Γύρισα σπίτι το βράδυ εξουθενωμένος, οι καθημερινές πλέον δεν είναι για τίποτα παρά μόνο για δουλειά. Έβαλα ένα ποτήρι Cabernet Merlot Αρβανιτίδη και έσβησα τα φώτα. Κοίταξα στο ημίφως το φρεσκοβαμμένο μου σαλόνι, μύρισα τα ζουμπούλια που ανθίζουν και άνοιξα το παράθυρο στις σκέψεις. Με τη μία μπήκαν μέσα, εισχώρησαν και άφησαν το αντίδοτο τους να κυκλοφορήσει ελεύθερα. Έξω σειρήνες περιπολικών και βάναυσα νιάτα που φώναζαν το φλέρτ και έπιναν από μεγάλα μπουκάλια μπύρας. Σαν χαστούκι μου ήρθε η σκέψη οτι έχω καιρό να ανοίξω ένα βιβλίο – λίγη ποίηση, μία αυτοβιογραφία, ένα μυθιστόρημα. Εδώ και μήνες έχω αγοράσει 3 βιβλία – πάει καιρός από τότε που είχα τον χρόνο για να τα αξιοποιήσω – τα οποία κάθονται στο coffee table σαν διακοσμητικά μπιμπελό. Ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Αλέξης Σταυράτης και ένα μικρό βιβλιαράκι με haiku είναι η συλλογή της άνοιξης. Δεν είμαι ο κατάλληλος για να προτείνω βιβλία [συντάκτης του Εξώστη το κάνει ήδη] αλλά σίγουρα θα ήθελα να σε στείλω στο ανακαινισμένο βιβλιοπωλείο Κωνσταντινίδη στη Μητροπόλεως.
Το βιβλιοπωλείο ιδρύθηκε το 1955 – σκέψου τόμους βιβλίων να στοιβάζονται εδώ και να μυρίζει το χαρτί, κάποτε η χλωρίνη και άλλοτε η υγρασία – όπου την παλιά εποχή υπήρξε πόλος έλξης για καθηγητές και φοιτητές του Α.Π.Θ. αφού ήταν κοντά στο πανεπιστήμιο. Σίγουρα από το μαγαζάκι της Εγνατίας θα έχουν περάσει πολλοί και φωτισμένοι – μυαλά υψηλής αισθητικής αλλά και μάτια διαβολεμένα – κάποιοι από αυτούς μάλλον κάνουν τη διαφορά στις μέρες μας. Σκέφτομαι τις εποχές που το βιβλίο ήταν ουσιαστικό κομμάτι της ημέρας, θεμέλιο στην ευχαρίστηση της ψυχής και αναπόσπαστο κομμάτι της γνώσης. Τις Κυριακές ο μπαμπάς έπαιρνε το τσάι του στην παλιά πολυθρόνα και όλοι διάβαζαν από ένα απόσπασμα – οι ανάγκες για διασκέδαση ήταν μεγάλες και οι ευκαιρίες λιγοστές. Μου ακούγεται τρομερά γνώριμο. Ανοίγοντας τον Λειβαδίτη στη σελίδα 127 διαβάζω: «… δεν ξέρουν ότι την ίδια ώρα εγώ μοιράζω μεγάλες χειραψίες στους αναρχικούς, χριστουγεννιάτικες κάρτες στα πουλιά και μακρινούς ορίζοντες στους αργοπορημένους. Εις υγείαν, λοιπόν – κάθε μέρα είναι η καλύτερη μας μέρα.»
Κάθε φορά που περνάω από το βιβλιοπωλείο σκέφτομαι πόσο σημαντικό είναι τελικά για όλους να έχουμε ένα καλό βιβλίο για ανάγνωση. Πέραν του οτι ανοίγουμε το μυαλό μας, βυθιζόμαστε στις λέξεις που επιλέγει ο κάθε συγγραφέας και τυλιγόμαστε με τις ευαισθησίες του. Μπαίνω μέσα και επιλέγω να περπατήσω μέχρι το τέρμα – συνήθως μυρίζει σαν χαρτί ή και κολώνια, αναλόγως ποιό έχει επιβιώσει. Παρόλο που έχει κερδίσει Χρυσό Ερμή [βραβείο που πρώτη φορά απονέμεται σε βιβλιοπωλείο] για την ανανεωμένη εταιρική του ταυτότητα, ο χώρος αυτός διατηρεί κάποιες παλιές αξίες, μεγάλη και ενδιαφέρουσα ποικιλία σε ξενόγλωσσα βιβλία, μία κατάλληλη παιδική γωνιά με πλούσια δώρα για τον Ορέστη [ανηψιός και ανυπόμονος κριτής βιβλίων με δράκους και πολεμιστές] και θερμή αλλά και χαμογελαστή εξυπηρέτηση. Τα παιδιά που έχουν αναλάβει να το φέρουν στο προσκήνιο – καθότι πολύ δύσκολοι καιροί για τους εκδοτικούς οίκους στη χώρα μας – έχουν φιλοξενήσει κατά καιρούς φωτισμένους λογοτέχνες και σίγουρα τίποτα δεν με βοηθάει να ηρεμήσω όταν σκέφτομαι ότι έχασα την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά τον Alan Hollinghurst και τον Nial Griffiths.
Βγες αύριο και αγόρασε βιβλία, χάρισε βιβλία και διάβασε για ζωές. Είμαι σίγουρος οτι θα κλείσεις την τιβι και θα βάλεις κάτι να πιείς – κερδισμένος θα είσαι όπως και να το δεις.
Till next week
Κλείσε την τιβι.