, είναι όμως μια βάση
ένα σύμβολο για συζήτηση. Αισθητικά δηλαδή, ο Λευκός Θεός θα μπορούσαν να είναι
οι πρωταγωνιστές και ο σκοτεινός θεός, η βάρβαρη κοινωνία, σε όλες τις
εκφράσεις της. Εξουσία, ιδιοτέλεια, εκμετάλλευση, εγκλεισμός, ρατσιστικός και
ταξικός φόβος προς τους φτωχούς. Σε εκπαιδεύουν ως δολοφόνο γίνεσαι και εσύ
κατ' εικόνα και ομοίωση, η επιλογή είναι αυταπάτη, όλοι μας οριζόμαστε
κοινωνικά. Σε δέχονται με ανθρωπιά – η μουσική στην ταινία είναι σύμβολο
ανθρωπιάς -, τότε στέκεσαι σε ανάπαυση αλλά και πανέτοιμος, όπως και στο
φινάλε.
Η ταινία είναι ενάντια στην λογική καταδίκης της βίας από όπου και αν
προέρχεται. Κάνει μια μελέτη – με όχι ολοκληρωμένα συμπεράσματα – πάνω στις
αιτίες τις βίας, δικαιολογεί την μαζική βία, συνδέει την αθωότητα, την
ειλικρίνεια, την φυσιολογική παιδική εκτίμηση των πραγμάτων με την ανάγκη
εξέγερσης. Δεν είναι τυχαίο, ότι πρωταγωνιστές είναι δυο. H Λίλυ 13 ετών και το σκυλί της ο Hagen. Κανένας από τους δύο, δεν είναι εξ' αρχής
κακός ή αδιάφορος. Επίσης ανάμεσα τους δεν υπάρχει ίχνος εξουσιαστικής σχέσης.
Υπάρχει ισότιμη, στις αναλογίες που η φύση επιτρέπει, σχέση. Οι σκηνές τονισμού
αυτής της σχέσης, βαθιά συγκινητικές, αν και προβλέψιμες και στερεότυπες,
λειτουργούν στο να δημιουργήσουν το μύθο πάνω στον οποίο, θα ξεκινήσει η
μεταστροφή των χαρακτήρων. Γύρω τους, ένας κόσμος εχθρικός. Αυτός που δέχεται
άμεσα την καταπίεση, ο σκύλος, και το κορίτσι που τον αγαπά. Και οι δυο,
μοιάζουν ως παρείσακτοι, στην τάξη και ασφάλεια της σημερινής Ουγγαρίας, στους
μελανοχίτωνες «μπόγιες» της σημερινής Ευρώπης.
Η ταινία, παρόλο τις επιμέρους αδυναμίες, ανισομετρία στις παράλληλες
ιστορίες του σκυλιού και του κοριτσιού, ύφος δυτικοευρωπαικής λογικής, κάποιες
ρυθμικές ατασθαλίες και μελοδραματικές πτώσεις, κάποια λοξοδρόμηση από τον
συμβολισμό προς καθαρά ρεαλιστικές θέσεις περί βίας ενάντια στα ζώα και ίσως
και το λάθος να επαναλαμβάνει – με πολλές παρόμοιες σεκάνς – την εξέγερση,
μειώνοντας έτσι την ουσία της, σε γενικές γραμμές – και αυτές που τελικά
ορίζουν το έργο – μας κερδίζει συλλογιστικά και αισθητικά. Έχει μια οπτική
βαθιά σκληρή και εξαναγκαστική στο να πάρουμε θέση. Να δούμε τα πράγματα με
καθαρό μάτι. Τονίζει με αξιομνημόνευτες σεκάνς και εικόνες την αλληλεγγύη αλλά
και την πλήρη απουσία της. Την πολιτική και μαζική «εκδίκηση» στην
εκμετάλλευση. Είναι γεμάτη τέτοιες μαεστρικά δομημένες εικόνες, με γρήγορο
μοντάζ που επιβάλλεται. Στοιχεία θρίλερ, σασπένς σε δόσεις που αποφεύγει τους
όρους του φθηνού δράματος και καταλήγει σε πολιτική δήλωση. Δεν έχει επίσης την
αφελής αφήγηση άλλων ταινιών με σκυλιά, ενώ τα σκυλιά και εδώ πρωταγωνιστούν.
Έχουν υπόσταση. Η κάμερα τα αναβαθμίζει σε συνειδητές και ανθρώπινες υπάρξεις,
γεμάτες ανάγκες και τρόπους διεκδίκηση τους. Γεμάτα εκφραστικότητα. Θα μπορούσε
ο δημιουργός να δείχνει ανθρώπους γκετοποιημένους. Αλλά εδώ καταφέρνει να
φτάσει στην αρχέτυπη έννοια της βαθιάς και ανιδιοτελής αγάπης, που μόνο εκ
φύσεως και τεχνητής επιλογής, τα σκυλιά κατέχουν ακέραια. Ακόμη και
φυλακισμένα. Αυτή η λογική, είναι τέλος ντυμένη με την συμφωνική μουσική –
κάποια στιγμή παίζεται και η «Διεθνής», ως σπόντα ανάμεσα στην εξουσιαστική
αυταρχική θέση του δάσκαλου και των παιδιών -, ντυμένη με τις νότες της
τρομπέτας της μικρής και ηρωικής Λίλυ που αντιμετωπίζει την ζωή και την
εξέγερση των φτωχών με φόβο αλλά και πλήρη κατανόηση. Μια μαζική συμφωνική εξέγερση,
που αντιδρά σε οτιδήποτε μη προοδευτικό, σε οτιδήποτε κακό, σε οτιδήποτε δεν
ήταν στήριγμα αλληλεγγύης στον παρελθόν.
Μια αξιοθαύμαστη αισθητικά κατάθεση. Μια πολιτική δήλωση σκληρή όπως και
η πραγματικότητα.