Κοντοστάθηκα. Σκέφτηκα να μπω μέσα, να πάρω
μια μπίρα, να σου γράψω μία επιστολή. Οι λέξεις πολλές, το θάρρος μου μικρό,
τιποτένιο και βρεγμένο. Σε αγαπώ. Σε αγάπησα. Μάλλον θα σε αγαπώ. Έδιωξα τις
κακές σκέψεις αλλά ακόμα σε σκέφτομαι στην κάμαρα με τα μενεξεδένια σύννεφα.
Σύννεφα που θα φέρουν τις σταγόνες, σταγόνες που θα φέρουν τη θλίψη, θλίψη που
θα φέρει τη φωτογραφία σου, δεν μπορεί – κι εσύ θα με αγαπάς. Κι είναι πολλά
και βρέχει ασταμάτητα. Δεν μπορεί – μάλλον κι εσύ με αγαπάς κι όλοι θα ζήσουμε καλά
κι εμείς καλύτερα. Προστασία θα πει Αγάπη. Μου. Εσύ!
Κι όμως. Σιωπή. Μέρες τώρα.
Θα πάρω κι άλλη μπίρα