Είκοσι Έλληνες λογοτέχνες απαντούν σε είκοσι (κοινά) ερωτήματα.
Σήμερα, ο Ισίδωρος Ζουργός.
Πώς είστε;
Σε ισορροπία, νομίζω…
Πώς αντιλαμβάνεστε την Κρίση και πώς σας επηρεάζει;
Οι άνθρωποι ανέκαθεν υπέμεναν κρίσεις και καταστροφές: Πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς, πολέμους κλπ. Μπορεί η σημερινή κρίση να μη μας παρουσιάζεται μέχρι στιγμής με μια ανάλογη σφοδρότητα, αλλά έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: είναι ανερμήνευτη για τον μέσο άνθρωπο. Υπάρχουν αριθμοί σε πίνακες που ανεβοκατεβαίνουν, κι αυτοί οι αριθμοί καταστρέφουν κοινωνίες ολόκληρες. Μια φωτιά ή ένας πόλεμος είναι κάτι αποτρόπαιο αλλά απτό και συγκεκριμένο, τα spreads τι διάολο είναι;
Ποιες είναι οι ρίζες της Κρίσης;
Ακόρεστες επιθυμίες σε κανιβαλικό περιβάλλον.
Η περίοδος που περνάμε θα ευνοήσει την παραγωγή «σοβαρών» βιβλίων;
Φαντάζομαι πως ναι, η μέχρι στιγμής εμπειρία έχει δείξει κάτι τέτοιο. Σε ανάλογες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας, ο νους των ανθρώπων αφυπνίζεται και τα συναισθήματα εκλεπτύνονται, καμιά φορά τόσο πολύ που οι λέξεις γίνονται λάμες. Θα δούμε…
Ποια είναι η σχέση σας με τις νέες τεχνολογίες, το Web, τα Social Media;
Σε ένα στάδιο μόνιμης πρώτης γνωριμίας.
Δέκα βιβλία στα οποία «πρέπει» να ανατρέχει κανείς. Ή όσα θέλετε.
Ιλιάδα και Οδύσσεια, Βίβλος, «Οι Άθλιοι», «Αδελφοί Καραμαζόφ», «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μ. Λόουρυ, Σεφέρης – τα ποιήματα.
Γενικώς: γιατί τα βιβλία;
Γιατί εκεί μέσα υπάρχουν πολλές ζωές ανθρώπων συμπυκνωμένες.
Αλλάζει η λογοτεχνία τον κόσμο;
Τόσο λίγο που είναι ανεπαίσθητο, άλλωστε δε θα το έλεγε ποτέ η τηλεόραση, οπότε δεν μπαίνει θέμα.
Τι είναι η ανάγνωση και πιο ειδικά η ανάγνωση των δικών σας βιβλίων;
Η κάθε ανάγνωση είναι μια συνάντηση κι αναπόφευκτα η εν δυνάμει αρχή μιας σχέσης.
Ο «ιδανικός αναγνώστης» υπάρχει; Χρειάζεται να υπάρχει;
Είναι μύθος, και μάλιστα από τους πιο βαρετούς.
Ένας μέντορας σας;
Ο Παπαδιαμάντης, ο Στάινμπεγκ, ο Καλβίνο, ο Νίτσε…
Πόσο εύκολα ή δύσκολα γράφετε;
Μάλλον δύσκολα, κυρίως στην αρχή, στις ασχημάτιστες πρώτες σελίδες.
Πώς επιλέγετε τους τίτλους των βιβλίων σας;
Νομίζω πως έρχονται και με βρίσκουν.
Τι χάνετε γράφοντας;
Χρόνο με τους ανθρώπους που αγαπώ και γενικότερα τη ζωή έξω από το παράθυρο.
Πείτε μας λίγα πράγματα για το τελευταίο σας βιβλίο, και για το επόμενο.
Στα «Ανεμώλια» επιχειρείται ένα πλάγιο κοίταγμα στον κόσμο της ομηρικής παράδοσης μέσα από μια αφήγηση που αφορά τη σύγχρονη εποχή, η οποία αναφέρεται στη φιλία και στην απόδραση από την καθημερινότητα, στον πόθο τελικά και στην αναζήτηση της εσωτερικής ελευθερίας. Όσο για το επόμενο, που δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, θα είναι αντιμέτωπο κι αυτό με το κουβάρι της ιστορίας.
Ποια πιστεύετε ότι είναι η θέση σας στον «ελληνικό κανόνα» της λογοτεχνίας;
Νομίζω πως ο συγγραφέας είναι ο πιο ακατάλληλος για να απαντήσει σε μια τέτοια ερώτηση.
Μουσική, κινηματογράφος, τέχνες.
Μουσική, όλα τα είδη. Για τον κινηματογράφο, νιώθω πως είναι ο ίδιος, ο γνωστός μου κόσμος του μυθιστορήματος με άλλα μέσα. Οι τέχνες γενικότερα νομίζω πως είναι μια ιδιάζουσα μορφή θεολογίας που ενώνει ένθεους και άθεους, τους πάντες. Μέσα από αυτή τη ματιά η τέχνη είναι δρόμος, είναι σκοπός, είναι βρύση με δροσερό νερό, γιατί οι καύσωνες, όπως θα έχετε παρατηρήσει, από καλοκαίρι σε καλοκαίρι αυξάνονται.
Νιώθετε να αλλάζετε;
Πολύ λίγο έως καθόλου. Όλοι μας κουβαλάμε το ίδιο οστέινο περίβλημα από τότε που ολοκληρωθήκαμε, αυτό που περικλείει την ιδιωτική μας ουσία, τα μαύρα και τα ανοιχτόχρωμα του εαυτού μας. Αν κάποια φορά παρατηρούμε πάνω μας αλλαγές, αυτές μοιάζουν με το μαύρισμα του καλοκαιριού: σε λίγες μέρες θα έχουν φύγει και θα είμαστε πάλι αντιμέτωποι με το παλιό μας είδωλο.
Ο θάνατος;
Θα σας απαντήσω με μια ερώτηση: Μήπως είναι σταυροδρόμι κι αλλαγή πορείας σε μιαν άλλη μορφή ύπαρξης;
Μια ερώτηση που δε θα θέλατε να απαντήσετε;
«Ποιες είναι οι συγγραφικές σας φιλοδοξίες;»