Ο Νόμος της Αγοράς με πρωτότυπο τίτλο La Loi du Marche (2015) είναι ένα γαλλικό δράμα που μετατρέπει το σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα της ανεργίας και της οικονομικής αστάθειας σε προσωπικό πρόβλημα ενός χαρακτήρα, του Thierry Taugourdeau (Vincent Lindon). Η σκηνοθεσία του Stephane Brize και το σενάριο του ίδιου και του Olivier Gorce, αλλά και η εσωτερική νατουραλιστική ερμηνεία του Lindon συνθέτουν ένα ήσυχο και συναισθηματικά ορισμένο ανθρώπινο πορτρέτο. Η ταινία συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ των Καννών και ο Lindon απέσπασε το βραβείο του Καλύτερου Ηθοποιού.
Ο μεσήλικος οικογενειάρχης Thierry προσπαθεί μέσω μαθημάτων και σεμιναρίων να ενταχθεί και πάλι στο εργασιακό σύστημα. Τελικά, προσλαμβάνεται ως φύλακας σε ένα supermarket, μια εργασία που τον ωθεί σε ηθική αυτό-αμφισβήτηση, καθώς παρακολουθεί και οδηγεί στην τιμωρία κάθε παραβάτη του «νόμου της επιχείρησης». Πρώην θύμα της αγοράς εργασίας πλέον γίνεται εκείνος που μπορεί να οδηγήσει τους συνεργάτες του στην ανεργία.
Τόσο τα φορμαλιστικά στοιχεία και η πλοκή όσο και η υποκριτική δεινότητα του Lindon συνθέτουν το συναισθηματικό τέλμα του ήρωα, καθώς μεταβάλλει την εξωτερική πίεση σε εσωτερική απόγνωση. Όσον αφορά τις σκηνοθετικές και φωτογραφικές επιλογές, ο ήρωας τοποθετείται συχνά στην άκρη του κάδρου και τα χρώματα -ειδικά, στον χώρο εργασίας του- είναι ψυχρά και μη κορεσμένα δίνοντας την αίσθηση ότι δεν ελέγχει πλήρως τη ζωή του και βρίσκεται σε ένα αυστηρό και αποστειρωμένο περιβάλλον. Ο εργασιακός του χώρος λειτουργεί ως ένας μικρόκοσμος παρακολούθησης και έκθεσης στην εξουσία. Όσοι/όσες διαπράττουν κάποιο παράπτωμα στο εργασιακό σύμπαν μοιάζουν εκτεθειμένοι και ταπεινωμένοι στο λευκό δωμάτιο της ανάκρισης και αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο χωρίς ευελιξία ή συγχώρεση με τιμωρό τον ίδιο τον Thierry.
Στιλιστικά, η ταινία αποπνέει αίσθηση ντοκιμαντέρ με μεγάλης διάρκειας πλάνα και μια αληθοφάνεια που προέρχεται τόσο από το ρεαλιστικό σενάριο όσο και από τη μινιμαλιστική εσωτερική ερμηνεία του Lindon που δείχνει να βιώνει με ειλικρίνεια τις συναισθηματικές αναταράξεις του ήρωα που υποδύεται. Το εκφραστικό του πρόσωπο αποκαλύπτει περισσότερα για τον τρόπο που αισθάνεται σε σχέση με τα όσα φανερώνει μέσω διαλόγου. Αναμφίβολα, πρόκειται για ένα δράμα που κινείται με αργούς ρυθμούς, καθώς μεταφέρει την αίσθηση στους/στις θεατές ότι έχουν κολλήσει και οι ίδιοι/ίδιες στην εργασιακά στάσιμη ζωή του ήρωα.
Η ταινία κατορθώνει αποφεύγοντας τις μελοδραματικές εντάσεις να θίξει το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα αξιών και το καίριο πρόβλημα της ανεργίας που αναμφίβολα μαστίζει τις σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Παράλληλα, διερευνάται η συμπεριφορά της Πολιτείας απέναντι στα παιδιά με ειδικές ανάγκες, όπως ο γιος του Thierry. Αν και το σενάριο ασχολείται με μια ευαίσθητη κοινωνικά θεματολογία, αποφεύγει την παγίδα της εύκολης συγκίνησης και επιλέγει να θέσει στο επίκεντρο έναν χαρακτήρα που διεκδικεί το δικαίωμά του στην εργασία με αξιοπρέπεια.
Η περιορισμένη αγορά εργασίας, η επακόλουθη ανεργία, αλλά και η προσωπική ηθική αποτελούν τον πυρήνα του ανθρωποκεντρικού και ρεαλιστικού Νόμου της Αγοράς. Ένα δράμα που με απλότητα και αμεσότητά λειτουργεί ως ένα ολοκληρωμένο πολιτικό και κοινωνικό σχόλιο και αδιαμφισβήτητα, αξίζει την προσοχή σας.