Αποτελεί μία από τις πιο ιστορικές και
πολυσυζητημένες πλατείες της Θεσσαλονίκης και κατά καιρούς έχει αποτελέσει άσκηση
για φοιτητές στη σχολή Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ. Ο λόγος για την Πλατεία
Ελευθερίας, η οποία εδώ και δεκαετίες λειτουργεί ως parking. Η λέξη «πλατεία» σημαίνει τη στάση, όμως τίποτα δε φαίνεται να ευνοεί
τη στάση εδώ, πέρα από τα λεωφορεία και τα Ι.Χ. Η εικόνα αυτή, ωστόσο, αναμένεται
να αλλάξει μετά από απόφαση του Δήμου Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού για την
ανάπλασή της πλατείας, συνολικής έκτασης 11,4 στρεμμάτων, σχεδιάζεται να
αποδοθεί στους κατοίκους της πόλης, ως χώρος περιπάτου και αναψυχής, αλλά και
ως τόπος μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος. Αντικείμενό του διαγωνισμού
ήταν ο ανασχεδιασμός της μέσω σύγχρονων αρχιτεκτονικών και αστικών
παρεμβάσεων,
ο μετασχηματισμός της σε είσοδο της πόλης από τη θάλασσα, ο εμπλουτισμός του
πρασίνου και η ανάδειξη της ιστορικής της μνήμης. Το «όραμα» ωστόσο για τη
μετατροπή της πλατεία φαίνεται ότι θα αργήσει να υλοποιηθεί, καθώς, όπως
εκτιμάται, θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα για την αξιολόγηση των
προτάσεων.
Η συμμετοχή στο διαγωνισμό ήταν
πρωτοφανής, όπως υπογραμμίζει ο αντιδήμαρχος Αστικού Περιβάλλοντος, Ανδρέας
Κουράκης. Οι 132 κατατεθείσες προτάσεις, ένδειξη της μείωσης του κύκλου
εργασιών στον κλάδο, είναι ο λόγος που τα αποτελέσματα θα καθυστερήσουν τουλάχιστον
τρείς μήνες σύμφωνα με εκτιμήσεις. Οι απαιτήσεις ενός τέτοιου διαγωνισμού είναι
πολλές, καθώς πρόκειται για ένα πολύπλοκο θέμα που προϋποθέτει τη σύγκλιση
διάφορων στοιχείων ιστορικής, περιβαλλοντικής, κυκλοφορικής και κοινωνικής
σημασίας. Οπότε και η αναζήτηση της βέλτιστης πρότασης αποτελεί και αυτή σύνθετο
ζήτημα, το οποίο γίνεται ακόμα πολυπλοκότερο αν σκεφτεί κανείς και την
απομάκρυνση των λεωφορειακών γραμμών του ΟΑΣΘ, θέμα που βρίσκεται ακόμα υπό
συζήτηση μεταξύ των αρμόδιων φορέων.
Επιχειρώντας μια γρήγορη ιστορική αναδρομή,
αξίζει να σημειωθεί ότι η πλατεία διαμορφώθηκε μετά τα μέσα του 19ου
αιώνα λόγω της κατεδάφισης των παραλιακών τειχών βόρεια της σημερινής οδού
Καλαποθάκη, με στόχο την επέκταση της προκυμαίας. Το όνομα της οφείλεται στην
ανακήρυξη του Συντάγματος των Νεότουρκων και η σημερινή της θέση κατοχυρώθηκε
μετά την πυρκαγιά του 1917 με το Σχέδιο Εμπράρ. Κατά τα πρότυπα του
Νεοκλασικισμού, διπλά στην πλατεία προβλεπόταν η χωροθέτηση του κτιρίου του
Ταχυδρομείου. Η πλατεία Ελευθερίας, εδραιώθηκε με βασιλικό διάταγμα στις 28
Μαρτίου 1963, και περιήλθε στο δήμο Θεσσαλονίκης κατόπιν συμβολαίου αγοράς από
το Ταχυδρομείο. Το μνημείο του Ολοκαυτώματος στο νότιο άκρο της θυμίζει ότι
πρόκειται για μια κοινωνικά φορτισμένη πλατεία, καθώς επισημαίνει την έναρξη
του Ολοκαυτώματος το Μαύρο Σάββατο του 1942. Όλα τα παραπάνω σαφώς δε συνάδουν
με τη σημερινή της χρήση, η οποία σύμφωνα και με το ισχύον γενικό πολεοδομικό
σχέδιο, χαρακτηρίζεται ως «χώρος πρασίνου».
Η ανάγκη ανάπλασης της πλατείας είχε
επισημανθεί επανειλημμένως από κατοίκους, αρχιτέκτονες αλλά και τη δημοτική αρχή.
Ωστόσο η έλλειψη κονδυλίων αποτελούσε ζήτημα, οδηγώντας σε μια συνεχή
διαδικασία αναζήτησης χρηματοδοτών. Τον Ιούλιο
ανακοινώθηκε η προώθηση σχεδίων για την ανάπλασή της και στη
συνέχεια προκηρύχθηκε ο σχετικός διαγωνισμός προσχεδίων. Τελικώς, το ερώτημα
είναι αν αυτές οι θαρραλέες δεσμεύσεις πρόκειται να υλοποιηθούν και με ποιο
χρονικό ορίζοντα. Αν αναλογιστεί κανείς τους πρόσφατους διαγωνισμούς (Αγ.
Σοφίας, Βαλκανικής πλατείας, δημιουργίας/ανάκτησης
κοινόχρηστων χώρων/ανάδειξη χώρων «τοπόσημου», στάσεων θαλάσσιας συγκοινωνίας)
αλλά και τις υφιστάμενες αναπλάσεις (Νέα Παραλία, πλατεία Λευκού Πύργου και Α’
προβλήτας) που παρουσιάστηκαν σε προηγούμενα άρθρα, αντιλαμβάνεται πως ο χάρτης
και η όψη της πόλης μεταβάλλονται. Δε μένει λοιπόν παρά να περιμένουμε τη νέα
προσθήκη στο προφίλ του λιμανιού, που μαζί με τις άλλες αλλαγές θα αναδείξουν
την «ανθρώπινη» πλευρά της Θεσσαλονίκης.