
γράφει ο Γιάννης Δασκαλάκης
Ήταν 18 Σεπτεμβρίου του 2013, όταν ο Παύλος Φύσσας, καλλιτεχνικά γνωστός ως KillahP, άφηνε την τελευταία του πνοή σε πεζοδρόμιο στο Κερατσίνι στην ηλικία των 34 ετών. 8 μήνες μετά την δολοφονία του, η ελληνική Reggae κοινότητα ένωσε τις δυνάμεις της για να προσφέρει μία mixtape αφιερωμένη στην μνήμη του Killah P.
«Πρέπει να πιάσουμε τα πράγματα νομίζω εξ αρχής πρέπει να μάθεις και αν ξέχασες πρέπει να θυμηθείς.» Μέσα σε έναν στίχο ολόφρεσκο, του 2014, διατυπώνεται η πιο ουσιαστική πρόταση της εποχής μας. Είναι η ανάγκη για διάλογο, για εκμάθηση και κυρίως για υπενθύμιση. Η ελληνική μπλογκόσφαιρα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθρεφτίζουν την ελληνική κοινωνία σαν ένα απέραντο καφενείο, όπου οι περισσότεροι ουρλιάζουν τους πεισμωμένους μονολόγους τους, εμμένοντας με πάθος στις απόλυτες απόψεις τους, συγκρουόμενοι με καθετί το διαφορετικό, αγνοώντας την “μεγάλη εικόνα”, δίνοντας σημασία μονάχα σε ό,τι αφορά τον προσωπικό μικρόκοσμό τους.
Οι ίδιοι, που στις 18 Σεπτεμβρίου του 2013, θρήνησαν “διαδικτυακά” την θυσία του Παύλου Φύσσα και ανάρτησαν πομπώδη κείμενα κατά του φασισμού, είναι εκείνοι που στις τοπικές εκλογές της επόμενης χρονιάς δεν πήγαν ούτε να ψηφίσουν, με την αποχή στον Δήμο Αθηναίων να αγγίζει το 52%. Με την Χρυσή Αυγή να αναλαμβάνει ρόλο ρυθμιστή στον δεύτερο γύρο και τους αμετανόητους ψηφοφόρους της να ψιθυρίζουν «ώστε τώρα μας θέλετε ε;», η υπενθύμιση της οργανωμένης δολοφονίας του Παύλου Φύσσα από τους νεοναζί ήταν πιο επίκαιρη παρά ποτέ.
Στο Κερατσίνι, τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής έφτασαν ως το 15,41%. Κοντά στο σημείο της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, ο μέσος όρος του ποσοστού έφτασε το 10,53%. Οι κάλπες στήθηκαν στο 22ο δημοτικό σχολείο, εκεί όπου φοίτησε ο 34χρονος μουσικός. Στις ίδιες αίθουσες που γαλουχήθηκε το αντιφασιστικό φρόνημά του, οι ομοϊδεάτες του δολοφόνου Γ. Ρουπακιά έριξαν την ψήφο τους στη Χρυσή Αυγή.

Το 1967, σε ένα γυμνάσιο της Καλιφόρνια των Η.Π.Α., ένας καθηγητής ονόματι Ron Jones
δοκίμασε να διδάξει στους μαθητές του την έννοια του Φασισμού μέσα από ένα πείραμα. Το πείραμα αυτό ονομάστηκε το “Τρίτο Κύμα” κατ’ αντιπαραβολή με το “Τρίτο Ράιχ” και παρ’όλο που ξεκίνησε σαν απλή άσκηση πειθαρχίας, το πείραμα ξέφυγε από τον έλεγχο και τελείωσε με πρωτοβουλία του καθηγητή. Το 2008, βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες ένα φιλμ γερμανικής παραγωγής, εμπνευσμένο από το συγκεκριμένο πείραμα, με τον συναφή τίτλο “Το Κύμα” (“DieWelle”). Κατά την διάρκεια της ταινίας, η συμπεριφορά των εφήβων μαθητών τείνει να γίνει φασιστική. Δεν αποδέχονται τη διαφορετικότητα, γίνονται βίαιοι, σκέφτονται πανομοιότυπα εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Η πορεία του πειράματος έχει τραγική κατάληξη αφού ένας μαθητής πυροβολεί κάποιον άλλο, ο ίδιος αυτοκτονεί και ο
καθηγητής τους συλλαμβάνεται για ηθική αυτουργία.
Το φινάλε της ανωτέρω ταινίας παραμένει προβλέψιμο καθ’όλη την διάρκειά της. Η
κλιμάκωση του φανατισμού των μαθητών προετοιμάζει τον θεατή για ένα τραγικό τέλος, για έναν θάνατο επί σκηνής. Ο θάνατος επέρχεται σαν φυσική συνέπεια της ανωτέρω διαδικασίας και λειτουργεί καθαρτικά, ως ένα σοκ που συνεφέρει την ομάδα από την μέθη του εκφασισμού τους. Στην περίπτωση, όμως, της πρόσφατης ελληνικής πραγματικότητας, το σοκ της εν ψυχρώ δολοφονίας του Παύλου Φύσσα δεν ήταν αρκετό για να συνεφέρει εκείνο το τμήμα της ελληνικής κοινωνίας που ψήφισε την Χρυσή Αυγή στις εθνικές εκλογές του Μαΐου-Ιουνίου 2012 αλλά και στις τοπικές εκλογές του Μαΐου 2014.
Ο πυρήνας αυτού του εκλογικού σώματος συνέχιζε να αναδεικνύει την Χρυσή Αυγή με υψηλά ποσοστά, και της πρόσφεραν την 3η θέση στις τότε Ευρωεκλογές. Το δικό μας “Τρίτο Κύμα” είχε παγιωθεί εκλογικά ως “Τρίτο Κόμμα” και οι μόνοι που φαίνεται να μην ξεχασαν τον δολοφονημένο Παύλο είναι οι καλλιτέχνες φίλοι του που μέσα από τα τραγούδια που έγραψαν για εκείνον δεν ζητούν εκδίκηση αλλά δικαιοσύνη και, κυρίως, ειρήνη.
Η δολοφονία Φύσσα έκανε φανερό ότι η οργάνωση δεν ήταν απλά ένα πολιτικό κόμμα με ακραίες ιδέες, αλλά μια συστηματικά οργανωμένη «μηχανή βίας», ικανή να χτυπήσει στοχευμένα πολίτες.
Δεν ήταν όμως μόνο το έγκλημα σε κοινή θέα που πυροδότησε τις εξελίξεις. Ήταν και η κοινωνική οργή, ο διεθνής αντίκτυπος – ακόμη και η πολιτική ισχύς που αποκτούσε η Χρυσή Αυγή εμφανιζόμενη ως «αντισυστημική δύναμη» και αποκτώντας σημαντική εκλογική επιρροή, που ανάγκασαν την τότε κυβέρνηση Σαμαρά να αναλάβει αποφασιστική πολιτική δράση.
Η κυβέρνηση επέλεξε να κινηθεί θεσμικά, σε συνεργασία με τη Δικαιοσύνη και τις διωκτικές αρχές, προκειμένου να αποδείξει ότι το κράτος δικαίου μπορεί να αντιμετωπίσει ακόμη και μια δύναμη που είχε εκλεγεί στο Κοινοβούλιο.
Ενδεικτικό των ημερών το μήνυμα του Αντώνη Σαμάρα ότι «δεν θα επιτρέψει στους επιγόνους των Ναζί να δηλητηριάζουν την πολιτική ζωή και να υποσκάπτουν τα θεμέλια της χώρας που γέννησε τη δημοκρατία»
Η δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015 και εξελίχθηκε σε μια διαδικασία με πάνω από 450 συνεδριάσεις, που διήρκεσε πάνω από πεντέμισι χρόνια.
Στο εδώλιο κάθισαν 69 κατηγορούμενοι, ανάμεσά τους όλη η κοινοβουλευτική ομάδα του 2012.
Το κατηγορητήριο περιλάμβανε διεύθυνση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, ανθρωποκτονία και σειρά επιθέσεων.
Η ακροαματική διαδικασία σημαδεύτηκε από έντονες στιγμές. Ο Γιώργος Ρουπακιάς παραδέχθηκε τη δολοφονία, αλλά προσπάθησε να την εμφανίσει ως «προσωπική υπόθεση».
Στελέχη της Χρυσής Αυγής αρνήθηκαν κάθε σχέση με τα «τάγματα εφόδου», με τον Ηλία Κασιδιάρη να προκαλεί συχνά με επιθετικές τοποθετήσεις απέναντι σε μάρτυρες και δημοσιογράφους.
Στις 7 Οκτωβρίου 2020, το δικαστήριο με μια ιστορική απόφαση έκρινε τη Χρυσή Αυγή εγκληματική οργάνωση.
«Όχι άλλο αίμα, όχι πόλεμος και μίσος, το αυτονόητο ξεχάσαμε και έγινε γρίφος.»


