(και η σκοτεινή τους αίθουσα)
Ο «Εξώστης» αγαπά όλα τα κινηματογραφικά είδη — φυσικά, και τα πολιτικά φιλμ (ποιο δεν είναι, άλλωστε;). Απεχθάνεται όμως την πολιτική ως θέαμα, και ιδίως σαν βωβό σινεμά, σαν μπουρλέσκ, σαν ταινία τρόμου — ή επιπέδου «Δελφιναρίου».
Ποια είναι όμως η γνώμη των πολιτικών γι’ αυτές τις Εκλογές αναφορικά —ακριβώς— με τον κινηματογράφο; Έχουν άραγε κάποιο άρωμα από σελουλόιντ; Θα μπορούσαν να έχουν; Και, εντέλει, με ποια ταινία θα τις παρομοίαζαν, και γιατί;
Ρωτήσαμε ορισμένους εκλεκτούς υποψηφίους, και νά τι μας απάντησαν:
Ελεάννα Ιωαννίδου
Παρακολουθώ όσο μπορώ αυτές τις μέρες τις συγκεντρώσεις και τις ομιλίες των αρχηγών του δικομματισμού και το μυαλό μου γυρίζει 28 χρόνια πίσω, στο σωτήριο έτος 1984. Στις οθόνες μας, οθόνες που βρίσκονται παντού, ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός, πανταχού παρών και επιβλητικός. Η επαναλαμβανόμενη σκηνή δείχνει το γυμναστήριο κατάμεστο να αποθεώνει τον αρχηγό. Την άλλη μέρα αποκαλύπτονται φωτογραφίες με το γυμναστήριο μισοάδειο, αναδεικνύοντας το ανυπέρβλητο ταλέντο του σκηνοθέτη και κάνοντας τον Τάσο Μπιρσίμ, τον σκηνοθέτη που κάλυπτε τις συγκεντρώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, να μοιάζει με ερασιτέχνη κινηματογραφιστή που ανακαλύπτει την πρώτη του κάμερα. Ο λόγος του αρχηγού δονεί την ατμόσφαιρα, βαρυσήμαντες έννοιες στοχεύουν τους τηλεθεατές. Η οθόνη ξερνάει ανάπτυξη, αξιοπιστία, ασφάλεια, κι όλη την υπόλοιπη πραμάτεια των καλών τηλεπωλητών. Τι κι αν οι ίδιοι άνθρωποι έπραξαν τις τελευταίες δεκαετίες τα άκρως αντίθετα; Το αμπαλάζ έχει σημασία και κυρίως, όπως στο «1984» που λέγαμε, η μαεστρία με την οποία παρουσιάζεται το προϊόν.
Για ανάπτυξη προτείνουν τεράστιες, περιβαλλοντοκτόνες επενδύσεις που θα απασχολούν εργαζόμενους με αμοιβές κάτω από το όριο της φτώχειας, για την ασφάλεια μας προτείνουν ακόμα και το να βάλουμε όλοι ένα όπλο στο σπίτι μας, για αξιοπιστία μιλάνε όσοι αποδείχθηκαν αναξιόπιστοι παντού: στους πολίτες, και ειδικά στις επόμενες γενιές, στους εταίρους, στο κοινωνικό συμβόλαιο που γνωρίσαμε ώς τώρα «πληρώνω-φόρους-για-να-έχω-υγεία-παιδεία-μεταφορές». Η αξιοπιστία προς τους πιστωτές (αυτή η «αξιοπιστία» που μας έφερε στο Μνημόνιο) και η προτεραιότητα της αποπληρωμής των τραπεζών, έναντι οποιασδήποτε ανάγκης των πολιτών, είναι ακριβώς η απόδειξη της αναξιοπιστίας.
Είπαμε όμως: στην τηλεοπτική δημοκρατία του 1984, οι όροι μπορούν να αποκτούν νέο νόημα, με βάση τις προσταγές της εξουσίας.
Λίγα χρόνια πριν, σε μιαν άλλη αγαπημένη μου ταινία, το «Δίκτυο», είχε δοθεί η απάντηση: «Δε χρειάζεται να σας πω ότι τα πράγματα είναι άσχημα. Όλοι ξέρουν ότι είναι άσχημα. Όλοι είναι άνεργοι ή φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους… Ξέρουμε ότι ο αέρας και το φαγητό μας είναι μολυσμένα και καθόμαστε μπροστά στην τηλεόρασή μας, όπου κάποιος εκφωνητής μάς ενημερώνει ότι σήμερα είχαμε 15 αυτοκτονίες κι 63 εγκλήματα, σαν να είναι κάτι αναμενόμενο… Αλλά εσείς, άνθρωποι, κάθεστε εκεί έτοιμοι να πιστέψετε ό,τι σας λένε…»
Η δικηγόρος Ελεάννα Ιωαννίδου είναι υποψήφια βουλυτής Α΄ Θεσσαλονίκης με τους Οικολόγους-Πράσινους.
Λιάνα Κανέλλη
Οι φετινές Εκλογές μού φέρνουν στο νου πολλές ταινίες — και κωμωδίες, και δράματα. Αλλά ας μείνω σε μία μόνο, το «Meet the Fockers» του 2004 (ελληνικός τίτλος: «Τα πεθερικά της συμφοράς»):
Δυο σόγια που πρέπει να ενωθούν, μα δεν το καταφέρνουν. Μέχρι και οι γάτοι που κατουράνε στη λεκάνη έχουν επιστρατευτεί. Πατρότητες παίζουν αριστερά και δεξιά, ένθεν-κακείθεν. Αγωνιώδη πλην αναπάντητα ερωτήματα αιωρούνται: ποιος προήλθε από πού — και πού, άραγε, θα καταλήξει. Πολιτικές, δημοσκοπικές, μεταφυσικές προεκτάσεις ζούμε πρωτοφανώς. Και, καθώς δεν υπάρχουν λεφτά, πωλούνται άλλα πράγματα: κυβερνητική γιόγκα και σεξ για υπέργηρους. Το μόνο που δεν έχουμε ακούσει μέχρι στιγμής είναι περί γενοσήμων τού Viagra.
Στο τέλος, βέβαια, ο γάμος θα συντελεστεί. Θα παίξουν και την κατάλληλη μουσική, η CIA θα συμβιβαστεί, και τελικά την αλήθεια θα την πει και πάλι το μωρό: «Asshole».
Η δημοσιογράφος Λιάνα Κανέλλη είναι εκ νέου υποψήφια βουλευτής τού ΚΚΕ στην Α΄ Αθηνών.
Αντύπας Καρίπογλου
Οι φετινές Εκλογές μού θυμίζουν το Bedazzled, ταινία τού 2000.
O Έλιοτ – Brendan Frazer είναι ένας κακομοίρης που όλα τού πάνε από το κακό στο χειρότερο (Έλληνας ψηφοφόρος). Είναι ερωτευμένος με την Άλισον – Frances O’Connor (έξοδος από την Κρίση), αλλά δεν μπορεί να βρει τρόπο να την κατακτήσει. Εκεί εμφανίζεται o διάβολος με τη μορφή τής Elizabeth Hurley (πολιτικό σύστημα) και του δίνει 7 ευχές με αντάλλαγμα την ψυχή του (ψήφος).
Αρχίζει να εύχεται διάφορες ιδεατές καταστάσεις, αλλά κάθε μια από αυτές κρύβει σκοτεινά σημεία και προβλήματα που κάνουν το όνειρο εφιάλτη. Ζητάει να γίνει πάμπλουτος και γίνεται Κολομβιανός βαρόνος της κοκαΐνης με ένα στρατό να τον κυνηγάει. Ζητάει να γίνει σταρ του NBA και γίνεται γίγαντας με μικροσκοπικό πουλί. Και ούτω καθεξής…
Αυτές είναι οι μαγικές συνταγές που υπόσχονται τα περισσότερα κόμματα για την έξοδο από την Κρίση. Τι διαγραφές του χρέους ακούμε, τι πετρέλαια, τι περίεργες συμμαχίες που θα μας σώσουν τζάμπα, τι λαϊκές εξουσίες (που αυτός που το λέει τη λέξη «λαός» την εννοεί όπως θέλει), τι λυμένα χέρια που θα μας βγάλουν από το τέλμα, τι… τι… τι…
Στο τέλος ο Έλιοτ, αφού έχει εξαντλήσει τις 6 από τις 7 ευχές του σκεπτόμενος εγωκεντρικά, κι αφού την έχει πατήσει και τις 6 φορές, εύχεται απλά να είναι η Άλισον ευτυχισμένη. Και εκεί ο διάβολος τα παρατάει, γιατί όποιος κάνει μια ανιδιοτελή ευχή σώζει την ψυχή του. Και στο τέλος κερδίζει και το κορίτσι.
Ηθικόν δίδαγμα: η έξοδος από την Κρίση θα ’ρθει με αλληλεγγύη, αυταπάρνηση και σκληρή δουλειά από όλους μας.
Αυτό πρεσβεύει η Δράση.
Ο δικηγόρος Αντύπας Καρίπογλου, Αντιπρόεδρος της Δράσης, είναι υποψήφιος βουλευτής στη Δράμα με τη Δράση – ΦιλελεύθερηΣυμμαχία.
Μάνος Ματσαγγάνης
Δεν είμαι ακριβώς «πολιτικός» (υποψήφιος βέβαια ναι). Σε αυτές τις Εκλογές έχουμε από όλα: – παρηκμασμένους (και, ενίοτε, διεφθαρμένους) πολιτικούς που υπόσχονται να κάνουν όλα όσα είχαν την ευκαιρία να κάνουν –και δεν έκαναν– τα τελευταία 30 τουλάχιστον χρόνια,
– αριστεροδεξιούς δημαγωγούς που εμπορεύονται ανώδυνες αλλά ανύπαρκτες «λύσεις», που αυτοί που μας κυβέρνησαν δεν ακολούθησαν επειδή είναι «προδότες»,
– μαύρες συμμορίες που γυρίζουν τις γειτονιές πουλώντας προστασία και χτυπώντας ανυπεράσπιστους ανθρώπους, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του κράτους, έτοιμες να μπουν στο κοινοβούλιο με την ψήφο του σοφού λαού μας.
(Σε αυτή τη χώρα δεν πλήττουμε ποτέ…)
Δεν ξέρω με ποια ταινία μοιάζουν όλα αυτά. Ξέρω όμως ότι, αν δεν σοβαρευτούμε, η ταινία της ζωής μας μετά τις Εκλογές θα έχει άσχημο τέλος. Φαίνεται ότι, ανεξάρτητα από κομματική τοποθέτηση, το 75% της κοινής γνώμης θέλει παραμονή στο ευρώ (και στην Ευρώπη) «με κάθε κόστος», ενώ ένα άλλο (εν μέρει το ίδιο) 75% δε θέλει τα μέτρα λιτότητας. Ο ρόλος των πολιτικών δυνάμεων του «συνταγματικού τόξου» και της ευρωπαϊκής επιλογής, μέσα στο οποίο χωράνε από τον ΣΥΡΙΖΑ έως τη ΝΔ (αρκεί φυσικά να το θέλουν και οι ίδιοι), είναι να συνεννοηθούν στα ελάχιστα για να γλιτώσουν τη χώρα από τον κίνδυνο ακυβερνησίας (που είναι επίσης κίνδυνος χρεοκοπίας):
– εξυγίανση του κράτους και των θεσμών με ευρύ πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων,
– μείωση των ελλειμμάτων με δικαιότερη κατανομή του κοινωνικού κόστους,
– δίχτυ ασφαλείας για την υπεράσπιση των ανέργων, των φτωχών, των αδύναμων,
– αποκατάσταση της νομιμότητας παντού, αρχίζοντας από την ασυδοσία των ισχυρών.
Θα γίνουν πράγματι όλα αυτά; Ειλικρινά δεν ξέρω. Πάντως εμείς, στη Δημοκρατική Αριστερά, γι’ αυτά αγωνιζόμαστε. (Η συνέχεια επί της οθόνης…)
Ο καθηγητής κοινωνικής πολιτικής και δημόσιας οικονομικής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μάνος Ματσαγγάνης είναι υποψήφιος βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς στην Α΄ Αθηνών.
Γρηγόρης Φαρμάκης
Συναντώ κάθε μέρα όλο και περισσότερους ανθρώπους που δηλώνουν με πάθος ότι θα ψηφίσουν —για πρώτη τους φορά— ένα από τα κόμματα της ακραίας αγανάκτησης. Αριστερής ή Δεξιάς. Δεν έχει σημασία. Όπως δεν έχει σημασία γι’ αυτούς και το τι προτείνουν αυτά τα κόμματα. Σημασία έχει, λένε, να τιμωρήσουν το πολιτικό σύστημα. Όταν τους αντιτάξεις ότι έτσι τιμωρούν και τον εαυτό τους, ότι έτσι θα τιμωρηθούμε όλοι μαζί με αυτούς που θέλουμε να τιμωρήσουμε, σου απαντούν με έναν τρόπο που είμαι σίγουρος ότι στο μυαλό τους φαντάζει ελληνικός σαν του Ζορμπά: «Ε, και; Καλύτερα να καταστραφούν όλα, παρά αυτό που ζούμε».
Και μου θυμίζουν το αριστούργημα του Κομπαγιάσι, το «Χαρακίρι», όπου ο ατιμασμένος και άνεργος πια σαμουράι επαιτεί και απαιτεί. Δικαιωματικά. Οφείλουν —λέει— οι ισχυροί να του εξοφλούν διά βίου το ένδοξο παρελθόν του και όχι να τον εξαναγκάζουν να βιοπορίζεται με ταπεινές δουλειές, ταπεινών ανθρώπων. Κι αν δε δεχτούν, προτιμά ν’ αυτοκτονήσει τελετουργικά, κάνοντας «σεπούκου». Αυτός θα πεθάνει με περηφάνεια· αλλά οι ισχυροί, που του αρνήθηκαν αυτό που αρμόζει —δικαιωματικά— στην τιμή του, θα ατιμαστούν και θα τιμωρηθούν.
Ξέρει βέβαια ότι ούτε ένα σεπούκου της προκοπής δεν μπορεί πια να κάνει. Έχει από καιρό πουλήσει τα ακριβά σπαθιά του σαμουράι και κυκλοφορεί με ψεύτικα από μπαμπού. Μοιάζουν αληθινά. Αλλά δεν κόβουν — κι αν προσπαθήσει ν’ αυτοκτονήσει μ’ αυτά, η περήφανη τελετή θα γίνει μία επώδυνη ταπείνωση.
Ο επιχειρηματίας Γρηγόρης Φαρμάκης είναι υποψήφιος βουλευτής στην Α΄ Αθηνών με τη Δημοκρατική Συμμαχία.
Ρένος Χαραλαμπίδης
Έχω την αίσθηση ότι η ταινία που είναι πιο κοντά στην σημερινή πραγματικότητα είναι η «Καζανμπλάνκα». Όχι ως μια αθάνατη ιστορία αγάπης (γιατί εμείς στον τόπο μας μάλλον από ιστορίες μίσους ξέρουμε καλύτερα) αλλά σαν μια ταινία πολιτικής διαπλοκής, κυνισμού, διαφθοράς αλλά και κρυφού ψυχικού πολέμου.
Το καφέ του Μπόγκαρτ είναι ένας τόπος συγκέντρωσης τυχοδιωκτών, επαναστατών, προδοτών, πατριωτών, διανοουμένων, άσχετων, τρελών — κάθε καρυδιάς καρύδι συχνάζει εκεί. Κάπως έτσι είναι και η πολιτική σκηνή σήμερα. Πάντα όλα σε μια εκκρεμότητα και πάντα με συνθέσεις προσωπικοτήτων που λογικά δε θα έπρεπε να ανταμώσουν ποτέ. Στη συγκεκριμένη ταινία και στο συγκεκριμένο καφέ όλοι περιμένουν ένα διαβατήριο για να φύγουν για οπουδήποτε. Μια απελπιστική κατάσταση αναμονής που φτάνει μέχρι το μαρτύριο.
Δεν είμαστε λοιπόν και πολύ μακριά από το κλίμα αυτών των Εκλογών, που μοιάζουν με ένα θάλαμο αναμονής για τη φυγή προς έναν απροσδιόριστο μελλοντικό προορισμό. Όλοι περιμένουμε μιαν απόδραση σε ένα αύριο, χωρίς κανείς να μπορεί να μας εξασφαλίσει ένα σίγουρο διαβατήριο. Και το πιο τραγικό είναι ότι το ίδιο παιχνίδι ξέρουμε ότι θα παίζεται ξανά και ξανά.
Μην ξεχνάμε την απελπισμένη φωνή του Μπόγκαρτ προς τον πιανίστα: «Play it again, Sam». Κάτι θα ξέρει και αυτός…
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Ρένος Χαραλαμπίδης είναι υποψήφιος βουλευτής στη Β΄ Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία.
Θανάσης Χειμωνάς
Με ποια ταινία θα μπορούσα να περιγράψω τις φετινές Εκλογές… Μια εύκολη επιλογή θα ήταν με μια ταινία καταστροφής όπως το «2012» του Ρόλαντ Έμεριχ ή –ακόμη πιο κοινότοπα- ο διαβόητος «Τιτανικός». Θα μπορούσα να κάνω φιγούρα, δίνοντας παράλληλα και μια αισιόδοξη νότα, μιλώντας για το θρυλικό «Θωρηκτό Ποτέμκιν» ή να το ρίξω στο καλαμπούρι με φαρσοκωμωδίες τύπου «Τρελές σφαίρες ΙΙΙ» (κατά το Ζάππειο Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, Reloaded κ.ο.κ.).
Όχι όμως. Θα επιλέξω μια αμερικάνικη ταινία τρόμου — σχετικά πρόσφατη. Πρόκειται για την «Ομίχλη», όχι τη θρυλική του Κάρπεντερ αλλά μια παραγωγή του 2007, σκηνοθετημένη από τον Φρανκ Ντάραμποντ («Το Πράσινο μίλι») και βασισμένη σε διήγημα του Σίβεν Κινγκ.
ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ SPOILER! ΑΝ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΊΑ, ΜΗ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ!
Μια μικρή αμερικάνικη πόλη λοιπόν σκεπάζεται από μια πυκνή ομίχλη. Μέσα από αυτή ξεπηδούν φριχτά τέρατα από κάποια άλλη διάσταση τα οποία εξολοθρεύουν τους κατοίκους. Στο τέλος της ταινίας, οι πέντε πρωταγωνιστές (ένας πατέρας, το ανήλικο παιδί του, μια κοπέλα και ένα ηλικιωμένο ζευγάρι) εγκλωβίζονται μέσα στο αυτοκίνητό τους. Έχουν ένα πιστόλι με μόνο τέσσερις σφαίρες. Μετά από συμφωνία μεταξύ τους, ο πατέρας σκοτώνει τους υπόλοιπους τέσσερις για να μην υποφέρουν και βγαίνει ηρωικά από το αυτοκίνητό του, έτοιμος να καταβροχθιστεί από τα φριχτά θηρία. Τότε, με μεγάλη έκπληξη, βλέπει την ομίχλη σταδιακά να διαλύεται και ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις να αφανίζουν με χαρακτηριστική άνεση τα τέρατα. Αν αυτός και οι άλλοι είχαν ελπίσει, αν είχαν περιμένει λίγο παραπάνω, θα είχαν σωθεί…
Όμορφη αλληγορία, έτσι; Καλό θα είναι στη δική μας βερσιόν να δώσουμε ένα happy end.
Ο συγγραφέας Θανάσης Χειμωνάς είναι υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στην Α΄ Αθηνών.