Η Λέλα Ράμογλου, σκηνοθέτης και επιμελήτρια της performance “Fake Time”, μας μίλησε για την νέα performance της, όπου ο θεατής γίνεται ο πρωταγωνιστής, αναλύει τους συμβολισμούς της παράστασης και μας ξεναγεί στο ξενοδοχείο Άριστον.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για μια παράσταση σε ξενοδοχείο και μάλιστα σε όλους τους χώρους του;
To Hotel Ariston που ανοικοδομήθηκε το 1948 είχε σημαίνουσα θέση στην καρδιά της πόλης εξαιτίας της μπαουχάους αρχιτεκτονικής του και εξαιτίας των διάσημων προσωπικοτήτων που φιλοξενούσε. Αυτή τη στιγμή έχει κηρυχθεί διατηρητέο. Το 2008 σταμάτησε την λειτουργία του ως ξενοδοχείο και έπεσε η ιδέα από την Θούλη Μυσιρλόγλου, curator του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, να λειτουργήσει ως χώρος πολιτισμού στα πλαίσια της 15ης Biennale Νέων Μεσογείου, που έλαβε χώρα πέρυσι. Τότε το ξενοδοχείο μετατράπηκε σε χώρο εικαστικής έκφρασης όπου σε κάθε δωμάτιο φιλοξενούνταν έργα καλλιτεχνών και στον τέταρτο όροφο παρουσιάζονταν η performance που λεγόταν “The Hunt: a mind game”. Η ίδια performance ταξίδεψε στη Γλασκόβη όπου και συνειδητοποιήσαμε ότι το project δεν θα λειτουργήσει αν δεν επεκταθεί και στους υπόλοιπους ορόφους του ξενοδοχείου.
Fake Time. Γιατί ψεύτικός χρόνος;
Ψεύτικος χρόνος, γιατί κυρίως αναφέρεται στην ψεύτικη εποχή μας, που όλο μας τάζει και όλο περιμένουμε, προσπαθούμε και απογοητευόμαστε. Είναι μια ψεύτικη εποχή που αφορά κυρίως τη νέα γενιά, τη γενιά μας. Ίσως τελικά να έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε σε κάτι για να επιβιώσουμε, για να συνυπάρξουμε.
Πες μας λίγα λόγια για την παράσταση.
Στόχος της παράστασης είναι η εσωτερική ενδοσκόπηση, η αυτοψυχανάλυση. Ο θεατής καλείται να απαντήσει σε ένα ερωτηματολόγιο και μετά τη διάγνωση στο ψυχιατρείο του 1ου ορόφου κατευθύνεται στους υπόλοιπους ορόφους για να ακολουθήσει την κατάλληλη θεραπεία. Ο κάθε όροφος διαμορφώθηκε σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο. Η ιδέα βασίστηκε σε κάποιες δικές μου ανησυχίες που αφορούσαν το πώς μπορούμε να μεταφράσουμε κάποια πράγματα που παρατηρούμε στην καθημερινότητα μας σε ένα άλλο επίπεδο. Πρωταγωνιστής είναι ο θεατής και σε κάθε όροφο οι performers είναι «εκπαιδευμένοι» έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τον θεατή. Ο θεατής μπορεί να «διαδράσει» με τον performer όσο ο ίδιος θέλει. Παράλληλα, υπάρχει μια κάθετη δράση, κεντρικού προσώπου το ονομάζουμε, όπου παρουσιάζεται η προσωπική ιστορία μιας κοπέλας η οποία θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε άνθρωπος σαν και εμάς. Η κοπέλα ακολούθησε τις αυστηρές αρχές της συντηρητικής και καθωσπρέπει οικογένειας της και στην πορεία ερωτεύτηκε κάποιον που δεν ήταν ομότιμος της και έμεινε έγκυος μαζί του. Το έργο διαδραματίζεται συγχρόνως σε πολλές εποχές, κινείται από το παρελθόν στο παρόν και αντίστροφα. Και για αυτό ονομάζεται και Fake Time.
Πώς προέκυψε αυτό το έντονο ψυχαναλυτικό στοιχείο της performance;
Προέκυψε διότι δεν ζούμε σε μια ρόδινη εποχή. Οι άνθρωποι γύρω μας είναι προβληματισμένοι και όσοι έρχονται στο performance βρίσκουν ένα κομμάτι του εαυτού τους εκεί μέσα. Να σου πω ότι το ψυχογράφημα είναι βασισμένο σε επιστημονικά δεδομένα και συμβουλευτήκαμε και ψυχολόγο προκειμένου να συνταχθεί και να δώσει κάποια πρόχειρα αποτελέσματα. Βασίστηκε στις αγχωτικές ασθένειες που επικρατούν σήμερα οι οποίες είναι νευρώσεις, κατάθλιψη, θυμός, μεγαλομανία, ψυχαναγκασμός, καταναγκασμός και εξαρτήσεις της μητέρας, του συντρόφου. Κάθε όροφος του ξενοδοχείου αντιστοιχεί σε μια ψυχική δομή. Παρόλο που αρχικά ήμασταν δύσπιστοι για το αν ο κόσμος θα συμπλήρωνε το ερωτηματολόγιο παρατηρήσαμε ότι με μεγάλη προθυμία έδινε απαντήσεις. Από τις καμπύλες που σχηματίζονται διαβάζουμε με ένα γρήγορο τρόπο την ψυχική δομή του θεατή και αναλόγως προσαρμόζεται η διάδραση της performance.
Εσύ, η ίδια, έχεις συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο -ψυχογράφημα; Αν ήσουν θεατής σε ποιόν όροφο θα σε είχαν στείλει οι νοσοκόμες; Κοινώς, ποια θεραπεία πιστεύεις ότι θα ακολουθούσες;
Δεν μου έχουν κάνει ποτέ αυτήν την ερώτηση! Όχι, δεν έχω συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο. Ίσως το αποφεύγω συνειδητά ή μάλλον ασυνείδητα! Ίσως θα ήταν μια καλή ιδέα να το συμπληρώσω γιατί προσπάθησα πάρα πολύ να δω το performance ως θεατής. Προς κατάθλιψη θα ήμουν…ναι…κάτσε να σκεφτώ…δεν θα ήμουν μεγαλομανία, δεν θα ήμουν εξαρτήσεις…στον πρώτο όροφο θα κατέληγα μάλλον…
Τα σκηνικά της παράστασης είναι εντυπωσιακά. Πόση δουλειά χρειάστηκε για να στηθεί όλο αυτό;
Αρχικά ξεκίνησα να δουλεύω με ένα φίλο μου, φοιτητή στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ξεκινήσαμε οι δυο μας τον Μάιο. Καλούσαμε κόσμο να έρθει , τον ξεναγούσαμε, τους μιλούσαμε για την ιδέα. Αλλά στο τέλος δεν εμφανιζόταν κανείς. Μπαίναμε σε έναν όροφο του ξενοδοχείου, άδειο εντελώς εκείνη την εποχή, και του έλεγα «εδώ είναι το δάσος μας!». Με κοιτούσαν απορημένοι, έφευγαν και αυτοί. Κάποια στιγμή μέσα στο καλοκαίρι απογοητευμένοι τα παρατήσαμε, κλειδώσαμε το ξενοδοχείο και φύγαμε. Αλλά δεν το βάλαμε κάτω. Επανήλθαμε τον Σεπτέμβριο με λίγους ακόμα πιστούς συνεργάτες και δουλέψαμε για δυο μήνες ασταμάτητα. Αρχικά παίρναμε ρεύμα από τον σουβλατζή, του οποίου του έχουμε απίστευτη υποχρέωση. Και αυτό είναι μέσα στα σουρεαλιστικά στοιχεία της προσπάθειας μας να στήσουμε όλο αυτό το εγχείρημα. Το θέλαμε τόσο πολύ να γίνει πραγματικότητα που επινοούσαμε λύσεις πατέντες. Μας είχε γίνει εμμονή. Αλλά υπήρχε πολύ ωραίο κλίμα στο στήσιμο των σκηνικών.
Πρόκειται για μια παράσταση με έντονους συμβολισμούς. Θέλεις να μας πεις δυο λόγια γι’ αυτό;
Ναι, η αριστοκρατία για παράδειγμα συμβολίζει την εξουσία που μας επιβάλλεται από το κοινωνικό μας περιβάλλον και στηρίζεται σε μια κοινωνιολογική θεωρία του performance του everyday life του Erving Goffman, ο οποίος υποστηρίζει ότι όλες μας οι κινήσεις ακόμα και οι πιο παραμικρές, ένας διάλογος, μια χειρονομία, στηρίζονται σε κοινωνικές συμβάσεις προκειμένου να μπορούμε όλοι να συνυπάρχουμε ειρηνικά σε μεγάλα εισαγωγικά. Αυτό αντιπροσωπεύει η αριστοκρατία και ο καθωσπρεπισμός τους αλλά στην πραγματικότητα έχουν σαπίσει μέσα τους και καταπιέζει ο ένας τον άλλο. Αυτό το μωρό που πρόκειται να γεννηθεί η αριστοκρατία το θεωρεί ανεπιθύμητο για αυτό και το τρώνε μετά την αποβολή παρέα με τους καλεσμένους τους, το οποίο συμβολίζει το πώς οι αριστοκράτες και η σχέση τους με το φαγητό είναι πάρα πολύ κοντά στον κανιβαλισμό και στα ζωώδη ένστικτα τους.
Κάποια στιγμή με συνέλαβε η αστυνομία στα πλαίσια της παράστασης πάντα. Και με οδήγησε στο ανακριτικό. Η Ελληνική Αστυνομία παρουσιάζεται με κάπως σουρεαλιστικό τρόπο;
Η Ελληνική Αστυνομία παρουσιάζεται ισοπεδωμένη. Η κυρία Διοικητού είναι μέσα στο λαμέ, ακούει Πάολα, έχει μπει με μέσο στην Ελληνική Αστυνομία και δεν ενδιαφέρεται για τίποτα αλλά είναι και ψυχοπονιάρα και λύνει όλες τις υποθέσεις για πλάκα. Η σκηνή του φόνου είναι εντελώς σουρεαλιστική διότι δεν έχει γίνει κανένας φόνος αλλά έχουν γίνει και πολλοί φόνοι ταυτόχρονα. Της αθωότητας, του αυθορμητισμού, κανένας ρεαλιστικός φόνος δεν έχει γίνει. Ο αστυνομικός με το ξυρισμένο κεφάλι παρουσιάζεται ως νεοναζί, πωρωμένος με την εξουσία ενώ η άλλη αστυνομικός είναι το ξεκάρφωμα, είναι η αστυνομικός που δεν μπήκε με μέσο, γιατί γίνεται και αυτό μία στο τόσο, η οποία έχει διαβάσει πέντε βιβλία παραπάνω στη ζωή της αλλά δεν μπορεί να εκφράσει τη γνώμη της ούτε να ξεδιπλώσει τον χαρακτήρα της γιατί είναι υφιστάμενη.
Μετά από 7 χρόνια στο εξωτερικό σε Νέα Υόρκη και Λονδίνο και παρά την λαμπρή σου καριέρα, είσαι από τα λίγα παραδείγματα νέων που αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω και μάλιστα σε καιρό κρίσης. Γιατί αποφάσισες να γυρίσεις πίσω;
Γιατί είμαι από τη Θεσσαλονίκη(παχύ λάμδα- γελάει). Το λέει και το όνομα μου, Λλλέλλλα. Δεν ξέρω όλη με ρωτάνε και με βρίσκουν ρομαντική…εεε…με εκνευρίζει στο εξωτερικό! Ότι και να κάνεις ποτέ δεν είναι αρκετό! Και θυμάμαι τον εαυτό μου από γυμνασιοκόριτσο ακόμα να αναρωτιέμαι πότε θα έρθει η στιγμή που θα συμβαίνει κάτι σε αυτή την πόλη! Που και εγώ θα μπορώ να κάνω κάτι για να προσφέρω σε αυτή την πόλη. Και υπάρχει και πρόσφορο έδαφος για να καλλιεργηθεί. Δεν πιστεύω αυτά που ακούγονται ότι η Θεσσαλονίκη δεν έχει κατάλληλο κοινό γιατί πιστεύω ότι το κοινό εμείς το φτιάχνουμε. Είμαι ρομαντική και βλαμμένη, πες με έτσι!