Με την ερμηνεία και τη σκηνοθετική επιμέλεια του Φώτη Μακρή, το άδειο κιβώτιο μετατρέπεται σε προθάλαμο της υπαρξιακής αναζήτησης.
Βρισκόμαστε στο 1949, όταν οι συρράξεις του ελληνικού εμφυλίου πολέμου έφταναν στο τέλος τους. Το Γενικό Αρχηγείο αναθέτει μία αποστολή υψηλού κινδύνου, αλλά και υψίστης σημασίας, σε 35 αντάρτες: σκοπός τους είναι να μεταφέρουν ένα κιβώτιο από την πόλη «Ν» στην πόλη «Κ», η οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο των κομμουνιστών. Η επιτυχία της αποστολής θα καθόριζε και την έκβαση του πολέμου. Αν το κιβώτιο έφτανε στον προορισμό του, οι αντάρτες θα κέρδιζαν τον πόλεμο. Σε αντίθετη περίπτωση, η ήττα του Δημοκρατικού Στρατού θα διαφαινόταν σίγουρη. Οι αντάρτες υπάκουσαν αυτοβούλως στην εντολή του Γενικού Αρχηγείου και ξεκίνησαν το πολυήμερο ταξίδι τους προς την πόλη «Κ» και προς την τελική νίκη. Λόγω της υψηλής σημασίας που αποδιδόταν στην επιχείρηση, πας βραδυπορών έπρεπε να θανατωθεί πίνοντας κυάνιο. Η ομάδα των 35 ανταρτών άρχιζε σταδιακά να αποδεκατίζεται: οι αναγκαστικοί κυανισμοί, οι εκτελέσεις μελών της ομάδας με την κατηγορία της προδοσίας, οι ένοπλες συγκρούσεις και οι βομβαρδισμοί εξαφάνισαν το ανθρώπινο δυναμικό, με αποτέλεσμα ο πρωταγωνιστής του βιβλίου να απομείνει μόνος του. Παρότι εξουθενωμένος, κατορθώνει να φτάσει στην πόλη και να παραδώσει άθικτο το κιβώτιο. Η υποδοχή, ωστόσο, που του επιφύλασσαν οι διοικούντες δεν ήταν ανάλογη της αυταπάρνησης που επέδειξε ο εναπομείνας αντάρτης. Αντιθέτως, μάλιστα, κατηγορήθηκε για δολιοφθορά και προδοσία, καθώς το κιβώτιο ήταν άδειο.
Ο Άρης Αλεξάνδρου βιοποριζόταν ως μεταφραστής, αλλά, παράλληλα, έγραφε δοκίμια και ποιήματα. Το
Κιβώτιο αποτελεί το μοναδικό του μυθιστόρημα, το οποίο ολοκληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του '70 (είκοσι και πλέον χρόνια μετά το τέλος του εμφύλιου πολέμου) και εκδόθηκε το 1975. Με το βιβλίο αυτό επιχειρεί να φανερώσει και να καταγγείλει τον αχανή κομματικό μηχανισμό. Η εξουσία, ακόμα και αν ισχυρίζεται ότι μάχεται για την ελευθερία, την ανθρώπινη αλληλεγγύη και την ανατροπή του βάρβαρου status quo, δεν παύει να είναι καταπιεστική. Η απογοήτευση που βίωσε ο συγγραφέας ως εξόριστος στον Μούδρο, στη Μακρόνησο, στον Άγιο Ευστράτιο, αλλά και η διαγραφή του από το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν οι βασικές αφορμές για τη δημιουργία του Κιβωτίου. Ο Αλεξάνδρου θυσιάστηκε για τις ιδέες του, όπως θυσιάστηκε και ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου. Το τίμημα ήταν βαρύ για έναν άνθρωπο που υπάκουε στην κομματική ντιρεκτίβα. Κατά την περίοδο, άλλωστε, της συγγραφής του βιβλίου και πιο συγκεκριμένα το 1968, ο Αλεξάνδρου ένα άρθρο στο περιοδικό της Νέας Αριστεράς Πολιτική με το ψευδώνυμο Αντύπας Νετραλίτης (από την αγγλική λέξη neutral, που σημαίνει «ουδέτερος»), υποδηλώνοντας την αποστασιοποίηση και αποστροφή του για τις Μεγάλες Δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης. Ενάντια, επομένως, στον σταλινισμό και τον σοβιετικό κομμουνισμό, ο Αλεξάνδρου αισθάνθηκε να εκφράσει με το Κιβώτιο όλους εκείνους τους συντρόφους που είδαν τα οράματα και τις ελπίδες τους να ματαιώνονται.
Η θεατρική διασκευή αυτού του συγγραφικού οροσήμου για τη Νεοελληνική Λογοτεχνία πραγματοποιήθηκε από τον Φώτη Μακρή, ο οποίος υποδύεται τον κεντρικό πρωταγωνιστή και είχα την ευκαιρία να την παρακολουθήσω στο Θέατρο Αυλαία. Το θεατρικό Κιβώτιο διανύει φέτος την τρίτη του σεζόν και συνιστά μία από τις κορυφαίες θεατρικές μεταφορές λογοτεχνικών έργων τα τελευταία χρόνια στη χώρα. Και όχι άδικα. Ο ίδιος έχει γνωστοποιήσει πολλάκις στο παρελθόν τις αριστερές του πεποιθήσεις και με αφορμή τα γεγονότα που συντελέστηκαν στην ελληνική πολιτική σφαίρα μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, πήρε την απόφαση να εκφράσει το δικό του αίσθημα προδοσίας. Επί σκηνής βλέπουμε το κεντρικό πρόσωπο του έργου να βρίσκεται στο μισοσκότεινο κελί του και να επιχειρεί να φέρει στη μνήμη του όλες τις λεπτομέρειες από την έναρξη της «αποστολής αυτοκτονίας» μέχρι τη σύλληψη και ανάκρισή του. Ο Φώτης Μακρής επιτυγχάνει απνευστί να φέρει εις πέρας ένα πολύ δύσκολο κείμενο επί περίπου 80 λεπτά. Οι ρεαλιστικές κινήσεις, οι εξάρσεις, η φυσική απελπισία, η εναλλαγή του λεκτικού ρυθμού, η μετάβαση από τον πρωταγωνιστή σε άλλα πρόσωπα του βιβλίου καταδεικνύουν την επιτυχία της παράστασης. Ο ηθοποιός δεν έχει εισχωρήσει μόνο στον πυρήνα του βιβλίου, αλλά με τα προσωπικά του βιώματα κατανοεί την ψυχοσύνθεση του Αλεξάνδρου, ενώ οι μονόλογοί του αποτείνονται στον θεατή ως μία μικρή πραγματεία περί της ύπαρξης.
«Το Κιβώτιο» του Άρη Αλεξάνδρου παίζεται για τρίτη χρονιά στο Studio Μαυρομιχάλη, Αθήνα
Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής, Κλεοπάτρα Τολόγκου
Σκηνογραφία: Διονύσης Μανουσάκης
Μουσική: Γιώργος Νινιός
Ηθοποιός: Φώτης Μακρής