Η Λυδία Φωτοπούλου στον ομώνυμο ρόλο
Η «Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της» είναι ένα από τα διασημότερα έργα του Γερμανού δραματουργού, σκηνοθέτη και ποιητή Berthold Brecht –και ένα από τα σημαντικότερα έργα της δραματουργίας του 20ου αιώνα– το οποίο γράφτηκε το 1939 ενόσω ο ίδιος ήταν αυτοεξόριστος στη Σουηδία. Ο Brecht θεωρείται ο πατέρας του «επικού θεάτρου» (ή του «διαλεκτικού θεάτρου», όπως αργότερα το ονόμασε ο ίδιος), του θεάτρου που έρχεται σε συνδιαλλαγή με τα πολιτικοκοινωνικά ζητήματα της εποχής του με στόχο να φέρει τον θεατή αντιμέτωπο με την πραγματικότητα και να κινητοποιήσει τη σκέψη και την κριτική του ικανότητα και όχι τόσο το συναίσθημά του. Το «επικό θέατρο» υπήρξε το αντίπαλον δέος του «ρεαλιστικού θεάτρου», κύριος εκπρόσωπος του οποίου ήταν ο Stanislavski, το οποίο στόχευε στην αληθινή συναισθηματική αντίδραση του ηθοποιού, ο οποίος οφείλει να οδηγήσει τον θεατή στην φανταστική ιστορία του έργου. Για τον Brecht, όμως, αυτό αποτελούσε αποφυγή της πραγματικότητας και τον προβλημάτων της. Κατ' αναλογία, το «επικό θέατρο» αντιπαρατίθεται στην αριστοτελική μίμηση και κάθαρση. Για τον Brecht το θέατρο, και το έργο τέχνης εν γένει, δεν στοχεύει στη μίμηση της πραγματικότητας αλλά στη σημασιοδότησή της. Δεν πρέπει να οδηγεί τον θεατή δι' ελέου και φόβου στην των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν μέσα από τη συναισθηματική του συμμετοχή, αλλά να τον κάνει να αποστασιοποιηθεί από τα πάθη, ώστε να μπορέσει με κριτική ματιά να αντικρίσει την πραγματικότητα. Η περίφημη τεχνική της «μπρεχτικής αποστασιοποίησης» (όρος που χρησιμοποίησε πρώτη φορά ο Brecht το 1936 σε ένα δοκίμιό του για το Κινέζικο Θέατρο) έχει ως στόχο να κάνει ανοίκεια τα πολιτικοκοινωνικά γεγονότα και ζητήματα, ώστε ο θεατής να μπορέσει να τα παρατηρήσει πραγματικά, να προβληματιστεί και να επέμβει.
Η ιστορία της Μάνας Κουράγιο λαμβάνει χώρα μέσα στον τριακονταετή πόλεμο (1618-1648), συγκεκριμένα από το 1624 ως το 1636 και εκτυλίσσεται σε 12 σκηνές. Πρόκειται για ένα έργο με αντιπολεμικό χαρακτήρα, στο οποίο ο Brecht παρουσιάζει τις συνέπειες και τα δεινά του πολέμου, καταδεικνύοντας, όμως, κατά κύριο λόγο τον ρόλο που παίζουν –είτε ενεργητικά είτε παθητικά– οι απλοί άνθρωποι στον πόλεμο. Καθώς αυτοί δεν είναι πάντα τα θύματα, αλλά στο όνομα της ανάγκης μπορούν να γίνουν συνένοχοι και δράστες. Η Μάνα Κουράγιο γυρνά με το κάρο της τα στρατόπεδα, πλιατσικολογώντας και όσο ο πόλεμος διαρκεί επωφελείται από αυτόν πουλώντας την πραμάτεια της για να ζήσει. Το κέρδος που της προσφέρει ο πόλεμος για να μπορεί να ζει –μια ζωή δύσκολη και βάρβαρη αν μη τι άλλο– κάνει την ειρήνη ανεπιθύμητη. Ο πόλεμος είναι το ψωμί της. Το ίδιο μαθαίνει και στα τρία παιδιά της να κάνουν, καθώς αυτά γυρνούν μαζί της. Στην προσωπικότητα του καθενός, όμως, αυτή η ζωή και αυτή η φιλοσοφία έχει άλλο αντίκρυσμα και επιφέρει διαφορετικές συνέπειες. Εν τέλει, χάνει και τα τρία της παιδιά μέσα στον πόλεμο. Ο πόλεμος που, με ένα παράλογο τρόπο μοιάζει ωφέλιμος σε κάποιες περιστάσεις, δεν παύει να δείχνει το σκληρό του πρόσωπο και να αποβαίνει καταστροφικός και για τον νικητή και για τον ηττημένο.
Το ανέβασμα της «Μάνας Κουράγιο» είναι η συμμετοχή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στην επέτειο των 60 χρόνων από τον θάνατο του Berthold Brecht. Ο Σέρβος σκηνοθέτης Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς επιστρέφει μετά από 13 χρόνια για να σκηνοθετήσει το έργο στην καινούργια και άρτια μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα. Και η Λυδία Φωτοπούλου, 8 χρόνια μετά την τελευταία συνεργασία της με το ΚΘΒΕ, επιστρέφει για να ενσαρκώσει την Άννα Φίρλινγκ, την Μάνα Κουράγιο.
Πάνω στη σκηνή οι ηθοποιοί είναι καθισμένοι σε καρέκλες που βρίσκονται η μια δίπλα στην άλλη και σηκώνονται διαδοχικά για να πάρουν τον λόγο στα μικρόφωνα. Μαζί τους βρίσκεται μια οχταμελής ορχήστρα. Η σκηνοθεσία του έργου είναι ολοκληρωμένη, τηρώντας τους όρους της μπρεχτικής αποστασιοποίησης σύμφωνα με την οποία το θέατρο είναι ένα παιχνίδι, μία σύμβαση που στηρίζεται σε κανόνες. Τελείται η ρήξη του τέταρτου τοίχου και οι ηθοποιοί απευθύνονται άμεσα στο κοινό, αναλαμβάνουν πολλαπλούς ρόλους μέσα στην παράσταση, οι σκηνές αναγγέλλονται και κατά τη διάρκειά τους παρεμβάλλεται η μουσική του Πάουλ Ντεσσάου, η οποία γράφτηκε το 1951. Οι ηθοποιοί ερμηνεύουν ζωντανά τα απαιτητικά τραγούδια. Η ερμηνεία της Λυδίας Φωτοπούλου είναι καθηλωτική. Η στάση του σώματος της και οι εναλλαγές στη φωνή, το ύφος και την έκφρασή της αποδίδουν άρτια την Μάνα Κουράγιο, αναδεικνύοντας τον πολυσύνθετο χαρακτήρα της Άννα Φίρλινγκ, την πονηριά, τη δύναμη μα και τα εύθραυστα σημεία της. Επιπλέον, ξεχωρίζει σπαρακτική ερμηνεία της Εμμανουέλας Μαγκώνη που παίζει την Κατρίν, την μουγκή κόρη. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί συντονισμένοι αρμονικά σε μια ομάδα κρατούν σταθερό το ρυθμό της παράστασης εναλλάσσοντας τους ρόλους και τις σκηνές. Ενίοτε υπάρχουν στιγμές αμηχανίας, κατά τη διάρκεια των εναλλαγών των ρόλων και των σκηνών, όταν οι ηθοποιοί επιστρέφουν στις καρέκλες τους ή όταν σηκώνονται και έρχονται ξανά μπροστά, στα μικρόφωνα. Ωστόσο, το συνολικό αποτέλεσμα είναι άκρως θετικό. Πράγμα που αποδεικνύει πόσο επιτυχημένος είναι ο συνδυασμός ενός μεγάλου κειμένου, μιας σπουδαίας, παλαιάς κοπής ηθοποιού και ενός ποικιλόμορφου θιάσου.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μουσική: Πάουλ Ντεσσάου Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας Σκηνοθεσία: Νικίτα Μιλιβόγεβιτς Σκηνογραφική επιμέλεια-Κοστούμια: Κέννυ ΜακΛέλλαν Διεύθυνση ορχηστρικού συνόλου: Νίκος Καπετάνιος Hχητικός σχεδιασμός-Μουσική διδασκαλία: Νίκος Γαλενιανός Χορογραφίες: Αμάλια Μπένετ Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος Βοηθός σκηνοθέτη: Ηλίας Παπαδόπουλος Βοηθός σκηνογράφου: Μαρία Μυλωνά Οργάνωση παραγωγής: Ναταλία Λαμπροπούλου
Διανομή: Λυδία Φωτοπούλου (Mάνα Κουράγιο), Εμμανουέλα Μαγκώνη (Κάτριν, η μουγκή κόρη της), Ορέστης Χαλκιάς (Άιλιφ, ο μεγάλος γιος), Εμμανουήλ Κοντός (Έμενταλ, ο μικρός γιος), Ελευθερία Αγγελίτσα (Νέος στρατιώτης), Στελλίνα Βογιατζή (Υβέτ Ποτιέ / Μια φωνή / Νέος Αγρότης), Σοφία Καλεμκερίδου (Μάγειρας / Αγρότισσα), Γιώργος Κολοβός (Μάγειρας / Λοχίας / Ιεροκήρυκας / Στρατιώτης), Δημήτρης Μορφακίδης (Σιτιστής / Γέρος συνταγματάρχης / Παλιός στρατιώτης/ Ιεροκήρυκας / Αγρότης ), Αγγελική Νοέα (Στρατολόγος / Στρατιώτης / Υβέτ Ποτιέ), Χρήστος Παπαδημητρίου (Στρατηγός / Ιεροκήρυκας / Αγρότης/ Γραφιάς / Στρατιώτης), Παναγιώτης Παπαϊωάννου (Λοχίας / Ιεροκήρυκας / Στρατιώτης), Αλέξανδρος Σιάτρας (Γραφιάς / Στρατιώτης / Λοχίας), Μιχάλης Σιώνας (Αυτός με τον επίδεσμο/ Μάγειρας).
Μουσικοί επί σκηνής:
Άρτεμις Βαβάτσικα (μπαγιάν), Ιωάννα Γανίτη (τρομπέτα), Κωνσταντίνος Ιωαννίδης (φλάουτο), Ηρώ Μενέγου (πιάνο), Θεόφιλος Μπίκος (κιθάρα), Ανδρέας Παπακώστας-Σμύρης (φλάουτο), Βαλεντίνη Παπανικολάου (κρουστά), Πασχαλίνα Τσέρνου (πιάνο).
Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών
Διάρκεια παραστάσεων: 20/10/2016-29/1/2017
ΗΜΕΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ:
Τετάρτη 18:00
Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο 21:00
Κυριακή 19:00
Για το ανωτέρω κείμενο χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από τις παρακάτω ιστοσελίδες:
http://www.mytheatro.gr/epiko-theatro-istoria-theatrou/
http://theatro-vlepsias.blogspot.gr/2012/02/blog-post_29.html
https://theatro.wordpress.com/2007/05/09/h-«μάνα-κουράγιο»-στο-εθνικό-θέατρο/
http://www.theaterst.upatras.gr/wp-content/uploads/2014/01/ενότητα-δεύτερη-επιλογή.pdf