Οι νέες ταινίες της εβδομάδας (17/1 – 23/1)
Ο Εξώστης Θήτα παρουσιάζει τις ταινίες που κυκλοφορούν αυτή την εβδομάδα στις αίθουσες της Θεσσαλονίκης. Κλείνουμε το καθιερωμένο ραντεβού μας στην έντυπη μορφή που αγαπάτε απο την επόμενη Πέμπτη 24 Ιανουαρίου. Μέχρι τότε καλές προβολές!
Django, Ο Τιμωρός ***
Γουέστερν / Δράσης, 2012, Η.Π.Α., 165 λεπτά
Κριτική: Ιωάννης Moody Λαζάρου
Σκηνοθεσία: Κουέντιν Ταραντίνο
Παίζουν: Τζέιμι Φοξ, Κρίστοφ Βαλτζ, Σάμιουελ Τζάκσον, Λεονάρντο Ντι Κάπριο
Δύο χρόνια πριν ξεσπάσει ο αμερικάνικος εμφύλιος, ένας Αφροαμερικάνος σκλάβος ονόματι Τζάνγκο συναντά το Γερμανό κυνηγό επικηρυγμένων Δρ. Σουλτζ ο οποίος ακολουθεί τα ίχνη των αδελφών Μπριτλ. Με το πέρας της αποστολής, ο δεύτερος τον ελευθερώνει, αλλά νιώθει την ευθύνη της ελευθερίας που του χάρισε και τον συνοδεύει στην αναζήτηση της γυναίκας του.
Ο Κουέντιν Ταραντίνο -για δεύτερη συνεχόμενη φορά- καταπιάνεται με μια κρίσιμη περίοδο της ανθρωπότητας και επιλέγει να ξαναγράψει μέρος της Ιστορίας (τοποθετούμενος δυο χρόνια πριν τον εμφύλιο που θα λήξει με διάταγμα του Αβραάμ Λίνκολν για τη χειραφέτηση των Αφροαμερικανών) χωρίς απαραίτητα να επιχειρεί κάτι ριζοσπαστικά ρεβιζιονιστικό παρά περισσότερο να διηγηθεί μια εκδίκηση των καταπιεσμένων με σημαία τον Τζάνγκο.
Η μυθοπλασία, φυσικά, δεν οφείλει να ακολουθήσει την ιστορική ακρίβεια και σε καμία περίπτωση δεν αναμένεται μια κοινωνική πραγματεία σε μια, κατά βάση, entertainment ταινία του Ταραντίνο (αν και παρά τη διαρκή αυτοϋπονόμευση, υπάρχουν διάσπαρτα ψήγματα). Τα τυπικά χαρακτηριστικά του έργου του -καλοδεχούμενα ή μη- είναι παρόντα. Η αφήγηση αναπτύσσεται μέσα από θαυμαστά καλογραμμένα διαλογικά μέρη, η σοβαρότητα του θέματος που αγγίζει (ρατσισμός) αμβλύνεται συνεχώς από την εισχώρηση του, θορυβώδους σε διάθεση, θεάματος και του καρικατουρίστικου χιούμορ, το στιλιζάρισμα των εικόνων συχνά ευρηματικό και εντυπωσιακό με την πλοκή να καταλήγει σε αιματοκυλίσματα b-movie καταγωγής.
Μέσα στα αναμενόμενα –κυρίως από τους Μπάστερδους, αλλά ακόμη και από την πρότερη φιλμογραφία του- πλαίσια λοιπόν, το ζήτημα που προκύπτει σε άλλο ένα υπερφιλόδοξης διάρκειας εγχείρημα έγκειται στο αν η πλάστιγγα θα γείρει προς την αυτοσκοπική τέρψη του κοινού που ανέθρεψε (εξοικειώνοντάς το με σαδιστική βία) ή προς την εξέλιξη του δεδομένου ταλέντου του .
Το Κεφάλαιο (Le Capital) ***
Κοινωνική, 2012, Γαλλία, λεπτά
Κριτική: Γιάννης Γκροσδάνης
Σκηνοθεσία: Κώστας Γαβράς
Παίζουν: Γκαντ Ελμαλέχ, Γκάμπριελ Μπέρν, Νατάσα Ρενιέ, Πολ Μπαρνιέ
Μέσα στη δίνη της κρίσης που νιώθει η παγκόσμια οικονομία ο Κώστας Γαβράς θέλησε να παρουσιάσει στο Κεφάλαιο μια επιμέρους πτυχή αυτού του αδηφάγου τέρατος που ονομάζεται αγορές. Υπερφιλόδοξος και φιλοχρήματος ο πρωταγωνιστής του, ο Μάρκ Τουρνεϊγ, καταφέρνει από ένα παιχνίδι της μοίρας να βρεθεί στην κορυφή ενός σημαντικού χρηματοπιστωτικού γαλλικού ομίλου. Σύντομα όμως θα κληθεί να αναμετρηθεί με τα αρπακτικά των αμερικάνικων hedge funds και το ανήθικο παιχνίδι εξουσίας στο οποίο οι περίφημες αγορές και τα γκολντεν μποϊς των αγορών έχουν πλέον τον πρώτο λόγο έναντι των μοιραίων και άβουλων πολιτικών, που ακολουθούν ως μαριονέτες τους μετάμοντέρνους στρατηλάτες της εποχής σε μια μάχη με θύματα τους φτωχούς εργαζόμενους και θύτες τους πλούσιους τραπεζίτες.
Κυνική όπως και ο κόσμος που περιγράφει η ταινία του Γαβρά έχει σφιχτή αφήγηση, γρήγορο και κοφτό ρυθμό, σαρκασμό μέχρι που εκεί που δεν πάει. Κοντολογίς μια αρκετά άρτια κινηματογραφική κατασκεύη. Παρά όμως το σφιχτό και δεμένο αποτέλεσμα η πυκνότητα και ο καταιγισμός της δράσης και της αλληλουχίας των γεγονότων είναι τέτοιος που δεν σου αφήνει περιθώρια να αφομοιώσεις την ώρα της προβολής τον σαρκασμό του Γαβρά για τον μαγικό κόσμο των αγορών. Πολύ περισσότερο ο Γαβράς παρασύρεται σε μια αφήγηση προφανών καταστάσεων. Ναι, οι αγορές διψάνε για χρήμα. Στο μετανεωτερικό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον που χτίστηκε από το '80 και μετά ο κόσμος κινείται με τον αέρα των αγορών.
Είναι αξιο θαυμασμού πως ένας 70άρης σκηνοθέτης έχει το τσαγανό και την αντοχή ενός 20χρονου για να καταγγείλει μέσα από τις ταινίες του το σύστημα και δημιουργεί μια εξαιρετική ταινία με στοιχεία νεονουάρ αλλά και μεταμοντέρου γουέστερν. Ωστόσο νιώθω πως Το Κεφάλαιο είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή και ουσιαστική πραγματικότητα κρύβεται στο Τσεκούρι, ταινία του Γαβρά που παρουσιάζει τον σύγχρονο και άδικο κόσμο της ασύδωτης ανταγωνιστικότητας και ανεργίας.
Άλλοθι (Arbitrage) ***1/2
Θρίλερ, 2012, ΗΠΑ, 107 λεπτά
Κριτική: Γιάννης Βασιλείου
Σκηνοθεσία: Νίκολας Τζαρέκι
Πρωταγωνιστούν: Ρίτσαρντ Γκιρ, Μπριτ Μάρλινγκ,Τιμ Ροθ, Σούζαν Σάραντον
Δεν γυρίζονται πολλές ταινίες σαν το Arbitrage πια. Yπόδειγμα αφηγηματικής οικονομίας και υπνωτιστικής ατμόσφαιρας – ας όψονται και οι ambient ήχοι του Cliff Martinez-, ετούτο το συναρπαστικό παλιομοδίτικο θρίλερ θα μπορούσε να έχει γυριστεί στα 70’s υπό τις οδηγίες του Πακούλα, με την (σημαντική) διαφορά ότι εδώ δεν έχουμε έναν άνθρωπο απέναντι στο Σύστημα, αλλά έναν άνθρωπο του Συστήματος, που πασχίζει να διατηρήσει την υψηλή θέση του μέσα σ’ αυτό.
Πρόκειται για έναν χαρακτήρα αρνητικό, που κερδοσκοπεί σε βάρος των άλλων στα πλαίσια της ελεύθερης αγοράς και συγκεντρώνει στο πρόσωπο του όλες εκείνες τις ιδιότητες που κάνουν τον νεοφιλελευθερισμό απωθητικό (την ασυδοσία, τον αδυσώπητο ανταγωνισμό, τον ακραίο ατομικισμό). Έναν χαρακτήρα που δύσκολα θα μπορούσες να ακολουθήσεις στην περιπέτεια που εμπλέκεται , αν δεν τον υποδυόταν κάποιος με τον μαγνητισμό του Ρίτσαρντ Γκιρ. Ο οποίος εδώ πραγματοποιεί μια tour de force εμφάνιση, από εκείνες που σε άλλες εποχές θα του χάριζαν μια θέση στις υποψηφιότητες των βραβείων της Ακαδημίας. Αλλά δεν βραβεύονται πολλές ταινίες σαν το Arbitrage πια.
Μπουένος Αϊρες σ' αγαπώ (Superclasico) ***
Κοινωνική κομεντί, 2011, Δανία, 99 λεπτά
Κριτική: Γιάννης Γκροσδάνης
Σκηνοθεσία: Όλε Κρίστιαν Μάντσεν
Παίζουν: Πάπρικα Στιν, Άντερς Μπέρτελσεν, Αντριάνα Μασιαλίνο
Σε σχέση με τα προηγούμενα έργα της φιλμογραφίας του Όλε Μάντσεν το Μπουένος Αίρες σ' αγαπώ (που χάρην συντομίας θα το λέμε με τον πρωτότυπο τίτλο του Superclasico) φαντάζει πιο ανάλαφρο αλλά καθόλου light! 40άρης Δανός με κάβα κρασιών, ζει το δράμα της ζωής του αφού η γυναίκα του τον εγκαταλείπει και μετακομίζει από την παγωμένη και σκοτεινή Κοπεγχάγη στο ζεστό και φωτεινό Μπουένος Αϊρες. Μετά από 11 μήνες πένθους και συντριβής αποφασίζει να αναζητήσει τις απαντήσεις που ψάχνει ταξιδεύοντας στην Αργεντινή.
Λένε πως σε αυτή τη ζωή μόνοι μας πάμε και ερχόμαστε. Στην Αργεντινή όμως υπάρχει αυτό που λέγεται It takes two to tango. Η αλλαγή ημισφαιρίου, κουλτούρας και ιδιοσυγκρασίας ενεργούν καταλυτικά για τους ήρωες της ταινίας που θα ζήσουν την αλλαγή στη ζωή τους όσο παράδοξα γίνεται. Ακριβώς όπως συμβαινει σε ένα ντέρμπι, όπως το Σουπερκλάσικο (η κλασική ποδοσφαιρική μονομαχία Μπόκα Τζούνιορς-Ρίβερ Πλεϊτ, που για τους Αργεντίνους αποτελεί ιερή παράδοση). Το κρασί, ο έρωτας, η ανάγκη συντροφικότητας, η ευαισθησία και η ανησυχία των πρωταγωνιστών παρουσιάζονται εύστοχα από τον Δανό σκηνοθέτη με κωμική διάθεση. Για αυτό και στο τέλος φεύγεις με ένα ζεστό χαμόγελο αναζητώντας και ένα γλυκό ποτήρι κρασί. Είπαμε, it takes two to tango!
Παπαδόπουλος και Σια (Papadopoulos and Sons) **1/2
Κωμωδία, 2012, Ελλάδα/Ην. Βασίλειο, 105 λεπτά
Κριτική: Γιάννης Γκροσδάνης
Σκηνοθεσία: Μάρκος Μάρκου
Παίζουν : Γιώργος Χωραφάς, Στήβεν Ντιλεϊν, Τζόρτζια Γκρουμ
Επιτυχημένος τοπ επιχειρηματίας ξαφνικά βρίσκεται αντιμέτωπος με το φάσμα της χρεοκοπίας χάνοντας τα πάντα. Μόνη του ιδιοκτησία ένα παλιό εστιατόρια fish n chips, γεγονός που θα τον φέρει σε επαφή με τον αδερφό του. Η επανένωση της οικογένειας είναι ένα στοίχημα που μένει να κερδιθεί…
Αρκετά επίκαιρο σε ότι αφορά την κρίση που δοκιμάζει πλέον τα πάντα η ταινία του Ελληνοκύπριου Μάρκου Μάρκου έχει τη διάθεση να μιλήσει με όρους ελληνικούς για την κρίση. Αυτό φυσικά σημαίνει θετική διάθεση και μπόλικο χιούμορ. Σε όσους έλειψαν οι παλιές επιτυχίες της Νία Βαρντάλος έρχεται το Papadopoulos and Sons να γεμίσει το κενό. Φέρνοντας μαζί του ό,τι κλισέ μπορεί να φανταστεί κάποιος για την περίφημη ελληνική διασπορά. Η μουσική επιμέλεια είναι τόσο φολκορική όσο και τα τουριστικά cd που πωλούνται στα νησιά μας. Αν υπάρχει όμως ένας λόγος να εκτιμήσεις και να δώσεις μια ευκαιρία στην οικογένεια Παπαδόπουλου είναι γιατί το επίτιμο μέλος της, ο άσπονδος αδερφός του Χάρη Papadopoulos, γεμίζει την ταινία με αυτό το κέφι και το μεράκι ενός Αλέξη Ζορμπά. Σε αυτό το ρόλο ο Γιώργος Χωραφάς παίζει με αυτό το αχρείαστο φολκλορ, γελάει, διασκεδάζει και ξορκίζει κάθε δαιμόνιο οικονομικής κρίσης. Και αυτό το κέφι, γεννάει μέσα σου την αισιοδοξία για να προχωρήσεις και εσύ στη δικιά σου συνέχεια. Η αρχή έγινε με το Papadopoulos and sons.