Χωρίς ρολόι & προορισμό.
από την Μαρίνα Μπίκου
Δεν θυμάμαι πόσο καιρό είχα να πάω σε video–club. Μάλλον, τόσο καιρό ώστε να ονομάζεται πλέον dvd–club. Ήταν αργά το απόγευμα, είχα πιει ένα μεγάλο ποτήρι ζεστής σοκολάτας εκεί κοντά στην Αγίας Σοφίας και τώρα είχα ήδη πάρει το δρόμο της επιστροφής. Το μάτι μου έπεσε ξαφνικά στη βιτρίνα του dvd–club. Ταινίες ιδιαίτερες, που δεν θυμόμουν να έχω δει καμία από αυτές. Το πιο ανησυχητικό ήταν το ότι ούτε είχα ακούσει ποτέ κάτι γι’αυτές. Δεν πρέπει να ήταν συνηθισμένο dvd–club. Δεν είχα παρά να το διαπιστώσω.
Η αλήθεια είναι πως δεν έπεσα έξω. Το συγκεκριμένο μαγαζί είχε ταινίες άγνωστες για το ευρύ κοινό, ταινίες που είχε η καθεμιά από αυτές το δικό της πέπλο μυστηρίου. Από μόνο του αυτό ήταν κάτι το εντυπωσιακό για μια εποχή, χώρα, πόλη όπου το mainstream «κερδίζει» τις εντυπώσεις. Παρ’όλα αυτά, δεν ήταν αυτό που μου κίνησε την περιέργεια. Η κοπέλα που δούλευε στο συγκεκριμένο video–club, εντάξει dvd–club (η δύναμη της συνήθειας), είναι ο καλύτερος άνθρωπος που θα μπορούσε να είχε επιλεχθεί γι’αυτήν τη θέση. Δεν ήταν μόνο ότι ήξερε τις ταινίες απ’έξω κι ανακατωτά. Ήξερε και τους πελάτες το ίδιο καλά. Ήξερε τις ζωές τους, την καθημερινότητά τους και –το πιο σημαντικό από όλα- ήξερε την ψυχολογική-συναισθηματική τους κατάσταση. Δεν επρόκειτο για την κουτσουμπόλα της γειτονιάς. Οι ικανότητές της στο να ψυχολογεί τον απέναντι με έκαναν να τη θαυμάσω σιωπηλά κι ας φαινόταν ότι απλά χάζευα κάτι ταινίες λίγο πιο πέρα…
«Sometimes it's hard to find a friendly face
Feel like a stranger to the human race
It's such a lonely, lonely place…
I walk alone in the darkness of the city
Got no place to call home
I might be dyin'
But you can't hear a sound
'Cause midnight rain is comin' down
I'm just a stranger, a stranger
In this town…»
Φεύγοντας, έκανα διάφορες σκέψεις για το πόσο όμορφα πράγματα υπάρχουν γύρω μας. Στην καθημερινότητά μας, στην πόλη μας, στη γειτονιά μας, στο σπίτι μας. Πράγματα που ίσως να μην είναι και πράγματα. Να, ας πούμε, αυτό το μαγικό αίσθημα όταν βγαίνεις από μία συναυλία κι έχεις κρατήσει βαθιά μέσα σου στίχους, που σου σημάδεψαν τη βραδιά. Ή αυτή η ταξιδιάρικη αίσθηση που νιώθεις κάθε φορά που τελειώσεις ένα βιβλίο και αισθάνεσαι πως έχεις μπει τόσο βαθιά στον κόσμο του πρωταγωνιστή. Τόσο, που δυσκολεύεσαι να επανέλθεις στην πραγματικότητα…Ή ακόμη κι εκείνο το μούδιασμα του πρώτου ραντεβού. Το γέλιο της καλύτερής σου φίλης. Οι συμβουλές του μπαμπά. Όλα άυλα, μα ανεκτίμητης αξίας.
Ξεχάστηκα με όλες αυτές τις σκέψεις. Έπιασα τον εαυτό μου να κάνει άσκοπες βόλτες στην πόλη. Ακολουθώντας αναμνήσεις. Ένα από τα πιο όμορφα χαρακτηριστικά της Θεσσαλονίκης είναι ότι η κάθε γωνιά της έχει πάνω συναισθήματα. Αναμνήσεις πολλών λογιών, από πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, που όλες συγκλίνουν μεταξύ τους με έναν μαγικό τρόπο. Πάντα «κάνει μελαγχολία» στη Θεσσαλονίκη. Και με ήλιο και με βροχή. Σε κάθε βόλτα στο λιμάνι, θα συναντάς κάποια μάτια να κλαίνε. Σε κάθε ραντεβού στην Καμάρα δυο χέρια θα σμίγουν. Και πάντα, όταν θα πηγαίνεις στα Κάστρα και θα βλέπεις την πόλη από ψηλά, θα ξεφυσάς και θα θυμάσαι…Πάντα!
«Never knew love like this
The wind, the moon, the earth, the sky
Sky so high
Never knew pain like this
Everything die, then die
Never knew love like this
The sun, the sea, you and I
Never knew pain, never knew shame
Now I know why
Bury me, marry me to the sky
Marry, marry me to the sky
If I die before my time
Bury me upside down
Cherokee, kissing me
When I’m on my way down…»