Η ορχήστρα βρίσκεται στη θέση της. τα πνευστά αστράφτουν κάτω από τα
φώτα. Το κοινό ανυπομονεί. Ο μαέστρος δίνει το σύνθημα και… Σιωπή!!!
Η σιωπή ποτέ δεν ήταν χρυσός. Πολλές φορές όμως γίνεται τόσο εκκωφαντική και επιθετική που δύσκολα περνά απαρατήρητη!
Για 4 λεπτά και 33 δευτερόλεπτα το κοινό στο Μέγαρο Μουσικής της Θεσσαλονίκης, παρακολουθεί αμήχανα τον Αλέξανδρο Μυράτ να διευθύνει μια σιωπηλή ορχήστρα.
Δεν είναι τεχνικό πρόβλημα δεν είναι λάθος. Ο Τζον Κέιτζ, ένας πολυπράγμων μουσικός και φιλόσοφος, εμπνεύστηκε το συγκεκριμένο μουσικό έργο το οποίο εκτελείται χωρίς να παίζετε ούτε μια νότα, εμπνεύστηκε από τη τους ήχους της φύσης του περιβάλλοντος που ακούν οι ακροατές καθώς αυτό παίζεται.
Η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης όμως το χρησιμοποίησε για άλλο λόγο. Ήταν μια επίθεση. Μεταφέρουμε τα λόγια τους με την προτροπή και την ελπίδα το συγκεκριμένο φαινόμενο να γίνει τόσο συνηθισμένο που να μην αναφέρεται πλέον σε κάποιο editorial.
«Οι εργαζόμενοι στην Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης σας υποδεχόμαστε με τον ήχο της σιωπής. Όχι με τον ήχο της αμήχανης και παθητικής σιωπής, αλλά της γεμάτης ένταση, που δονείται, φωνάζει, για αυτούς που έχουν μέσα τους θλίψη, οργή, οδύνη, αγανάκτηση και αγωνίζονται απέναντι σε μια ζοφερή πραγματικότητα για την οποία άλλοι αποφάσισαν και μας
καταδίκασαν. Με δολοφονικούς νόμους εξαπέλυσαν ένα πογκρόμ κατά του μέσου ανθρώπου, τον οποίο οδηγούν στη φτώχεια, την εξαθλίωση, την ανυποληψία, κατέλυσαν κάθε μορφή κοινωνικού κράτους. Η σιωπή του καναπέ δίνει χώρο και χρόνο σε ανάξιες πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες, αλλά και σε ακραίους. Έχουμε στο νου μας και την ένοχη σιωπή του βολέματος, για πράγματα που βλέπαμε και δεν αντιδράσαμε, και το αντίτιμο που πήραμε ήταν ίσως ένα διακοποδάνειο. Τώρα που το καράβι άρχισε να βουλιάζει, είναι καιρός να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και απέναντι στον εαυτό μας. Να σιωπήσουμε δύο τρία δευτερόλεπτα μέσα στην πολύβουη καθημερινότητά μας και να ακούσουμε για τον άστεγο, τον μετανάστη, τον
τοξικομανή. Οι μουσικοί είμαστε εδώ, πομποί και δέκτες του κοινωνικού γίγνεσθαι. Μέσα από τις συναυλίες της ΚΟΘ τραβάμε τη δική μας ευθεία, αντιστεκόμαστε με όπλο μας τη μουσική, χέρι χέρι, με αλληλεγγύη. Αυτή είναι η μόνη λύση. Ξεκινάμε το μεγάλο ταξίδι. Το πού θα μας βγάλει, στην Ιθάκη ή στα Κύθηρα, στο δρόμο θα το μάθουμε. Ξέρουμε όμως ότι την αξιοπρέπειά μας δεν θα αφήσουμε κανέναν να την ακουμπήσει».