Ξεκίνησε μια Κυριακή ο κόσμος, με τα πόδια μου γυμνά πάνω
στο τραπεζάκι το μικρό σου.
Ήρεμη γαλλική βροχή καθάριζε τη λερωμένη μου μνήμη την ώρα
που οι δυνατές της αναμνήσεις κοιτούσανε μέσα από το διαυγές παράθυρο.
Παράλληλη αντί-δραση.
Μετατοπίστηκε η ισορροπία της πάνω στο τραπεζάκι το μικρό
σου και άφησε στίγμα από καφέ. Δυνατό και σκέτο.
-μια μέρα που όλα θα ‘ναι φωτεινά και συγκεχυμένα και ‘συ
θα βιάζεσαι να καθαρίσεις, κανένα βετέξ στη γη δεν θα το διώξει με την
πρώτη-
Μη ξεχνάς, χρειάζονται πολλά περισσότερα για να τελειώσει ο
κόσμος και δεν είναι καν ακόμη Κυριακή.