Το Κορίτσι Με Τα Μαύρα (1956) είναι ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη. Το σενάριο είναι δικό του και πρωταγωνιστούν η Έλλη Λαμπέτη και ο Δημήτρης Χορν.
Η ιστορία ακολουθεί έναν Αθηναίο που πάει διακοπές μ'έναν φίλο του στην Ύδρα. Εκεί θα φιλοξενηθεί στο σπίτι μιας χήρας και θα ερωτευτεί την ντροπαλή κόρη της.
Ο Κακογιάννης ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους Έλληνες σκηνοθέτες της εποχής του επειδή είναι μεν προσιτός, αλλά καταφέρνει να ταρακουνήσει τον/τη θεατή σε μη αναμενόμενα σημεία, προκαλώντας έντονα συναισθήματα που δεν εκβιάζονται με υπερβολές. Μέσα από το τολμηρό, για την εποχή, λεξιλόγιο και τους ρεαλιστικά καθημερινούς διαλόγους, ο Κακογιάννης σκιαγραφεί σχεδόν κάθε κάτοικο της Ύδρας και μας κάνει να νιώσουμε σαν να τους ξέρουμε όλους. Ο όμοιος τρόπος κινηματογράφισης των σκηνών βίας επιτυγχάνει να υποδείξει τα αλυσιδωτά απότοκα της. Με λίγα λόγια: η βία φέρνει βία. Αξιοποιώντας στο μέγιστο το βάθος πεδίου, μεταμορφώνει τον χώρο σ' ένα ευρύτερο πεδίο δράσης και κατακτά ταυτόχρονα, στο μέγιστο, το συναισθηματικό κέντρο των θεατών.
Οι χαρακτήρες του Χορν και της Λαμπέτη έχουν τόση χημεία ακριβώς επειδή είναι τα δύο άκρα αντίθετα. Χρησιμοποιώντας τον πιο απλό κανόνα, τα ετερώνυμα έλκονται και δημιουργώντας έναν ανταγωνιστή, του οποίου το βλέμμα στάζει αίμα, ο Κακογιάννης δημιουργεί ένα απίστευτα ενδιαφέρον ερωτικό τρίγωνο. Στο τελευταίο, σαφώς, συμβάλλει και η ερμηνεία του Γιώργου Φούντα, ο οποίος από το πρώτο λεπτό προκαλεί νευρικότητα σε συμπρωταγωνιστές και θεατές μόνο με την παρουσία του. Ο κρυφός έρωτας του Κακογιάννη για τη Λαμπέτη είναι μάλλον εμφανής και αρκετός για να μετουσιωθεί, χωρίς ένσταση από τον πρωτοπόρο σκηνοθέτη, μια κάπως υπέρμετρη ερμηνεία της ηθοποιού. Στη σύγχρονη Ελλάδα, ένα καίριο ερώτημα προκύπτει σε έναν κινηματογραφόφιλο μετά τη θέαση της ταινίας. Πώς ξεχάσαμε να αφηγούμαστε;