Ἰωάννα Μπουραζοπούλου «Ὁ Δράκος τῆς Πρέσπας ΙΙ: Κεχριμπαρένια ἔρημος». Ἐκδόσεις Καστανιώτη Δεκέμβριος 2019. 570 σελίδες, τυπωμένες σέ οἰκολογικό χαρτί μέτριας ὑφῆς. Ἡ παρούσα ἔκδοση ἔχει πολύ ὄμορφο σκληρό ἐξώφυλλο μέ κουβερτούρα, σέ ἀντίθεση μέ τόν πρῶτο τόμο πού ἔχει μαλακό ἐξώφυλλο. Ἄψογο δέσιμο, ἐξαιρετική ἐπιμέλεια καί ἐκτύπωση ὁλοκληρώνουν τήν ἔκδοση.
Ἡ Ἰωάννα Μπουραζοπούλου τό 2014 μᾶς ἔδωσε τό πρῶτο μέρος τῆς τριλογίας μέ τίτλο «Ὁ Δράκος τῆς Πρέσπας». Ὁ πρῶτος τόμος εἶχε τόν τίτλο «Ἡ κοιλάδα τῆς λάσπης». Ἡ ὑπόθεση εἶχε ἐν ὀλίγοις ὡς ἑξῆς: Βρισκόμαστε στό Πισοδέρι τῆς Φλώρινας. Ὁ χρόνος εἶναι ἀπροσδιόριστος, ἀλλά τεχνολογικά μοιάζει πολύ μέ τό σήμερα. Στή λίμνη (Μεγάλη) Πρέσπα ἐμφανίζεται ἕνας Δράκος. Κανείς δέν τόν ἔχει δεῖ, ἐκτός ἀπό τά θύματά του: βιάζει καί σκοτώνει. Ἡ παρουσία του ἔχει ἀλλοιώσει ἄρδην τή φυσιολογία τῆς λίμνης καί τό κλῖμα τῆς περιοχῆς. Βρέχει συνεχῶς, ὁ οὐρανός εἶναι μονίμως μουντός, ἡ λίμνη ἔχει μετατραπεῖ σέ βοῦρκο. Οἱ κάτοικοι ἔχουν φύγει. Μόνον καλύβες μέ «δρακολόγους» ὑπάρχουν. Τόν ἔλεγχο τῆς περιοχῆς καί τήν ἐμπορική ἐκμετάλλευση ἔχει ἀναλάβει ἡ Παγκόσμια Τράπεζα Ἀνάπτυξης. Ὁ ὕπατος ἁρμοστής τῆς Π.Τ.Α. εἶχε ὁρίσει τρεῖς τελωνειακές ἀρχές στίς τρεῖς χῶρες πού μοιράζονται τή λίμνη. Οἱ ἁρμόδιοι τελῶνες φρόντιζαν τούς δρακολόγους καί τήν αὔξηση τῶν κερδῶν τῆς ΠΤΑ.
Στόν δεύτερο τόμο ἡ δράση μεταφέρεται στό βόρειο μέρος τῆς λίμνης, στή Βόρεια Μακεδονία. Ἐδῶ ἡ ἐπίδραση τοῦ Δράκου στό περιβάλλον καί στή λίμνη εἶναι ἐντελῶς διαφορετική. Ἐδῶ ὁ ἥλιος λάμπει διαρκῶς, χειμῶνα-καλοκαίρι. Τό νερό τῆς λίμνης ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπό ἄμμο καί ὅλα τά φυτά ἔχουν ξεραθεῖ. Ὅμως κι ἐδῶ ἔχουν φύγει ὅλοι οἱ κάτοικοι ἀπό τήν περιοχή τοῦ Δράκου.
Καί ἐδῶ ὁ Δράκος σκοτώνει. Κι ἐδῶ ὑπάρχουν δρακολόγοι πού προσπαθοῦν νά κατανοήσουν τό μυστήριο τῆς ὕπαρξής του. Κι ἐδῶ οἱ ἑρευνητές εἶναι μοιρασμένοι σέ κλίκες, ὅπου ὑπάρχουν καλοπροαίρετοι καί κακοπροαίρετοι, φιλόδοξοι καί ταπεινοί, ἀδίστακτοι καί φιλικοί. Πάλι ὀ τελώνης εἶναι διεφθαρμένος καί χρησιμοποιεῖ παρανόμους γιά προσωπικό ὄφελος.
Οἱ ἑρευνητές τῶν δύο πλευρῶν θεωροῦν ἀλλήλους ὡς ἐχθρούς. Ἡ μεταξύ τους ἐπικοινωνία ἀπαγορεύεται ἀπό διακρατικές συμφωνίες καί τιμωρεῖται μέ θάνατο, θεωρούμενη ὡς προδοσία. Μοῦ ἄρεσε πάρα πολύ ἠ λέξη «ἀλλόχθιος» πού χρησιμοποιεῖ ἡ συγγραφέας γιά να περιγράψει τούς κατοίκους τῶν διαφορετικῶν πλευρῶν.
Κάποια στιγμή ὅμως ἐπιτυγχάνεται ἡ ἐπικοινωνία, ἡ συνάντηση στό σύνορο. Καί τότε τό σόκ εἶναι μεγάλο καί γιά τίςδύο πλευρές. Ἡ διαφορά στήν ἐπίδραση τοῦ Δράκου στούς συνομιλητές δέν ἐμποδίζει νά ἐμφανιστοῦν ἴδιες ἰδέες καί ἀπόψεις, νά ἀποκαλυφθοῦν ἀπρόσμενες συγγένειες, νά σχηματιστοῦν ἀδιανόητες συμμαχίες. Καί τό τέλος μόνο τέλος δέν εἶναι, παρά μία ἔνεση ἀγωνίας γιά τό επόμενο καί τελευταῖο μέρος.
Χωρίς νά εἶναι ἄμεσα εμφανές, κυριαρχεῖ μεταξύ τῶν ἐπιστημόνων τῶν δύο πλευρῶν καί διαποτίζει τελικά τόν ἀναγνώστη ἡ ματαιοπονία τῶν προσπαθειῶν. Τόσοι ἐπιστήμονες, τόσες προσπάθειες, τόσες διαφορετικές ἰδέες καί στό τέλος δέν ἔχουν καί ἔχουμε τήν παραμικρή ἰδέα για τό φαινόμενο «Δράκος».
Οἱ περιγραφές τῆς συγγραφέως εἶναι πολύ παραστατικές. Χρησιμοποιῶντας τίς κατάλληλες λέξεις ἀλλά καί συχνές ἐπαναλήψεις, βάζει τόν ἀναγνώστη μέσας στό κλῖμα τῆς περιοχῆς. Ὅσο ἀδιανόητα καί νά εἶναι αὐτά πού περιγράφει, τό κάνει τόσο πειστικά ὥστε νά μοιάζουν μετά ἀπό λίγο φυσιολογικά. Οἱ τόποι, τά ὀνόματα, οἱ φράσεις καί οἱ ἐκφράσεις πού χρησιμοποιεῖ δείχνουν πολύ καλή μελέτη πρίν τή συγγραφή. Ἐξίσου παραστατικά παρουσιάζονται καί οἱ ἄνθρωποι, τόσο στήν ἐμφάνιση, ὅσο καί στόν χαρακτῆρα. Τεχνηέντως μᾶς ὁδηγεῖ νά συμπαθήσουμε καί ἀντιπαθήσουμε, νά χαροῦμε καί νά λυπηθοῦμε, νά γελάσουμε καί νά πονέσουμε. Μᾶς βυθίζει στόν ἡλιόλουστο κόσμο τῆς κεχριμπαρένιας ἐρήμου καί μᾶς ἀφήνει νά περιμένουμε ἐναγωνίως τή λύτρωση.