Ήρθαν τα Χριστούγεννα, ήρθε και το Κατερινιώ. Το
κοριτσόπουλο αυτό είναι μια Καλαματιανή αστεφάνωτη, φίλη φίλου και καλά. Μέχρι
εδώ ουδέν πρόβλημα, Σαγκάη θέλει για τα τρίγωνα κάλαντα, ας την έχει.
Τον δικό μου άντρα να τον αφήσεις σε ησυχία, γλυκιά
μου.
Ξεματιάσματα και βασκανίες με φωτάκια και μπαλίτσες να
κρέμονται ολούθε. Εγώ ξεματιάζω έτσι, όχι έτσι, όπως έλεγε και ο συγχωρεμένος.
Τον οποίο και θα γνωρίσεις σύντομα αν δεν αφήσεις τον ‘Εντγκαρ στα δικά μου
κρεβάτια, τώρα που έπιασαν τα κρύα. Και ξέρεις, σαν την κατάθλιψη των
καταραμένων Χριστουγέννων, δεν έχει. Χρόνια πολεμάω να σταυρώσω σερνικό στις
γιορτές, να κόψω το χάπι.
Να αρχίσω το άλλο.
Σε λίγες μέρες θα μείνω μόνη. Όλοι έχουν κάπου να
πάνε. Τα μανάρια μου, θα μου λείψουν. Θέλω μονάχα να μείνω με τους μοναχούς των
ημερών, να ημερέψουμε την ψυχούλα μας, για σας είμαι παρούσα και θα σας κάνω
παρέα νοερά. Το Ριτάκι δεν γουστάρει καταθλίψεις, η ζωή είναι ένας κομμένος
οργασμός με άχρηστο γκόμενο και παραμένουμε εδώ μέχρι τα σκέλια μας να
γνωρίσουν πεισματικά τον επόμενο. Στη μοναξιά, χουχούλιασε. Πότισε τα λουλούδια
που άφησαν οι άλλοι πίσω. Πλύνε τα πιάτα που ρημάζουν 10 ημέρες. Τράβα μια
μαλακία. Βάλε τέρμα τα κάλαντα σε απόδοση Φραγκούλη-Νταλάρα και πήδα τη
γειτονιά. Διάβασε ένα βιβλίο. Πάρε τους πρώην και ρίχνε κατάρες για γενετήσιες
δυσλειτουργίες. Βάλε πινακίδες στους δρόμους ‘Βηθλεέμ’, ‘Φάτνη’, ‘Μαιευτήριο’,
‘Γκέι γάμος’. Σκέψου τη Ρίτα, μόνη δίχως το απρόσμενο στεφάνι της και ταυτίσου
στο δράμα να έχει το μωρό στη Γκουανταλαχάρα.
Κατερινιώ μου, καλά σου Χριστούγεννα, και το ‘14 με
άντρα χρυσό, καλή ώρα.