Γράφει η Φανή Εμμανουήλ
Όταν ο Lin-Manuel Miranda παρουσίασε για πρώτη φορά το τραγούδι Alexander Hamilton στον Λευκό Οίκο το 2009, στο πλαίσιο του White House Poetry Jam, το κοινό αντέδρασε με γέλια. Η ιδέα ενός hip hop τραγουδιού βασισμένου στη ζωή ενός από τους founding fathers της Αμερικής φαινόταν όχι μόνο ασυνήθιστη, αλλά και σχεδόν ειρωνική, καθώς έμοιαζε να αποδομεί τα παραδοσιακά στερεότυπα του αμερικανικού μιούζικαλ. Ωστόσο, αυτή η στιλιστική τομή και τολμηρή καινοτομία αποτέλεσαν την αρχή ενός πολιτισμικού φαινομένου που επαναπροσδιόρισε την αφήγηση της Ιστορίας μέσω της τέχνης, κάνοντας το μιούζικαλ όχι απλώς θέαμα, αλλά και κοινωνικό εργαλείο.
Στο πρόσωπο του Alexander Hamilton, του ορφανού νεαρού από την Καραϊβική που έφτασε στη Νέα Υόρκη με όνειρα και μια πένα στο χέρι, ο Miranda αναγνώρισε τον απόλυτο outsider, έναν άνθρωπο που έγραφε “like he’s running out of time”. Ο Χάμιλτον χρησιμοποίησε τη γλώσσα όχι μόνο για να επιβιώσει, αλλά για να διαμορφώσει τις βάσεις ενός νέου έθνους, λειτουργώντας σαν ράπερ πριν καν εφευρεθεί το rap. Η πορεία του δεν ήταν απλή αναμονή της αναγνώρισης. Tην κέρδισε με σθένος, ρητορική δεξιοτεχνία και ταλέντο, μετατρέποντας την προσωπική του ιστορία σε σύμβολο δύναμης και δημιουργίας.
Η αφετηρία για τη δημιουργία του Hamilton: An American Musical βρίσκεται πίσω στο 2008, όταν ο Lin-Manuel Miranda διάβασε τη βραβευμένη βιογραφία του Ron Chernow για τον Alexander Hamilton. H πολυπλοκότητα και η δραματουργική ένταση που χαρακτήρισαν το έργο του Chernow, το μετέτρεψαν σε έναν ιδανικό αφηγηματικό καμβά: μια αφήγηση γεμάτη ιστορικές αντιθέσεις, πολιτικές συγκρούσεις και προσωπικά πάθη. Η αρχική πρόθεση του Miranda βέβαια δεν ήταν να μεταφέρει την ιστορία στη σκηνή, αλλά να τη μεταπλάσει σε ένα concept album, εμπνευσμένο από τα αφηγηματικά μοντέλα του Nas και του Kendrick Lamar, καλλιτέχνες που έχουν καταξιωθεί για τη χρήση της ραπ ως μέσου σύνθετης κοινωνικής και προσωπικής αφήγησης.
Το εγχείρημα, ωστόσο, εξελίχθηκε ταχύτατα πέρα από τη μουσική φόρμα του mixtape. Η ζωή και η πολιτική διαδρομή του Χάμιλτον διέθεταν όλα τα χαρακτηριστικά ενός θεατρικού έπους: υπαρξιακή αγωνία, φιλοδοξία, προδοσία, ρητορική αντιπαράθεση, αλλά και ιστορικό βάθος που παρείχε ευκαιρίες για πολλαπλές αναγνώσεις. Η δραματουργική δυναμική του υλικού οδήγησε αναπόφευκτα στη θεατρική του μεταγραφή.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα πρωτοποριακό θεατρικό έργο που συνδυάζει το είδος του μιούζικαλ με τις εκφραστικές δυνατότητες της χιπ χοπ κουλτούρας. Βέβαια αυτό που το κάνει να ξεχωρίζει είναι πως δεν αρκείται στην απλή αναπαράσταση ιστορικών γεγονότων καθώς τα επανερμηνεύει μέσω μουσικών ειδών που παραδοσιακά απουσιάζουν από τη σκηνή του Broadway. Ραπ, R&B, soul και spoken word συνυφαίνονται για να αρθρώσουν έναν ιστορικό λόγο που μιλά τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν, αναδεικνύοντας τη διαρκή επικαιρότητα ζητημάτων όπως η εξουσία, η ταυτότητα, η μετανάστευση και η πολιτική συμμετοχή.
Μέσα από αυτή τη σύνθεση, το Hamilton κατόρθωσε να επαναπροσδιορίσει όχι μόνο την αισθητική του αμερικανικού μιούζικαλ, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η ιστορική μνήμη διαμεσολαβείται από τη σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή. Το αποτέλεσμα είναι μια θεατρική πράξη αναθεώρησης: ο 18ος αιώνας ζωντανεύει μέσα από τους ήχους του Μπρούκλιν των ’90s, υπογραμμίζοντας ότι η ιστορία δεν είναι στατική, αλλά διαρκώς υπό διαπραγμάτευση — ένα πεδίο όπου η καλλιτεχνική έκφραση μπορεί να λειτουργήσει ως πολιτικό σχόλιο.
Η πρωτοτυπία του έγκειται στη σύζευξη ετερογενών μουσικών ιδιωμάτων: ραπ, R&B, soul, gospel και ακόμη και στοιχεία από την ευρωπαϊκή λόγια μουσική του 18ου αιώνα συνδιαλέγονται δημιουργικά. Το ηχητικό φάσμα του έργου εκτείνεται από τη ρητορική ορμή του My Shot έως τη συναισθηματικά φορτισμένη λιτότητα του It’s Quiet Uptown, διαμορφώνοντας ένα πολυεπίπεδο μουσικό τοπίο που γεφυρώνει το ιστορικό με το σύγχρονο, το ιδιωτικό με το συλλογικό, το ατομικό βίωμα με τη δημόσια ιστορία.
Το hip hop δεν χρησιμοποιείται απλώς ως αισθητικό ή στυλιστικό μέσο, αλλά ως θεμελιώδης αφηγηματικός μηχανισμός. Η ικανότητά του να συμπυκνώνει σύνθετες ιδέες μέσω γλωσσικών συμπλεγμάτων υψηλής πυκνότητας και ρυθμικής έντασης το καθιστά ιδανικό όχημα για την αναπαράσταση των ιδεολογικών και ρητορικών συγκρούσεων της εποχής της Αμερικανικής Επανάστασης. Η γλώσσα του ραπ λειτουργεί εδώ ως μια νέα μορφή πολιτικού λόγου — μια “γλώσσα της εξουσίας” που εκφέρεται από υποκείμενα τα οποία παραδοσιακά εξαιρούνταν από τον κυρίαρχο ιστορικό αφηγηματικό λόγο.
Έτσι, το έργο συγκροτεί ένα μουσικό πορτρέτο του «αμερικανικού πειράματος» μέσα από τη φωνή αυτών που διαχρονικά περιθωριοποιήθηκαν από την επίσημη αφήγησή του. Η επανεπινοημένη ιστορία του Χάμιλτον λειτουργεί όχι μόνο ως αναδρομή στο παρελθόν, αλλά και ως παρέμβαση στο παρόν, υποδεικνύοντας ότι η ιστορία της εξουσίας είναι εξίσου ζήτημα φωνής, ύφους και εκφοράς, όσο και γεγονότων. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία, επαναπροσδιορίζει τη θεατρική γλώσσα της εξουσίας, καθιστώντας την προσβάσιμη, ρευστή και πολιτισμικά πολυφωνική.
Ίσως το πιο ριζοσπαστικό στοιχείο του Hamilton να μην είναι η μουσική του, όσο το κάστινγκ του. Η απόφαση να ανατεθούν οι ρόλοι εμβληματικών μορφών της λευκής αμερικανικής Ιστορίας —όπως ο George Washington, ο Thomas Jefferson, ο Hercules Mulligan, ακόμα και ο ίδιος ο Alexander Hamilton— σε ηθοποιούς αφροαμερικανικής, λατινοαμερικανικής και ασιατικής καταγωγής δεν είναι μια απλή χειρονομία ένταξης ή «ποικιλομορφίας για χάρη της ποικιλομορφίας». Αντίθετα, πρόκειται για μια πράξη εσκεμμένης ιστορικής επανόρασης, που επανεγγράφει την αφήγηση του εθνικού παρελθόντος μέσα από σύγχρονες, πολυφωνικές ταυτότητες. Το μήνυμα είναι σαφές: αυτή είναι η Αμερική του σήμερα που ξαναλέει την ιστορία της Αμερικής του τότε. Κι αν στο παρελθόν αποκλείστηκαν φωνές από τη δημόσια ιστορία, τώρα επιστρέφουν δυναμικά στο κέντρο της σκηνής, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Η παρουσία του ίδιου του Lin-Manuel Miranda, ενός Αμερικανού Πορτορικανικής καταγωγής, στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Χάμιλτον, ενισχύει ακόμα περισσότερο την ιδέα πως η ιστορία δεν ανήκει αποκλειστικά σε όσους την έγραψαν, αλλά μπορεί και πρέπει να επανακατακτηθεί από εκείνους που επί μακρόν αποκλείονταν από αυτή. Έτσι η σκηνή του μιούζικαλ, γίνεται ένας χώρος ανοιχτός, όπου τα σύνορα ανάμεσα στην ταυτότητα, την εκπροσώπηση και την εθνική αφήγηση γίνονται διαπερατά.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, το έργο παραπέμπει σε αυτό που ο κοινωνιολόγος Paul Gilroy περιγράφει ως «αντι-μνήμη»: μια ενεργή, κριτική αναμέτρηση με το παρελθόν, η οποία δεν περιορίζεται στην πιστή αναπαράστασή του, αλλά αναδεικνύει τις σιωπές, τις απουσίες και τις αποκλεισμένες φωνές. Έτσι, το Hamilton δεν επιχειρεί απλώς να αφηγηθεί εκ νέου την ιστορία — την επανεφευρίσκει μέσα από νέες φωνές, νέα σώματα και νέες διεκδικήσεις.
Το Hamilton κατάφερε να σπάσει τα στενά όρια της θεατρικής σκηνής και να διεισδύσει βαθιά στην ηχητική και πολιτισμική καθημερινότητα. Το cast album έγινε best-seller παραμένοντας στο Billboard 200 για πάνω από 500 εβδομάδες και φτάνοντας μέχρι τη δεύτερη θέση το 2020, σημειώνοντας το υψηλότερο πλασάρισμα για cast album από το 1969. Τα τραγούδια του απέκτησαν ζωή πέρα από το Broadway: αναπαράγονται σε social media, διδάσκονται σε σχολικές αίθουσες, ακούγονται σε πορείες και δημόσιες εκδηλώσεις. Το μουσικό υλικό του έργου, με την ενέργεια του χιπ χοπ και τη συναισθηματική φόρτιση της soul, λειτούργησε σαν ένας νέος τρόπος πρόσβασης στην Ιστορία.
Το πρόγραμμα EduHam, το οποίο ξεκίνησε το 2015, αξιοποιεί το μιούζικαλ για να διδάξει την αμερικανική ιστορία σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου. Η πρωτοβουλία αυτή προέκυψε από τη συνεργασία του Lin-Manuel Miranda, του παραγωγού Jeffrey Seller, του Ινστιτούτου Gilder Lehrman και του Ιδρύματος Rockefeller. Αρχικά, το πρόγραμμα επικεντρώθηκε σε σχολεία με χαμηλό εισόδημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσφέροντας στους μαθητές τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν ζωντανές παραστάσεις και να συμμετάσχουν σε δημιουργικές δραστηριότητες βασισμένες σε ιστορικά έγγραφα. Με την πάροδο του χρόνου, το EduHam επεκτάθηκε, φτάνοντας σε πάνω από 160.000 μαθητές σε 25 πόλεις της Αμερικής. Το 2020, λόγω της πανδημίας COVID-19, λανσαρίστηκε η διαδικτυακή εκδοχή του προγράμματος, το EduHam at Home, επιτρέποντας σε μαθητές και εκπαιδευτικούς σε όλη τη χώρα να συμμετάσχουν εξ αποστάσεως. Το πρόγραμμα συνεχίζει με επιτυχία μέχρι σήμερα και προσφέρει εκπαιδευτικό υλικό και πρόσβαση σε πρωτογενείς ιστορικές πηγές, ενισχύοντας τη μάθηση μέσω της μουσικής και της δημιουργικότητας.
Η μαγνητοσκοπημένη προβολή του έργου στην πλατφόρμα Disney+ λειτούργησε ως μια πράξη πολιτισμικής διάχυσης, φτάνοντας σε κοινά που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχαν καμία πρόσβαση στη σκηνή του Broadway. Το Hamilton έγινε έτσι ταυτόχρονα καλλιτεχνικό προϊόν, εργαλείο κοινωνικής εκπροσώπησης και ένα από τα πιο πολυσυζητημένα πολιτισμικά φαινόμενα της εποχής. Λειτούργησε σαν μια μουσική κοινότητα που δεν χρειάζεται φυσική σκηνή καθώς η σκηνή της είναι όπου υπάρχουν ακροατές πρόθυμοι να δουν την ιστορία αλλιώς.