Καθώς γλιστράμε γλυκά
στο καλοκαίρι με μια φέτα καρπούζι και λίγο κρύο καφέ στο ποτήρι, θυμόμαστε τον
Ακίρα Κουροσάβα και τη μελωδία του τραγουδιού στο τέλος της ταινίας του Η
ζωή είναι τόσο μικρή να παίζεται με ένα φλάουτο. Βγάλαμε και τον φετινό
χειμώνα, αντέξαμε, ακουμπώντας ο ένας στον άλλο, λίγο, όχι πολύ, όσο να τον
στηρίξουμε, χωρίς να πέσει, όσο να στηριχτούμε, χωρίς να πέσουμε, πατώντας πάνω
στα βήματά μας με ρεζίλιανς. Το φετινό καλοκαίρι θα το αντέξουμε από ότι
φαίνεται, γιατί είναι λίγο πιο φτηνό από το χειμώνα, γιατί πιάσαμε πια οριστικά
πάτο και γιατί θα βοηθήσουν και οι εκατομμύρια τουρίστες που έρχονται να δουν
από κοντά την πανάρχαια ασθενή χώρα που αρχίζει να συνέρχεται,
ανακεφαλαιοποιώντας τα όνειρά της…
Διάλεξα
να προβάλλω νοερά στο γιουτιούμπ του μυαλού μας τέσσερις πέντε σκηνές
από μεγάλες, πολύ μεγάλες ταινίες που είδαμε πριν πενήντα περίπου χρόνια και
που τώρα πια, σε μιαν άλλη ηλικία, καταλαβαίνουμε το βαθύ τους νόημα.
Α. Στην ταράτσα του κάζα
Μαλαπάρτε στο Κάπρι, ο Γκοντάρ γυρίζει την τελευταία σκηνή της ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗΣ,
όπου ο Οδυσσέας, ναι, αυτός ο δικός μας, αντικρίζει την Ιθάκη με ένα κάθετο
τράβελινγκ.
Β. Τελειώνει το ΟΚΤΩΜΙΣΥ
του Φελίνι και είναι φανερό ότι δεν τελειώνει, ο Μαστρογιάννι είναι
πανικόβλητος, οι δημοσιογράφοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα, καλή ώρα… νυχτώνει και
μια ομάδα κλόουν αρχίζει με μουσική Νίνο Ρώτα.
Γ. Μια νεαρή κοπέλα
βγαίνει από ένα μεγάλο αμερικάνικο αυτοκίνητο, απέναντί της ανατινάζεται επί
πέντε λεπτά, με μουσική πινκ φλόιντ, ένα ολόκληρο συγκρότημα με τηλεοράσεις και
ψυγεία, μπαίνει στο αυτοκίνητο και απομακρύνεται, ενώ ο ήλιος δύει.
Δ. Η μηχανή αιωρείται
πάνω σε έναν τεράστιο, αόρατο γερανό και βγαίνει από το δωμάτιο του ΡΕΠΟΡΤΕΡ Τζάκ
Νίκολσον στην αλάνα, μπροστά στο χοτέλ ντε λα γκλόρια, περνώντας μέσα από τα
κάγκελα του παραθύρου.
Ε. Ξαφνικά, ένα τρίκυκλο,
σε ασπρόμαυρο γύρισμα, περιφέρεται στην Αθήνα της νύχτας, όλα φαίνεται να έχουν
τελειώσει στην ΕΥΔΟΚΙΑ του Δαμιανού, αλλά εμείς έχουμε προλάβει- 1972-
και έχουμε δει την ταινία.
Όλα αυτά είναι φινάλε
που όμως δεν τελειώνουν, ανατινάξεις που κλείνουν κύκλους, αποτυχίες ταινιών
που τότε δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε, ήμασταν έφηβοι σε μια Ελλάδα πρόωρα
πλούσια, ασυνείδητα ευτυχισμένη.
Εμείς είμαστε με τον Φριτς
Λανγκ που πάντα τελειώνει ότι αρχίζει, με τους κλόουν που συνεχίζουν στο
κατεστραμμένο σκηνικό, με την κοπέλα στο Ζαμπρίνσκι Πόιντ του ΑΝΤΟΝΙΟΝΙ που
απομακρύνεται, με το μικρό φιατάκι τσινκουετσέντο που φεύγει προς την ανατολή… με
την ΕΥΔΟΚΙΑ και τον λοχία που επέζησαν τελικά…