Nymphomaniac. Από τον τίτλο της και μόνο η ταινία αποκαλύπτει το κύμα αντιδράσεων που την έχουν ακολουθήσει. Για άλλους είναι έργο τέχνης και για άλλους μια πορνογραφική ταινία χωρίς ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία. Σε όποια και από τις δύο πλευρές και να τάσσεται κανείς –ακόμα και αν δεν τάσσεται σε καμία από αυτές- όταν ακούει πως πρόκειται για μια ταινία που ερευνά την ερωτική ζωή μιας γυναίκας από την ηλικία μηδέν έως την ηλικία των πενήντα περιμένει να δει ένα κινηματογραφικό κείμενο που διάκειται είτε εχθρικά είτε φιλικά στην αναμφίβολα ιστορικά πολύπαθη γυναικεία σεξουαλικότητα. Ο Δανός δημιουργός της, Lars von Trier έχει κατηγορηθεί για τις μισογυνιστικές του αναφορές στον αιρετικό και σκοτεινό Antichrist. Μήπως τελικά το Nymphomaniac λειτουργεί ως διάψευση αυτών των κατηγοριών ή ίσως παρά την επιφανειακή του επαναστατικότητα αναφορικά με τον θηλυκό ερωτισμό αποτελεί ένα κείμενο που υπακούει στους κανόνες της πατριαρχικής κοινωνίας;
Η Joe, την οποία υποδύεται η Charlotte Gainsbourg στο παρόν της αφήγησης και η Stacy Martin στο παρελθόν, βρίσκεται χτυπημένη σε ένα σοκάκι, όταν ένας μεσήλικος άνδρας, ο Seligman (Stellan Skarsgard) την εντοπίζει, την μεταφέρει σπίτι του και τη φροντίζει. Η Joe έχει αυτό-διαγνωστεί ως νυμφομανής, δηλαδή θεωρεί τον εαυτό της εθισμένο στο σεξ. Σταδιακά αρχίζει να διηγείται στον πολυδιαβασμένο άνδρα τις ερωτικές της εμπειρίες από την προεφηβική ηλικία, όταν άρχισε να βιώνει τις πρώτες σεξουαλικές ορμές, μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Η ταινία με μια επιφανειακή πρώτη ματιά μοιάζει να αποτελεί έναν ύμνο ή ακόμα κι ένα έπος για τη γυναικεία σεξουαλικότητα, καθώς αποτελεί το μοναδικό ίσως κινηματογραφικό κείμενο που εκτείνεται στις ερωτικές επιθυμίες ενός θηλυκού χαρακτήρα σε τέτοιο βαθμό. Στο
Nymphomaniac το σεξ μοιάζει να αποτελεί ταυτόχρονα το κίνητρο της ηρωίδας, την επιθυμία της και την ανάγκη της. Ωστόσο, αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι απόλυτα ακριβής. Η σφοδρή επιθυμία της Joe για σεξ την έχει φέρει σε αδιέξοδο, θέλει να απαλλαγεί από αυτό, θέλει να ζήσει χωρίς την επιρροή του στη ζωή της. Έχει κουραστεί να το αποζητά και αισθάνεται ενοχές για τους ανθρώπους που έχει εκμεταλλευτεί ή πληγώσει μέσω αυτού.
Και πράγματι, η έντονη σεξουαλική της επιθυμία έχει πληγώσει ανθρώπους και κυρίως, την ίδια. Αρχικά, αφήνει το παιδί της μόνο στο σπίτι για ώρες ώστε εκείνη να βιώσει BDSM σεξουαλικές πρακτικές, μια συνήθεια που είναι σχεδόν μοιραία για το παιδί. Έτσι, εγκαταλείπει τον Jerome (Shia LeBeouf) και το παιδί τους. Ένα χρόνο μετά την εγκατάλειψη της οικογένειάς της, ανακαλύπτει ότι έχει μείνει έγκυος από κάποιον εραστή της. Η πρώτη της αντίδραση είναι να ζητήσει από το γιατρό της να αφαιρέσει το έμβρυο, αλλά για την έκτρωση απαιτείται η συγκατάθεση ψυχίατρου. Η Joe συγκρούεται με τον ψυχίατρο και δεν καταφέρνει να πάρει την πολυπόθητη έγκριση. Εντούτοις, αντί να δοκιμάσει ξανά να επικοινωνήσει με κάποιον ειδικό αποφασίζει να αφαιρέσει η ίδια το έμβρυο που έχει μέσα της τιμωρώντας βάναυσα τον εαυτό της. Στη συνέχεια, σε μια προσπάθεια να απαρνηθεί τη φύση της πηγαίνει σε μια ομάδα απεξάρτησης από τον εθισμό στο σεξ. Εκεί δίνει έναν λόγο μέσα από τον οποίο μένει ειλικρινής απέναντι στις επιθυμίες και τη φύση της αφενός, αφετέρου τοποθετεί τον εαυτό της σ' ένα υψηλότερο βάθρο από όλες τις άλλες γυναίκες της ομάδας υποτιμώντας τις ίδιες και τις σεξουαλικές τους ψυχώσεις.
Επομένως, ναι μεν η ηρωίδα είναι μία έντονα σεξουαλική γυναίκα, αλλά ταυτόχρονα βρίσκεται σε πολλά σημεία της ταινίας σε σύγκρουση με τον εαυτό της και τη σεξουαλική της φύση. Τη μια στιγμή, φαίνεται να αποδέχεται τον εαυτό της και τον ερωτισμό που επιζητά και την άλλη, προσπαθεί να ξεφύγει από τον ίδιο της τον εαυτό. Σε κάθε περίπτωση, δύσκολα μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι πρόκειται για μια γυναίκα που αγαπά ή έστω αποδέχεται ολοκληρωτικά τη σεξουαλικότητά της. Περισσότερο έχει την ανάγκη να ξεφύγει από αυτή και να βιώσει συγχώρεση για τη φύση της. Αυτή η συγχώρεση προέρχεται από έναν άνδρα, τον Seligman, ο οποίος κάνει ασυνάρτητες παρομοιώσεις για τις ερωτικές της εμπειρίες με σκοπό, όχι μόνο να δικαιολογήσει τις επιλογές της, αλλά και για να τις εξυμνήσει. Για παράδειγμα, όταν η ηρωίδα κάνει πρώτη φορά σεξ στη ζωή της και ο Jerome μπαίνει μέσα της δύο φορές από μπροστά και πέντε από πίσω, ο Seligman παρομοιάζει τους αριθμούς της διείσδυσης με αριθμούς Fibonacci· μια επιεικώς ασύνδετη παρομοίωση. Σε αυτό το σημείο, ο Eric Sesson θέτει ένα πολύ ενδιαφέρον ερώτημα. Μήπως ο Trier κοροϊδεύει τον τρόπο που οι άνδρες προσπαθούν να δώσουν έναν διανοητικό χαρακτήρα στη γυναικεία σεξουαλικότητα;
Από την άλλη, η Joe είναι ένας θηλυκός χαρακτήρας που επιζητεί δυναμικά τη σεξουαλική της ικανοποίηση. Στην ιστορία του κινηματογραφικού μέσου έχουμε συνηθίσει τις γυναίκες σε στάση σεξουαλικά παθητική, να αναμένουν τον ενεργητικό αρσενικό παράγοντα. Η Joe δεν είναι έτσι. Κατά τις ερωτικές σκηνές απαιτεί την σεξουαλική της ικανοποίηση χωρίς δισταγμό ή ντροπή. Σύμφωνα με τη Laura Mulvey η γυναίκα στον κινηματογράφο ορίζεται ως θέαμα ή ως αυτό που η ίδια ονομάζει «to-be-looked-at-ness» (υπάρχω, για να με κοιτούν) και επιπλέον, σε ένα κόσμο που χαρακτηρίζεται από σεξουαλική αστάθεια, η απόλαυση του να κοιτάζεις έχει χωριστεί μεταξύ αυτής του ενεργητικού/άνδρα και της παθητικής/γυναίκας. Ακόμη, ο Steve Neale έχει διατυπώσει πως το ερωτικό συστατικό του βλέμματος-κοινού και χαρακτήρων- τείνει συνεχώς να εκτοπίζεται από το αρσενικό προς το θηλυκό, δηλαδή σε εκείνο το οποίο είναι ήδη ιδεολογικά ορισμένο και αποδεκτό ως ένα μη προβληματικό σεξουαλικό αντικείμενο. Σε αυτήν την εκτίμηση η πατριαρχία δε θεμελιώνει τόσο πολύ τη γυναίκα ως σεξουαλικό αντικείμενο στον κινηματογράφο όσο προσφέρει το θηλυκό σώμα σαν μια αποδεχούμενη και αποδεκτή εικόνα, η οποία εκτρέπει το ερωτικό στοιχείο στη σκοποφιλική τροχιά. Κι όμως, στην ταινία τόσο από σκηνοθετικής όσο και από σεναριακής άποψης, η Joe καταρρίπτει τον θηλυκό αδρανή ρόλο και δεν αποτελεί τον μοναδικό αποδέκτη του ερωτικού βλέμματος, καθώς οι άνδρες εραστές της καθίστανται επίσης σεξουαλικά ορισμένοι, αν και όχι σε όλες τις σεξουαλικές σκηνές.
Αναμφίβολα, υπάρχουν σκηνές που μοιάζουν να έχουν δημιουργηθεί μέσα από στερεοτυπικά ανδρικές φαντασιώσεις. Η σκηνή που η νεαρή Joe και η φίλη της αναζητούν επιβάτες στο τρένο, για να τους ικανοποιήσουν σεξουαλικά και η στιγμή που η έφηβη ηρωίδα φορώντας σχολική ενδυμασία ικανοποιεί τον εαυτό της με σχολικά είδη που εύκολα μπορούν να ειδωθούν ως φαλλικά σύμβολα είναι σκηνές που επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση.
Συμπερασματικά, το
Nymphomaniac μπορεί να θέτει στο επίκεντρο τη γυναικεία σεξουαλικότητα, αλλά αυτή είναι ως επί το πλείστον ορισμένη μέσα από αρσενικό πρίσμα. Μια γυναίκα που επιζητεί και ορίζει ολόκληρη τη ζωή της γύρω από το σεξ σίγουρα δεν είναι ένα κλασικό κινηματογραφικό θέμα και η ταινία προβάλλει ένα ζήτημα που ακόμη και στη σύγχρονη κοινωνία είναι ταμπού. Από την άλλη, η ηρωίδα βρίσκεται συνεχώς σε σύγκρουση με τον εαυτό της και επιζητεί λύτρωση και συγχώρεση για τη σεξουαλική της φύση. Αυτή η συγχώρεση δίνεται από έναν α-σεξουαλικό ήπιων τόνων μεσήλικο και πολυδιαβασμένο άνδρα που επιχειρεί ασαφείς παρομοιώσεις φιλοσοφικού, θρησκευτικού και επιστημονικού περιεχομένου με κάθε σεξουαλική εμπειρία της Joe. Η ταινία δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί στο σύνολό της φεμινιστική, καθώς μια φεμινιστική προσέγγιση θα αποζητούσε μια γυναίκα ηρωίδα που απολαμβάνει το σεξ, αλλά δεν νιώθει ενοχές για αυτό, που εκφράζει πως χρειάζεται αγάπη στη ζωή της και δεν την παραγκωνίζει σε κάθε ευκαιρία, που νιώθει ότι ανεξάρτητα με την ενεργή σεξουαλικότητά της μπορεί να δώσει και να αποδεχτεί αγάπη.