“Βιβλίο, σύντροφος,
καταφύγιο, δώρο, εξελικτικός φορέας, άλλη οπτική του υπερεκτιμημένου σου
‘’εγώ’’. Εσύ ποιο βιβλίο δε θα αποχωριστείς στις διακοπές και γιατί.’’
“Γλυκιά μου, θέλω να σου
στείλω βιβλία, πολλά βιβλία. Αλλά δεν ξέρω τι έχεις διάθεση να διαβάσεις αυτή
την εποχή. Μυθιστόρημα, Ποίηση; Πες μου.
Σε φιλώ πολύ,
Ρίτα.’’(Δε μ’αγαπάς.
Μ’αγαπάς, Φωτεινή Τσαλίκογλου.)
Θεοδωρίδου Ιφιγένεια, Τεχνολόγος
Τροφίμων
Μα δεν είναι μόνο ένα. Τέλος πάντων, έχω προγραμματίσει να μην
αποχωριστώ μερικά βιβλία που πραγματεύονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον
έρωτα και τη σεξουαλικότητα. Έχω ήδη ανοιχτά στο γραφείο την Ιστορία της σεξουαλικότητας του Φουκώ (Η χρήση των
ηδονών), και το Λεξικό πορνογραφίας του Φιλίπ Ντι Φολκό όπου διαβάζω επιλεκτικά
αποσπάσματα. Ενδιαμέσως, πλένω κεράσια και τα απολαμβάνω μαζί με ποιήματα από
την Παλατινή ανθολογία, ποιήματα της Τζόυς Μανσούρ, ή τα Αποσπάσματα του
ερωτικού λόγου του Ρολάν Μπαρτ. Ανυπόμονα με περιμένουν οι Γυναίκες του
Μπουκόφσκι, ο Ερωτισμός και ο Νεκρός του Μπατάιγ, ο Βόυτσεκ του Μπύχνερ, ΄Ιμερος και Κλινοπάλη
του Παπαγιώργη, και Η Παναγία των λουλουδιών του Ζενέ. Την θεματική επιλογή, μόνο στην καλοκαιρινή ραστώνη μπορώ να την
χρεώσω. Αλλά και πάλι, μπορεί να ψεύδομαι..
Χρήστος
Νάτσης, Υποψήφιος δρ. Κοινωνιολογίας, μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού
Unfollow
«Κάποιο χειμώνα
παγερό να κάψουμε βιβλία», λέει κάπου ο Λίχτενμπεργκ, «Ήλιε, κάψε τα βιβλία
ώστε η ιστορία να αρχίζει από σένα», υπερθεματίζει ο Αρανίτσης.
Ως βιβλιόφιλος και έχοντας ξοδέψει
άπειρες ώρες συγκροτώντας λίστες προς ανάγνωση βιβλίων στις διακοπές έχω
καταλήξει πως η μόνη λύση είναι ο αποχωρισμός. Σε ένα πρόσφατο έργο του στη
Γενάδειο Βιβλιοθήκη, ο Γιάννης Κουνέλλης καλύπτει ένα παράθυρο με βιβλία,
δείχνοντας πώς η ανάγνωση μπορεί να διαστραφεί από άνοιγμα στον κόσμο σε
ταυτοτικό κλείσιμο. Το καλοκαίρι επιλέγω
να ανοίξω την πόρτα, μεταβαίνοντας στο εκτός βιβλίου κείμενο. Ένας
πουλαντζακικός μεσογειακός διανοούμενος που προτιμά την άμμο χωρίς το βιβλίο,
που προτιμά την άμμο ως βιβλίο.
Μαρία Καπετανοπούλου, Φιλόλογος
Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης, Διηγήματα
Σπάνια ξαναδιαβάζω βιβλία. Αυτό το καλοκαίρι όμως, δε θ αποχωριστώ στις
διακοπές μου Το βιβλίο της
Κατερίνας ' του Αύγουστου Κορτώ. Το
καλοκαίρι γίνεται ονειρικό με πολύ απλά πράγματα. Όπως μια φέτα παγωμένο
καρπούζι ένα ζεστό απόγευμα. Αυτό ακριβώς είναι κι αυτό το βιβλίο: Σαν μια φέτα
καρπούζι: Τραγανό και σπιρτόζικο, κόκκινο, ξέχειλο από αγάπη βαθιά, δροσερό,
γεμάτο αβίαστο γέλιο, διάστικτο όμως ταυτόχρονα κι από πικρές διαπιστώσεις για
την παθογένεια της Ελληνικής οικογένειας. Όπως
τα μαύρα, μικρά κουκούτσια στη φέτα μέσα στο πιάτο…
Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Χαράλαμπος
Γιαννακόπουλος, Φιλόλογος, ποιητής
Κάθε αναγνώστης έχει τα
σίγουρα χαρτιά του: τα βιβλία εκείνα στα
οποία ξέρει πως μπορεί να καταφύγει όποιος πόλεμος κι αν μαίνεται έξω ή μέσα
του. Έχω κι εγώ τέσσερα-πέντε τέτοια, μα το καλοκαίρι στην τσάντα μου
βρίσκεται οπωσδήποτε ένας τόμος με διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Η ιδανική συνθήκη είναι να κάθομαι στο
μπαλκόνι, μπροστά μου ελιές και κυδωνιές, πιο πέρα η θάλασσα κι ο ορίζοντας,
και να έχω στα πόδια μου ανοιχτό «Το μοιρολόγι της φώκιας». Διαβάζω για τη
γριά-Λούκαινα και τον νεαρό βοσκό, για την Ακριβούλα που γλίστρησε, μπλουμ! στο
κύμα και για τα πάθια και τους καημούς του κόσμου που δεν έχουνε τελειωμό. Κι όταν δεν βρίσκομαι σ’ εκείνο το
μπαλκόνι, αν ανοίξω το βιβλίο μου, το αποτέλεσμα είναι πάλι το ίδιο – αιθρία
και γαλήνη χάρη στο αγαπητικό βλέμμα του
Μαργαρίτα
Θάνου, Δικηγόρος
Χάνεται στον πανδαμάτορα χρόνο η
σχέση ασίγαστου πάθους που έχω συνάψει με την Άλκη Ζέη-εν αγνοία της. Ήταν μια
σπίθα στην αρχή, όταν πρωτόπιασα ένα από τα ευλογημένα παιδικά βιβλία της, μα
δεν άργησε να γίνει η σπίθα πυρκαγιά, όταν διασταυρώθηκα με το αριστούργημά
της. «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» σε
αρπάζει από το χέρι με αναπόδραστο απότοκο, να περιδιαβάζεις με τη μοναδική
συγγραφέα από την προεμφυλιακή Ελλάδα στη Ρώμη, από εκεί στην Τασκένδη και το
Παρίσι, ενώ συγχρόνως χάνεσαι στους μαγικούς λαβυρίνθους που έχουν περίτεχνα
υφανθεί μέσα κι έξω από την πρωταγωνίστρια κι εν τέλει την Άλκη. Η ετήσια,
καλοκαιρινή συνάντησή μου με την ηρωίδα
Ελένη/Δάφνη, ανήκουσα σε μια γενιά που δεν πρόλαβε να ζήσει, μα βίωσε
τόσο πολλά, ανανεώνεται πιστά και αναπόφευκτα, καθώς αποτελεί μέτρο σύγκρισης
των αλλαγών, των σταθμίσεων και των επικρατουσών επιλογών στη δική μου τη ζωή. Διακοπές χωρίς την «Αρραβωνιαστικιά» στη
βαλίτσα δε νοούνται. Είναι πεδίο αναμέτρησης και ενδοσκόπησης. Είναι και που
αγαπώ το κορίτσι αυτό παρά το ότι (ή ίσως διότι), όπως της «προσάπτει» η
νεότερή της Άννα: «…(…)Εσείς γίνεστε οσιομάρτυρες, ανέραστες και κομπλεξικές
και κάθεστε και κλαίτε ακόμα τον εκτελεσμένο ΕΠΟΝίτη που σας είχε
πρωτοφιλήσει»…
Αντώνης
Αγγελής
Φιλόλογος-Κοινωνικός
Ανθρωπολόγος
Δε
μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί το καλοκαίρι πρέπει να διαβάζουμε βιβλία. Πάντοτε μάλλον αντιλαμβανόμουν το διάβασμα
σαν μια ενασχόληση παντός καιρού. Για την ακρίβεια σαν μια διαδικασία άχρονη
και άχωρη. Αυτό που αναγνωρίζω στη λογοτεχνία είναι ακριβώς αυτή η
μαγευτική ικανότητα αποδέσμευσης από τους φραγμούς του εδώ και του τώρα, η
ικανότητα ενός πεζογραφήματος ή ενός ποιήματος να με τοποθετεί στη
χριστουγεννιάτικη παγωνιά του Λονδίνου τη στιγμή που ο ιδρώτας στάζει πάνω στο
μέτωπό μου. Κινούμενος από και σε μια
τέτοια διάθεση θα επέλεγα να ταξιδέψω στον κόσμο του Ντίκενς διαβάζοντας τη
¨Χριστουγεννιάτικη ιστορία¨. Κάτι τέτοιο θα ήταν πραγματικά ένα ευχάριστο,
δροσιστικό, ιντερμέδιο κάπου μεταξύ του στοχαστικού οργασμού και της
κοινωνικό-πολιτικής αναθεώρησης, που θα με έχει οδηγήσει το ¨Θεός και Κράτος¨
του Μπακούνιν.