Γυρνάμε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, μέσα στη βροχή, από το Ολύμπιον στο Λιμάνι και πίσω. Ανταλλάσσουμε πληροφορίες κωδικοποιημένες Έλα Κρίσις, 22.30 Φρίντα, Πάω πρώτα μισή επανάσταση, Μέσα στην εβδομάδα θα πάμε Τραμπ.
Σε μία από τις προβολές, καθόμαστε ακριβώς πίσω από μια παρέα γυναικών που μιλούν συνέχεια, οι μπροστινοί σιχτιρίζουν, σε κάποια φάση κατά τη διάρκεια του Q & A, γυρνά κάποιος και λέει Τι θα γίνει ρε φιλενάδα, η γυναίκα φουντώνει, μαλώνουν, σταματούν, οι ερωταπαντήσεις στους σκηνοθέτες συνεχίζονται, επικρατεί μια αμηχανία, βγαίνουμε έξω, η συζήτηση για την ταινία συνεχίζεται στο δρόμο, οι γυναίκες κάνουν πηγαδάκι μαζί με άλλους, ανταλλάσσουν αναπτήρες, τσιγάρα και κουβέντες, και μετά φεύγουμε. Αυτά. Και μετά ψηφίζουμε.
Και σκεφτόμουν, πόσο αγχωτικό μπορεί να ναι όταν άσχετα από το αποτέλεσμα, έχεις αφήσει την τέχνη σου στα χέρια της κρίσης των άλλων; Αναρωτιέμαι αυτά τα κουτιά με τη ψηφοφορία του κοινού πόσο φοβιστικά μπορεί να είναι για τους δημιουργούς; Πόσο εύκολα μπορούμε να κρίνουμε, και πόσο σωστά; Kαι τι λένε οι δημιουργοί όταν οι ταινίες τους σημειώνουν χαμηλή βαθμολογία;
Είναι άραγε εύκολο να αφήσουμε αυτό που είμαστε και κάνουμε, στην κρίση των άλλων; Kαι τι την κάνουμε τη χαμηλή βαθμολογία που μπορεί να πάρουμε;
Είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε πως οι άλλοι δεν κατάλαβαν το πνεύμα μας, το όραμά μας, τον εαυτό μας; Φαντάζομαι πως, αν ναι, τότε είμαστε έτοιμοι να γίνουμε καλύτεροι. Αν όχι, μάλλον θα χρειαστούμε καιρό, πολλές κριτικές, πολλές σφαλιάρες, και αποτυχίες ακόμα.