Στο [email protected] όσα θέλεις να μας πεις.
Εξω.στης πόλης τα στενά
Διαβάζετε ακούγοντας: The BitterSweet Symphony – The Verve
Περπατάς στην πόλη. Στους μεγάλους δρόμους, στα στενά. Η φασαρία σου πέρνει το κεφάλι. Φοράς ακουστικά και ξεκινάς. Παρατηρείς, σκέφτεσαι, αντιδράς. Ζεις το δικό σου videoclip.
Πέμπτη πρωί, γύρω στις 11.00. Έχοντας τελειώσει τις βασανιστικές επισκέψεις σε τράπεζες και δημόσιες υπηρεσίες, εξαντλώντας την υπομονή μου σε ουρές και αδειάζοντας το πορτοφόλι πληρώνοντας λογαριασμούς, νοιώθω ήδη πτώμα.
Φορώ ακουστικά στα αυτιά, βάζω την αγαπημένη συχνότητα στο ραδιόφωνο του κινητού, καφέ σε πλαστικό και ξεχύνομαι στους δρόμους της πόλης. Μία βόλτα πριν το γραφείο είναι πάντα αναζογωνητική.
Από τη στιγμή που βγαίνω στους δρόμους όλα σταματούν. Δεν υπάρχει χώρος, χρόνος, μόνο αφετηρία και τερματισμός. Βυθίζομαι στις σκέψεις μου και δεν αντιλαμβάνομαι καν ότι άρχισε να ψιλοβρέχει. Κόσμος περπατάει δίπλα μου, στην ίδια κατεύθυνση αλλά και αντίθετα. Πολλές φορές με αγγίζει, με σκουντά, με προσπερνά. Φαντασιώνομαι δε πολλές φορές ότι βρίσκομαι σε video clip. Όλοι δίπλα κομπάρσοι εξυπηρετούν τη δική μου φαντασίωση. Τι ψώνιο ε; Πολλά σενάρια παίζουν κάθε φορά στο μυαλό μου. Σε κάποια έχω αναμειχθεί με το πλήθος γιατί με κυνηγά η αντικατασκοπεία… που και που ρίχνω και καμιά ματιά πίσω μην τυχόν με ακολουθούν. Σε άλλα είμαι απλά ο Richard Ashcroft των Verve που περπατά χωρίς να δίνει φράγκο για το ποιος περνά δίπλα του. Εξαρτάται πάντα κι από το τραγούδι που ακούς…
Μέχρι που – ε ναι σιγά που δεν θα συνέβαινε- κάποιος θα φρενάρει απότομα μπροστά μου και θα με εκνευρίσει. Να πάρει η οργή ρε φίλε. Αποσυντονίζομαι και ξυπνάω. Μου το χάλασε και τώρα άντε να το βρω. Επιστροφή στην πραγματκότητα και προσγείωση στη λογική. Αντιλαμβάνομαι ότι η ψιλή βροχή άρχισε να γίνεται πιο έντονη. Τρέχουν όλοι απο δω κι απο κει και δεν λογαριάζουν ποιον σπρώχνουν. Σιγά ρε άνθρωπε δεν θα λιώσεις κιόλας. Αλλά αντε αυτό να το καταλάβω, βιάζεται ο άλλος μη βραχεί, δεν γουστάρει ρε παιδί μου. Αλλά το άλλο; Το άλλο το καταπληκτικό; Αυτό που όλες οι μαντάμες περπατούν με την ομπρέλα στο χέρι αλλά…κάτω απο το υπόστεγο. Σιγά κυρά μου, που να πάω εγώ που δεν προνόησα και δεν έχω ομπρέλλα;
5 λεπτά κρατάει η βροχή και μετά βγαίνει ένας ήλιος να με το συμπάθειο. 5 λεπτά και ο πανικός. Για να ηρεμήσω πέρνω και μια τυρόπιτα και κάθομαι σε μια γωνιά από ένα παγκάκι, που είχε ήδη στεγνώσει. Βάζω πάλι τα ακουστικά και κοιτώ γύρω μου. Τον κουλουρτζή στη γωνία που βγάζει το ναϋλον από τα κουλούρια και σπρώχνει το καρότσι έξω από το υπόστεγο, μια παρέα παππούδες που καπνίζουν ανέμελοι, κάτι αλάνια που τσαλαβουτούν σε μια λακούβα(από τις πολλές) με νερό και ένα ζευγάρι εικοσάρηδων που κάθονται μούσκεμα από την κορφή ως τα νύχια, ακίνητοι, χαμογελώντας και λέγοντας μάλλον γλυκόλογα ο ένας στον άλλον.
Εντάξει εδώ είμαστε, το βρήκα φίλε μου. Τέλειο videoclip κι ας είμαι και κομπαρσος. Δε βαριέσαι έτσι κι αλλιώς πρέπει να πάω στο γραφείο, πήγε 12 η ώρα.