Βλέπω τους φίλους μου, είναι στα χαμένα. Να μείνω; Να φύγω; Να διαλέξω αυτή τη δουλειά ή χαραμίζομαι; Να με νοιάξει το ενοίκιο ή η αξιοπρέπειά μου; Εγώ με τόσα πτυχία να πάω σε μια δουλειά που δεν με εκφράζει; Να αφήσω το σπίτι μου και να γυρίσω στους δικούς μου; Να παντρευτούμε ή να το αφήσουμε για αργότερα;
Ήμασταν καλομαθημένοι και μας πέταξαν στα δύσκολα. Ήμασταν αισιόδοξοι για το μέλλον μας, τα καλύτερα ήταν απλώς ζήτημα χρόνου. Είχαμε βάλει τα καλά μας.
Kαι βρεθήκαμε στο τέλος του πάρτι, όχι όταν έσβηναν τα κεράκια, όχι όταν έτρωγαν την τούρτα, ούτε όταν χόρευαν όλοι ζαλισμένοι, αλλά την ώρα που άναψαν τα φώτα.
Και ήρθε η ώρα του συμμαζέματος.
Παραλάβαμε χάος, και αναρωτιέμαι τι θα παραδώσουμε.