Με αφορμή το ανέβασμα του έργου Ο Επαγγελματίας του Ντούσαν Κοβάσεβιτς που έκανε πρεμιέρα εδώ και μερικές μέρες στο θέατρο Σοφούλη από τους Enigma Theatre Group, συνομιλήσαμε με έναν από τους ηθοποιούς της παράστασης, τον Ηλία Παπαδόπουλο, για την πολτική και κοινωνική σημασία του έργου σήμερα.
Ποια είναι η υπόθεση του Επαγγελματία;
Βρισκόμαστε στο Βελιγράδι, μετά τον θάνατο του
Τίτο. Κινητήριος μοχλός, ο πρώην καθεστωτικός αστυνομικός Λούκα που
επισκέπτεται τον πρώην αντικαθεστωτικό συγγραφέα και νυν διευθυντή εκδοτικού
οίκου, Τέγια. Η συνάντησή των δυο σηματοδοτεί την παραδοχή και την αποκάλυψη
του νεφελώδους παρελθόντος τους. Μια βαλίτσα γεμάτη μυστικά και τέσσερα δεμένα
βιβλία – το έργο ζωής του αστυνομικού – θα ανατρεψουν τη ζωή, το παρόν του
συγγραφέα. Και θα επιβεβαιώσουν τον αριστοτελικό κανόνα περί πολιτικής: ότι ο
άνθρωπος είναι πολιτικό ον και ότι η πολιτική συνείδηση καλλιεργείται μέσω των
διαπροσωπικών σχέσεων.
Ποιος είναι ο ρόλος που ερμηνεύετε επί σκηνής και
πώς αλληλεπιδρά με τους άλλους χαρακτήρες;
Εγώ υποδύομαι τον Τέγια,
τον συγγραφέα. Ο οποίος δέχεται την απρόσκλητη και ταυτόχρονα επιβλητική
επίσκεψη του Λούκα μια Παρασκευή, που είναι ταυτόχρονα και ημέρα των γενεθλίων
του. Τη μεταξύ τους συζήτηση διακόπτει περιστασιακά η Μάρθα, η γραμματέας του.
Όσο αποκαλύπτεται το παρελθόν του Τέγια, τόσο βλέπουμε τη σταδιακή αλλαγή της
συμπεριφοράς της Μάρθας απέναντί του. Επίσης απρόσκλητος εισβάλλει κι ο Τρελός,
άλλος ένας αντικαθεστωτικός συγγραφέας που κατηγορεί τον Τέγια ότι λογοκρίνει
τα χειρόγραφά του. Στη σκηνή, θα δούμε
και τη μητέρα του Τέγια, σ’ένα πέρασμα έκπληξη.
Πώς θα περιγράφατε το έργο; Τι είναι εκείνο που
σας συναρπάζει περισσότερο σ' αυτό;
Είναι ένα noir έργο μυστηρίου με σαφείς πολιτικές προεκτάσεις,
όπου οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη. Η γραφή του Κοβάτσεβιτς, συμπαγής
σαν σκληρό τσιμέντο, δημιουργεί ένα καθαρό και στιβαρό οικοδόμημα, στο οποίο η
κάθε ατάκα φέρνει την επόμενη, η κάθε σκηνή διαδέχεται την προηγούμενη
αριστοτεχνικά. Οι χαρακτήρες έχουν όλοι δίκιο και άδικο ταυτόχρονα – και στην
προσπάθειά τους να ανακαλύψουν τα κίνητρά τους, χάνουν το σημαντικότερο: την
επαφή τους με τον συνάνθρωπο. Και στο τέλος μένουν όλοι μόνοι, να αναρωτιούνται
αν το τέλος τους αυτό είναι ταυτόχρονα και μια αφορμή για μια νέα αρχή. Ακριβώς
όπως έγινε με τη Γιουγκοσλαβία, λίγο πριν γραφτεί το έργο. Τότε που διαλύθηκε στα συστατικά της.
Ποιο είναι το ιδιαίτερο γνώρισμα του Κοβάσεβιτς ως
συγγραφέα; Έχουν ανέβει άλλα έργα του στην χώρα μας;
Είναι ένας συγγραφέας που πρώτα απ’ όλα αγαπάει
τους χαρακτήρες του. Επικεντρώνεται στις μεταξύ τους σχέσεις και δεν τον
ενδιαφέρει να πάρει σαφή πολιτική, διδακτική θέση. Εφοδιάζει τον κάθε χαρακτήρα
με τα δικά του κίνητρα και τους αφήνει ν’ αλληλεπιδράσουν, να συγκρουστούν. Κι
αυτό είναι εξαιρετικά βοηθητικό για έναν ηθοποιό, το να έχει στα χέρια του μια
πλειάδα σαφών, διακριτών υλικών, πάνω στα οποία να μπορεί να χτίσει μια
ερμηνεία. Η εξαγωγή συμπερασμάτων, έπειτα, ανήκει αποκλειστικά στο θεατή. Εκτός
από τον «Επαγγελματία», στην Ελλάδα έχουν ανέβει τα έργα του «Ο Άγιος Γεώργιος
Σκοτώνει τον Δράκο» σε σκηνοθεσία Μπράνισλαβ Λέσιτς για λογαριασμό του Εθνικού
Θεάτρου και «Ο Σπιούνος των Βαλκανίων» στο Θέατρο Πολιτεία.
Για ποιους λόγους, πιστεύετε, αφορά το κοινό
σήμερα το έργο αυτό;
Πρώτα-πρώτα, είναι ένα πολύ καλογραμμένο έργο. Το
μυστήριο που περιβάλλει τους χαρακτήρες και η ατμόσφαιρά του είναι στοιχεία που
σίγουρα θα ταξιδέψουν τον θεατή. Αλλά και σε δεύτερο επίπεδο, τα θέματα με τα
οποία καταπιάνεται ο Κοβάτσεβιτς, η επιλογή των ανθρώπων να χωρίζονται σε
στρατόπεδα ενώ στην ουσία δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, ο βαυκαλισμός ότι οι
χαρακτήρες παλεύουν για ένα καλύτερο σήμερα ενώ στην ουσία το μόνο που
καταφέρνουν είναι να υπηρετούν το σύστημα και η μόνη ουσιαστική ανάγκη που έχει
ο άνθρωπος είναι να πιαστεί αγκαλιά με τον διπλανό του και να συμπορευτούν,
είναι στοιχεία με τα οποία (ευελπιστούμε να) ταυτίζονται οι θεατές.