Έκλεισε την αυλαία του το 19 Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, χθες 12 Μαρτίου, με την τελετή λήξης στην αίθουσα του Ολύμπιον. Καλεσμένοι ήταν άτομα από τον χώρο του κινηματογράφου, της πολιτικής και της δημοσιογραφίας. Το παρόν του έδωσε στην εκδήλωση και ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης και τα μέλη του ΔΣ. Η φετινή τελετή λήξης διέφερε από τις υπόλοιπες καθώς έλαβε χώρα για πρώτη φορά Διεθνές Διαγωνιστικό τμήμα στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του φεστιβάλ, Ορέστη Ανδρεαδάκη και τη Γενική Διευθύντρια αυτού Ελίζ Ζαλαντόοι οι οποίοι προλόγισαν την τελετή και έδωσαν τη σκυτάλη στον παρουσιαστή της εκδήλωσης, Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο. Ο ίδιος μίλησε για την αξία του ντοκιμαντέρ στον κινηματογράφο και ακολούθησε η προβολή ενός μικρού μήκους φιλμ για το φετινό φεστιβάλ που ετοίμασαν οι φοιτητές σκηνοθεσίας του τμήματος κινηματογράφου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, υπό την επίβλεψη του καθηγητή τους, Περικλή Χούρσογλου. Σειρά είχε η απονομή βραβείων της νέας κατηγορίας του φεστιβάλ food vs food όπου και βραβεύτηκε το καλύτερο εμπνευσμένο από το φεστιβάλ, πιάτο από όλα τα εστιατόρια της Πόλης. Το βραβείο κοινού κέρδισε το εστιατόριο
Extravaganza, ενώ το βραβείο καλύτερο πιάτο φεστιβάλ κέρδισαν τα εστιατόρια Ζύθος Ντορέ και Φανός της Πόλης.
Ακολούθησαν οι βραβεύσεις, όλων των κατηγοριών συμπεριλαμβανομένης και της νέας κατηγορίας: βραβεία επιτροπής νεότητας που εγκαινιάσθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου το Νοέμβριο του 2016 και η επιτροπή της αποτελείται από μια ομάδα φοιτητών των πανεπιστημίων της Θεσσαλονίκης. Από όλες τις ταινίες που βραβεύθηκαν στην χθεσινή τελετή, εκείνη που φάνηκε να κάνει ιδιαίτερη αίσθηση στο κοινό ήταν το
Village Potemkin καθώς χειροκρότημα που έλαβε ο δημιουργός της ταινίας όταν ανέβηκε στην σκηνή για να παραλάβει το βραβείο, ήταν ασταμάτητο. Το Village Potemkin είναι μια προσωπική- βιωματική ιστορία σε σχέση με τον εθισμό στα ναρκωτικά, του νεαρού σκηνοθέτη Δομήνικου Ιγνατιάδη. Ο σκηνοθέτης με συγκίνηση έλαβε το βραβείο από την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου και έδειξε πως είναι καθαρός στην ψυχή ενώ έδωσε με μεγάλο σεβασμό ολοκληρωμένες απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις που του έκανε ο Κουτσογιαννόπουλος για το έργο του.
Η τελετή έληξε με την απονομή του μεγάλου βραβείου-Χρυσός Αλέξανδρος που κέρδισε η ταινία
Dream Empire (Αυτοκρατορία ονείρων) σε σκηνοθεσία του David Borenstein από την Δανία ο οποίος δεν ήταν παρών στην εκδήλωση, γι' αυτό και ευχαρίστησε το Φεστιβάλ και το κοινό με ένα βίντεο. Μετά την λήξη της βράβευσης, ακολούθησε η προβολή της ταινίας.
Πρόκειται για τη δεύτερη κινηματογραφική απόπειρα του Borenstein στην μεγάλη οθόνη. Κεντρικό θέμα της ταινίας είναι η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη στην Κίνα εξαιτίας της έκρηξης αγοράς ακινήτων. Πρωταγωνιστές είναι μια 24χρονη εσωτερική μετανάστρια που για να ανεξαρτητοποιηθεί αλλά και να στηρίξει τους οικονομικά αδύναμους, γονείς της, παίρνει την απόφαση να ανοίξει ένα μεσιτικό γραφείο για ξένους, και ο σκηνοθέτης του φιλμ ο οποίος που όπως φαίνεται στην ταινία την βοήθησε στο εγχείρημά της. Βλέπουμε τον σκηνοθέτη σε μικρότερη ηλικία να παρουσιάζεται σαν επαγγελματίας μουσικός στους ξένους επενδυτές που έρχονται για να μετατρέψουν ακόμη και την ύπαιθρο σε ακμάζουσα πόλη. Σε τι είναι χρήσιμος ένας μουσικός σε ένα μεσιτικό γραφείο; Στο σόου των εγκαινίων φυσικά. Το μεσιτικό γραφείο με σκοπό να προσελκύσει αγοραστές ετοιμάζει διάφορες εκδηλώσεις με συμμετέχοντες ανθρώπους (ένας εκ των οποίων είναι και ο Borenstein στην ταινία) ανεξάρτητα με το αν έχουν όντως ταλέντο και γνώσεις πάνω σε αυτό που κάνουν, παρουσιάζοντάς τους ως δημοσιότητες από το εξωτερικό. Η 24χρονη φαίνεται στην ταινία να μιλά μάλιστα με αγοραστές και να ανεβάζει την τιμή εαν συμμετέχουν λευκοί, ενώ όπως λέει η τιμή θα είναι χαμηλή είτε προτιμήσουν οι ενδιαφερόμενοι Ινδούς είτε Μαύρους.
Κινηματογραφικά η ταινία είναι ένα μάθημα της χρήσης της κάμερας και του μοντάζ για έναν σινεφίλ αν και δεν θα λέγαμε το ίδιο για την αξία της ταινίας ως προς την θεματολογία της. Με την χρωματική παλέτα της ταινίας να κυμαίνεται στο μπλε και στο βαθύ κόκκινο, ο θεατής απολαμβάνει μια άρτια απεικόνιση της πόλης Τσονγκτσίνγκ όπου εδρεύει το μεσιτικό γραφείο. Στην αστική πλευρά της Κίνας εντάσσουν τον θεατή και οι ήχοι των μηχανών αλλά και του ambient στο φιλμ. Πλάνα με ισορροπημένο κάδρο αφηγούνται από μόνα τους την υπόθεση του φιλμ ακόμη και αν δεν υπήρχε το voice over της ταινίας. Η ταινία δίνει την αίσθηση ότι ο Borenstein ξέρει ακριβώς ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο να περάσει στον θεατή συναισθήματα και εν τέλη να επικοινωνήσει μαζί του. Ο ρυθμός του μοντάζ είναι πολύ προσεγμένος ακόμη και στην λεπτομέρεια αφού, τα cut και οι ήχοι που υπάρχουν στην κάθε σκηνή καθορίζονται από μια ξεκάθαρη ανάγκη του δημιουργού.
Έτσι παρόλο που ίσως υπήρχαν στο διαγωνιστικό τμήμα ταινίες η θεματική των οποίων θα ήταν πιο σχετική με τους προβληματισμούς της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας πραγματικότητας και από ανθρωπιστική άποψη υπερτερούσαν, εάν κρίνουμε με βάση την κινηματογραφική αρτιότητα του έργου, αναμφισβήτητα η
Αυτοκρατορία ονείρων, είναι σε θέση να βασιλέψει στο 19ο Διεθνές Φετσιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.