Section: Special Screenings
Το 59ο Φ.Κ.Θ. φιλοξενεί την ταινία του Jan Svankmajer με τίτλο «Έντομο», η οποία κατάφερε επιτέλους να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2018 με τη βοήθεια χιλιάδων ανά τον κόσμο θαυμαστών, οι οποίοι στήριξαν το έργο οικονομικά, μέσα από τη διαδικτυακή καμπάνια που ξεκίνησε η εταιρεία παραγωγής. Πρόκειται για την τελευταία ταινία του μεγάλου Τσέχου δημιουργού, ο οποίος έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του στον χώρο του κινηματογράφου μισό αιώνα πριν, με μικρού μήκους κινούμενα σχέδια. Μέσα από ταινίες όπως το «Alice» (1988) και το «Little Otik» (2000), κατάφερε να αναδειχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες κινουμένων σχεδίων του 20
ου αι. Τον θαυμασμό τους, όπως και την επιρροή που τους έχει ασκηθεί από το έργο του, έχουν εκφράσει διάφοροι σπουδαίοι καλλιτέχνες του κινηματογράφου, όπως ο Terry Gilliam, οι αδερφοί Quay και ο Guillermo del Toro.
Έγινε γνωστός χάρη στον ιδιαίτερο σουρεαλισμό που διακρίνει τη φιλμογραφία του, ο οποίος ευθύνεται για μία ατμόσφαιρα σκοτεινή, εφιαλτική αλλά συγχρόνως και κωμική. Η τεχνική του stop-motion πρωταγωνιστεί στα έργα του, άλλα όχι μόνο. Βασικά χαρακτηριστικά της προσέγγισής του, όσον αφορά τη τεχνική του stop-motion, είναι ο κυρίαρχος ρόλος του claymation (κινούμενα σχέδια με πηλό) και των έντονων, σκληρών ήχων. Συχνά στις ταινίες του τον πρώτο ρόλο έχουνε άψυχα αντικείμενα, τα οποία αποκτούν ενδιαφέρον, «ψυχή» και χαρακτήρα (δίχως όμως να χάνουν τις πρωταρχικές τους ποιότητες), δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο μοναδικούς φανταστικούς κόσμους που δεν έχουμε ξαναδεί.
Το «Έντομο» είναι βασισμένο εν μέρει στο ομώνυμο θεατρικό έργο των αδερφών Čapek. Στη πραγματικότητά όμως, η διασκευή του κειμένου αυτού δεν είναι παρά μόνο μία πτυχή της αφήγησής της. Όπως και το θεατρικό, έτσι και η ταινία έχει τους ίδιους πρωταγωνιστές: τον κ. Γρύλο και τη γυναίκα του (Jaromír Dulava και Kamila Magálova), τη σφήκα (Jan Budar), το σκαθάρι (Jirí Lábus), το παράσιτο (Norbert Lichy) και τη κάμπια (Ivana Uhlírová). Ωστόσο, δεν παρακολουθούμε απλώς μία κινηματογραφική μεταφορά του έργου των αδερφών Čapek, αλλά έναν θίασο, ο οποίος κάνει πρόβες για να ανεβάσει αυτό το έργο στη σκηνή. Καθώς προσπαθούν να ετοιμαστούν για τη παράσταση, τα όρια μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας θολώνουν, σε σημείο που καταλήγουν να έχουν παραισθήσεις και να αφομοιώνουν χαρακτηριστικά των εντόμων-ρόλων τους. Επίσης, θολά καθίστανται και τα όρια μεταξύ ταινίας και πραγματικότητας: καθώς εξελίσσεται η αφήγηση, συχνά διακόπτεται από τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς, οι οποίοι/ες μιλούν άμεσα προς το κοινό, ενώ συγχρόνως μας αποκαλύπτεται η δημιουργική διαδικασία, πίσω από τη παραγωγή της ταινίας.
Κεντρικό θέμα παραμένει η μισανθρωπία και ο σατυρικός χαρακτήρας του θεατρικού, το οποίο, γραμμένο προ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, σχολιάζει τη καθημερινότητα μετά το τέλος του Πρώτου. Το έργο όμως, όπως παρατηρεί και εντός της ταινίας ο Svankmajer, λειτουργεί σατυρικά και προς το μέλλον, δίχως να το γνωρίζει, και η ταινία επικεντρώνεται στην αποκάλυψη αυτής της αλήθειας. Εδώ οφείλεται και η αυτοαναφορικότητά της. Το «Έντομο» προσπαθεί να καταδείξει πως ο άνθρωπος δεν διαφέρει από ένα έντομο, η κοινωνία δεν διαφέρει από μία αποικία μυρμηγκιών, και οποιαδήποτε δημιουργική διαδικασία (όπως η παραγωγή μίας ταινίας) καταντά εξίσου μάταιη, όπως η ζωή μερικών εντόμων.
Η ταινία μοιάζει απαισιόδοξη, αλλά είναι μάλλον απαισιόδοξα αισιόδοξη, κατά κάποιον παράδοξο τρόπο. Ακόμα και αν αποδέχεται πως το νόημα απουσιάζει από τη ζωή, αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να είναι απολαυστική ή, μέσω της δημιουργίας, να οδηγήσει στην ευτυχία, σε μία «όμορφη μέρα», όπως καταλήγει και το ίδιο το έργο. Από τη μία, το «Έντομο» μοιάζει να μην έχει απώτερο σκοπό, μία δύναμη που να θέτει σε κίνηση την αφήγησή του, η οποία συνεπώς φαντάζει κάπως σταθερή. Παρ' όλα αυτά, το νόημά του (δίχως να είμαι σίγουρος για τον χαρακτήρα του) είναι καλά κρυμμένο, κάτω από τα πολλαπλά επίπεδα σουρεαλισμού και αυτοαναφορικότητας, κρατώντας τοιουτοτρόπως τον/την θεατή προσηλωμένο/η. Αποτελεί πράγματι ένα ξεχωριστό δείγμα σουρεαλιστικού κινηματογράφου, το οποίο κλείνει δυναμικά τη καλλιτεχνική πορεία του Svankmajer και με βεβαιότητα θα ικανοποιήσει το κοινό στο οποίο απευθύνεται μία πειραματική ταινία, όπως αυτή.
Η επόμενη προβολή θα είναι στις 7/11, 15:30, στην αίθουσα Σταύρος Τορνές.