Χρόνια ατελείωτα
περίμενα τη συνάντησή μου μαζί του. Θα
συνέβαινε με… το πλήρωμα του χρόνου.
Ούτε νωρίτερα, ούτε αργότερα. Ακριβώς
στην ώρα του. Δεν θα επέτρεπα καμία
παραφωνία. Όλα θα ήταν κανονισμένα
στην εντέλεια. Τίποτα πρόχειρο, τίποτα
βιαστικό, τίποτα στην τύχη του. Όλα στα
κουτάκια τους. Βλέπεις, το έγκλημα
ήταν προμελετημένο. Χρόνια είχα περάσει
με τις σκέψεις μου για εκείνη τη στιγμή.
Δεκαετίες μη σου πω.
Θα ήμουν όμορφη,
αδυνατισμένη, τόσο δα μαυρισμένη -ποτέ
δεν αγαπούσα τις υπερβολές-
και…ετοιμοπόλεμη. Τόσα χρόνια περίμενα
αυτή τη στιγμή, δε θα επέτρεπα σε κανέναν
και σε τίποτα να μου το χαλάσει.
Ένα χαλαρωτικό μπάνιο,
λίγη μουσικούλα και μερικά αιθέρια
έλαια. Τα μαλλιά τυλιγμένα στην πετσέτα
και μερικές σταγόνες κρέμα σώματος. Θα
στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη και θα
με κοιτούσα για λίγο. Τόσο δα λίγο, μέχρι
να ξεκινήσω να βάφομαι, να περιποιούμαι,
να μεριμνώ για τις τελευταίες λεπτομέρειες.
Ήρθε η ώρα. Άργησε αλλά ήρθε. Χαλάλι
οι θυσίες σου. Χαλάλι το…περίμενε. Όλα
χαλάλι. Εσείς, άραγε, δεν παραμιλάτε
ποτέ μπροστά στον καθρέφτη σας;
Σειρά θα είχε η ντουλάπα.
Θα την άνοιγα προσεχτικά για να μην
πέσουν οι κρεμάστρες -είμαι και λίγο
ατσούμπαλη- θα διάλεγα το αγαπημένο μου
μαύρο φουστάνι και θα το φορούσα με
ιδιαίτερη σπουδή. Μπορεί να φτιαχνόμουν
λίγο περισσότερο από το συνηθισμένο
εκείνη τη φορά αλλά θα μου το επέτρεπα.
Το άξιζα. Κι αν όχι εγώ, το άξιζε η στιγμή
στο κάτω-κάτω. Μια διόρθωση στα μαλλιά,
ένα ψιτ από το άρωμα πίσω από τα
αυτιά και έτοιμη για το πολυπόθητο
ραντεβού.
Θα με περιμένει
άραγε;, θα είναι εκεί όταν θα πάω
ή θα χρειαστεί να περιμένω εγώ για λίγο,
λες να σκεφτεί να φέρει λουλούδια
για να με ευχαριστήσει. Ώσπου κάποια
στιγμή φτάνεις στον καθιερωμένο τόπο
συνάντησης. Βλέπεις αριστερά, βλέπεις
δεξιά, ουδείς. Δε χάθηκε και ο κόσμος.
Θα κόλλησε στην κίνηση, ας περιμένω
λίγο σκέφτεσαι και διαπιστώνεις ότι
ακούς την καρδιά σου από την αγωνία.
Και η ώρα περνάει. Και
το
ΜΕΛΛΟΝ σου δεν έρχεται στο
ραντεβού σας, κι ας στο είχε υποσχεθεί.
Μα περίμενες χρόνια για αυτό το λεπτό,
για αυτή τη στιγμή, για αυτήν την ώρα.
Μα σπούδαζες χρόνια, προετοιμαζόσουν
χρόνια, έκανες όνειρα χρόνια. Ποιος
νοιάζεται; Μα σου υποσχέθηκαν ότι θα
γινόσουν ευτυχισμένος, θα ένιωθες
ολοκληρωμένος, θα αποκτούσες χρήματα,
θα
ΕΙΧΕΣ. Θα ήσουν επειδή
θα είχες, όπως θα έλεγε και ο Έριχ
Φρομ. Πού είναι όλα αυτά; Γιατί αργούν;
Μήπως δεν θα έρθουν καν και τζάμπα
περιμένεις;
Δεν παραιτείσαι εύκολα.
Θα περιμένεις. Εκεί. Στο παγκάκι σου.
Εκεί που δώσατε ραντεβού. Εκεί που σου
έταξε ότι θα έρθει να σε βρει. Εκεί που
σου υποσχέθηκε ότι θα έρθει, θα σε πάρει
από το χέρι και θα σε οδηγήσει σε καλύτερες
μέρες. Σε μέρες που θα μπορείς να φτιάξεις
επιτέλους τη δική σου οικογένεια, να
έχεις τη δική σου δουλειά, τη δική σου
ζωή. Σε μέρες που θα είσαι επιτέλους
ανεξάρτητος, δυνατός και θα ΕΧΕΙΣ.
Εκείνο το έχεις που θα ταυτιζόταν
τόσο ομαλά με το ΕΙΝΑΙ σου.
Περίμενες. Αλλά τελικά
δεν ήρθε. Ή μάλλον, όταν τελικά ήρθε, δεν
ήταν αυτό που σου υποσχέθηκε ότι θα
είναι. Δεν ήταν τρυφερό. Ήταν βίαιο. Δεν
μοσχομύριζε αλλά βρομούσε. Δεν ήταν
απλά πολλά υποσχόμενο. Δεν ήταν καν
υποσχόμενο.
Αλλά, στην τελική, ήταν
το μόνο που είχες. Ή μήπως δεν ήταν;