Κάτω από τα χειμωνιάτικα παλτό και τις φθινοπωρινές καμπαρντίνες η
γλώσσα του σώματος χαμένη στη μετάφραση είναι μάλλον δύσκολο να
εκφραστεί.
Εδώ και καιρό μυρίζει Καλοκαίρι κι αυτό το τελευταίο μυρίζει εύθυμη
καταστροφή από χιλιόμετρα κι όσο κι αν θες να μείνεις σοβαρός κι
ανεπηρέαστος,αυτή η εποχή δε θέλει και πολύ να σε αναστατώσει
συναισθηματικά,ειδικά αν είσαι τύπος με μόνιμη ηλίαση.
Το να ερωτευτείς στις αμμουδιές με το μαλλί καμμένο απ´ το αλάτι είναι
το πλέον εύκολο -δε μπορείς να το παίξεις καμπόσος-, σου κλείνει το
μάτι,σε τραβάει απ´ το μανίκι,σου φωνάζει να παραδωθείς -πόσο μάλλον
όταν βρίσκεσαι πλέον στο απόγειο του υδραργύρου,το αλκοόλ ρέει άφθονο
και τα μαγιό παρελαύνουν. Μεγάλη λέρα αυτός ο κολιός τον
Αύγουστο,τελικά.
Με άλλα λόγια ν´ αγαπιόμαστε,ο μικρούλης εγκέφαλός σου μέσα απ´ τα
καλοκαιρινά γυαλιά βλέπει τον κόσμο ροζ,λες και αρκεί ο μαυρισμένος ώμος
κάποιου για να τον ερωτευτείς ,λες κι αυτά που σε δένουν κάτω από έναν
καταγάλανο ουρανό είναι διαφορετικά από αυτά που σε δένουν κάτω από έναν
συννεφιασμένο.
Αλλά,οκ, το έχουμε εμπεδώσει.Με λίγη παραπάνω μυωπία οι καλοκαιρινοί
έρωτες έχουν άλλον χαρακτήρα,όλα έχουν γεύση παγωτού,αλμύρας κι εσένα
πάντα σου άρεσε το παγωτό.
Αλλά μην τρέφεις κοριτσάκι μου βραχυπρόθεσμες προσδοκίες από μια
καλοκαιρινή γνωριμία.Το γεγονός ότι ψάχνεις την ένδειξη Συνεχίζεται τον
Σεπτέμβριο στους υπότιτλους του φλερτ,μπορεί να προξενήσει
συναισθηματικές βλάβες την επόμενη ημέρα,εβδομάδα,μήνα,όταν θα ξυπνήσεις
για να του ζητήσεις το τηλέφωνό του,κι αυτός ήδη θα παίζει τάβλι με
τους κολλητούς του,κοινώς θα παίζει πλακωτό αλλού.
Γιατί έτσι είναι το καλοκαίρι. Ένας άλλος κόσμος, με νόμους
διαφορετικούς – κι όταν τελειώσει, θα πρέπει να αλλάξεις κι εσύ.
Αλλιώς,είναι σαν να μένεις μέχρι το Πάσχα με τη στολή της πριγκίπισσας
που φόρεσες στο καρναβάλι.
Η Σοφία Αρβανίτη σε είχε ήδη προειδοποιήσει με το τραγούδι «Μη μου μιλάς
για καλοκαίρια»,αλλά μυαλό δεν έβαλες.Το ότι γνωριστήκατε και
ερωτευτήκατε στο νησί ήταν απλά θέμα τύχης -θα μπορούσε να είχε συμβεί
ακριβώς το ίδιο οπουδήποτε.
Είναι πράγματι μοιραίο να μαραίνονται οι καλοκαιρινοί έρωτες με τον
ερχομό του φθινοπώρου,αλλά αυτό είναι φυσικό αν εκείνος είναι
καριερίστας με μόνιμη κατοικία στο LA κι εσύ φυτεύεις πατάτες στο
περιβόλι του χωριού σου.
Λυπάμαι που μου χαλάω τον ρομαντισμό που καλλιέργησαν δεκαετίες
χολιγουντιανών ενσταντανέ,αλλά ακόμη και αν αυτός πάρει τη γενναία
απόφαση να εγκαταλείψει τη ζωή του για τα όμορφα μάτια σου, χρειάζονται
πολύ περισσότερα από δυο ωραία μάτια για να ευδοκιμήσει η καλοκαιρινή
σχέση. Και η μετάβαση από τη Route 66 στο περιβόλι και τούμπαλιν είναι
το αντίθετο αυτού που θα λέγαμε υποσχόμενη αρχή,γι αυτό χαλαρά,χρυσό
μου,αυτό που συμβαίνει δεν είναι έρωτας,είναι αυτό που ο ψυχοπαθής του
seven ονομάζει λαγνεία.
Ε,και; Θα μου πεις.Κι η πεταλούδα ζει το πολύ για δέκα μέρες -αυτό δεν
την κάνει λιγότερο όμορφη, λιγότερο μαγευτική -συμφωνώ, ξέρω…και μένα
τι με νοιάζει,εδώ έχει πάντα ήλιο…αλλά διασκευάζοντας το μήνυμα του
πελαργού,θυμάμαι το εξής πλέον και για την δική μας προστασία. Όχι
μυθοποιήσεις, όχι προσδοκίες και κλάματα σε θάλασσες και ακτές, για να
περάσουμε όμορφα και αυτό το καλοκαίρι.
—Τρελαινόμουν για εκείνα τ’ ατελείωτα βράδια γύρω από την
φωτιά στην παραλία. Αμέτρητες παγωμένες μπύρες κι εμείς αγκαλιά να
τραγουδάμε παράφωνα με την κιθάρα της Μαιρούλας.Παραμιλητό από καψούρα
και αλητεία. Καλοκαίρι και έρωτας. Καλοκαίρι και καημός.Παιδική
ανεμελιά, μπλεγμένη με πρόωρη εφηβεία και βίαιη ενηλικίωση. Έρωτες που
έκαναν θεαματικό come back,που εμφανίζονταν κάθε που άρχιζαν να γεμίζουν
οι ακτές κι έφευγαν όταν το κύμα παρέσυρε ό,τι είχε απομείνει από τις
ξαπλώστρες.Ματιές κρυφές,πόδια που τρίβονταν κάτω από πετσέτες,στιχάκια
χαραγμένα στην ακροθαλασσιά,παγωτό γρανίτα με γεύση φράουλα-λεμόνι,δήθεν
ζήλιες,τρυφερά φιλιά με άρωμα καρύδας.
Έρωτες του καλοκαιριού με λίγα λόγια. Έρωτες ανεκτίμητης αξίας.
Ο Λευτεράκης της κατασκήνωσης που έδωσε τη θέση του στον Γιάννη της
παραλίας,ο σερβιτόρος του beach bar -με τα μύρια τατουάζ στην πλάτη και
την τρύπα στο φρύδι- ο Μανωλάκης που δεν μπορούσε να πει το ρ μέχρι τα
εννιά,έρωτες μετρημένοι,ακατανίκητοι,
Α+R = L.F.E,έρωτες λίγο πιο σοβαροί,γεμάτοι ανομολόγητα ή μισοειπωμένα
σ’ αγαπώ,λέξεις που έμειναν να αιωρούνται όπως οι ψάθες και τα καλάμια
στην παραλία με τις πεταλίδες.—
Κάθε καλοκαίρι, ρομαντικό μου άμυαλο,γύρω από την φωτιά -που ακόμη οι
στάχτες της αναζοπυρώνουν κάτι από τα περασμένα-, η ίδια προσμονή γι’
αυτά και γί αυτά.
Χωρίς πως και γιατί,χωρίς ντροπές και κακίες,προπάντων με την ίδια παιδική ανεμελιά και αθωότητα του τότε.
Ένα τότε, που κάθε καλοκαίρι γίνεται τώρα,για να γίνει κάποτε -ίσως- για μερικούς ένα ακλόνητο για πάντα.
Αυτά τα καλοκαίρια να θυμόμαστε,γι’ αυτά να ζούμε και γι’ αυτά να
καιγόμαστε στον ήλιο ή στη φωτιά,για όσο η κιθάρα της Μαιρούλας έχει
καλοκουρδισμένες χορδές και για όσο στο καφάσι οι μπύρες μένουν κρύες.
Απολαμβάνουμε το καλοκαίρι, ο καθένας με τον τρόπο που τον αντιπροσωπεύει,χαιρόμαστε,ερωτευόμαστε,φοράμε την καλή μας διάθεση και ξεχνιόμαστε.
Κατόπιν ο Σεπτέμβριος -καθότι είμεθα τύποι παραδοσιακοί -μας βρίσκει
ταπεινά αφελείς,δυο φίλες κολλητές,καρναβάλια: Εσένα να περπατάς μόνη,
νύχτα στην Μητροπόλεως τρώγοντας τσουρέκι κάστανο και ψάχνοντας να βρεις
που χάθηκε ο γαμημένος ο έρωτας, κι εμένα στην Βαλαωρίτου να πίνω
μπύρες με το φάντασμά του.
Στο τέλος του Οκτώβρη δεν αντέχω και του γράφω σε email
Ό,τι όμορφο και αλμυρό βλέπω, μου θυμίζει εσένα.
Αν όλα τα πήρε το καλοκαίρι,αν οι Μάγια ημερολογιακά είχαν δίκιο,εκείνος θα ήταν ο τελευταίος Αύγουστος του κόσμου·
Αλλά τι θα ήταν ο τελευταίος Αύγουστος του κόσμου χωρίς ένα αβέβαιο
καλοκαιρινό ειδύλλιο,χωρίς τον Γιωργάκη,την Τίνα,την Brigitte,τον Χάρη;
Χωρίς εσένα; Χωρίς εμένα;Ε; Τι θα ´ταν;
Ένας Αύγουστος Χειμώνας.
Μπρρρρρ
[…Αν μπορείς, Ψυχή, ανασηκώσου απάνω από τα πολύβουα κύματα και πιάσε
μ΄ ένα κλωθογύρισμα του ματιού σου όλη τη θάλασσα. Κράτα καλά τα φρένα
σου να μη σαλέψουν. Κι ολομεμιάς βυθίσου πάλι στο πέλαγο και ξακλούθα
τον αγώνα.
Ένα καράβι είναι το σώμα μας και πλέει απάνω σε βαθιογάλαζα νερά.
Ποιος είναι ο σκοπός μας;
Να ναυαγήσουμε!
Που πάμε;
Μη ρωτάς! Ανέβαινε, κατέβαινε. Δεν υπάρχει αρχή, δεν υπάρχει τέλος.
Υπάρχει η τωρινή τούτη στιγμή, γεμάτη πίκρα, γεμάτη γλύκα, και τη χαίρομαι όλη…/]
Ασκητική