Από το
Θέατρο Αυλαία, σε σκηνοθεσία Παύλου Δανελάτου
Με φόντο το μεσαιωνικό Παρίσι
και πρωταγωνιστή αδιαμφισβήτητο τον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων, ο
Ουγκώ, ο συγγραφέας του ιστορικού δράματος, γράφει ένα αριστουργηματικό
μυθιστόρημα που δονείται από το ρεύμα του ρομαντισμού. Ζωντανές
εικόνες, εναργείς περιγραφές των προσώπων και των καταστάσεων, συγκινητικές
περιπέτειες, συγκλονιστικοί έρωτες γεμάτοι πάθος, γενναιοδωρία και ιπποτισμός, συναρπαστικός
λυρισμός, ίντριγκες, μοναχικοί ήρωες που μάχονται ενάντια στο κοινωνικό
πεπρωμένο, και η ιστορία ως απαραίτητο πλαίσιο, αυτό είναι το σύμπαν του
ρομαντισμού.
Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε ένα μέρος, δίπλα στον καθεδρικό ναό, τη λεγόμενη «αυλή των θαυμάτων», όπου οι
τσιγγάνοι του Παρισιού ζουν ελεύθεροι διασκεδάζοντας. Εκεί, η όμορφη τσιγγάνα
Εσμεράλδα συναντά τον Κουασιμόδο, ένα καλοκάγαθο πλάσμα, αλλά με αποκρουστική
δυσμορφία, που ζει κρυμμένος στο καμπαναριό της εκκλησίας της Παναγίας των
Παρισίων. Η φυλή της Εσμεράλδας διώκεται με κρατικά διατάγματα. Δυο τραγικά
πλάσματα, λοιπόν, ο Κουασιμόδος και η Εσμεράλδα, θα βρουν καταφύγιο στη φιλία
και την αγάπη, ώστε να σταθούν απέναντι σε όσους τους κυνηγούν και να
καταφέρουν να συγκινήσουν ακόμα και κάποιους από τους διώκτες τους. Με τις
επιλογές τους και τη δύναμη της θέλησης, οι ήρωες μας διεκδικούν το όνειρο τους για ένα καλύτερο
κόσμο, όπου πάνω απ’ όλα ο άνθρωπος σέβεται τον άνθρωπο.
Η διασκευή της Ελένης
Μερκενίδου είναι ένα πολυφωνικό κείμενο που ταξιδεύει με λογοτεχνική δεινότητα
στη χώρα των παραμυθιών, της ποίησης και του στοχασμού. Η συγγραφέας, με
απόλυτο σεβασμό και γνώση της πολιτικο-ιστορικής, φιλοσοφικής και αισθητικής
διάστασης της γραφής του Ουγκώ, δεν παρέκκλινε σε δραματουργικές ευκολίες, που
ως συνήθως επικεντρώνονται σε μια απογυμνωμένη πλοκή. Εξαιρετικές οι
εμπνευσμένες στιγμές της ποιήτριας Μερκενίδου που γνωρίζει καλά πώς να
μπολιάζει με λόγο που κατέρχεται στους μυχούς, αλλά και ανυψούται
πανηγυρίζοντας, όταν το καλεί η περίσταση. Τρυφερότητα, ανθρωπισμός,
στοχαστικές ρήσεις διατρέχουν τη διασκευή της. Και όταν έρχεται η σειρά των
στίχων, αρχίζει το παιγνίδι με τη φαντασία και την ευρηματικότητα. Ρέουσες
λέξεις σαν χείμαρρος που δένουν θαυμαστά για να κάνουν το τραγούδι δώρο στα
στόματα των θεατών. Η μέγιστη εύνοια που θα μπορούσαν να δεχθούν αυτοί οι
στίχοι ήταν η πολύμορφη μουσική του Κώστα Βόμβολου. Με στοιχεία από μουσικές
του κόσμου, ο Βόμβολος ανασήκωσε τρυφερά μια-μια τις λέξεις της Μερκενίδου και
τις έδωσε ζωή, σώμα, που γιορτάζει και πάσχει, που χαμογελά και σκοτώνει.
Αγαστή Συνάντηση εκλεκτών δημιουργών.
Η σκηνοθεσία του Παύλου
Δανελάτου, με έναν ταχύτατο, σφιχτοδεμένο ρυθμό σε τόνους καταιγιστικούς και
ενθουσιώδεις στο πρώτο μέρος, εσωτερικούς και τραγικούς στο δεύτερο, οδήγησε με
ευαισθησία και λεπτοφυή προσέγγιση τις ερμηνείες των νέων ταλαντούχων ηθοποιών.
Ο Δανελάτος έκανε θέατρο με όλη τη σημασία της λέξης. Ο Δανελάτος ανήκει στην
κατηγορία των σκηνοθετών που θέλουν να δείχνουν το θέατρο, με άλλα λόγια όλη
αυτή τη μαγεία του ονείρου, που είναι το Θέατρο. Ειδικά σε αυτήν την σκηνοθετική
του εργασία αφέθηκε με πολύ κέφι και μας έκανε εμάς, του θεατές του, να
βλέπουμε όλοι μαζί το ίδιο όνειρο. Με ηθοποιούς ακαταπόνητους και εκρηκτικούς,
χορογραφημένους με παλμό και σφρίγος από την Μέλπω Βασιλικού, με ένα κείμενο
διαμάντι και μουσική που ανατάσσει ψυχές, ο Δανελάτος, μέσα από την σκηνοθεσία
του, μας υπενθύμισε για άλλη μια φορά ότι το θέατρο είναι θαύμα και οιωνός με
την αρχαία έννοια. Πέταγμα και καταβύθιση. Το ίδιο το έργο τον οδήγησε σε αυτή
τη συνύπαρξη. Και το πέτυχε απόλυτα. Η χαρά και η θλίψη, η γιορτή και το πένθος
ισορρόπησαν με μέτρο, προκρίνοντας την ομορφιά του θεάματος προς τέρψη του
κοινού.
Καταλυτική η συμβολή του
σκηνογράφου Απόστολου Αποστολίδη που επέλεξε μια σιδερένια κατασκευή
λειτουργική και αισθητικά ελκυστική μέσα σε ένα τοπίο σκοτεινότητας και κρυφίων
οδοσήμων. Με φόντο το video art του Γιάννη Κολαξίζη που κυριολεκτούσε, δίνοντας
εικόνες του εσωτερικού της Παναγίας των Παρισίων αλλά και του περιβάλλοντος
χώρου, ο Αποστολίδης ευφυώς επέλεξε την επιλογή της μεταφοράς και της
αφαίρεσης. Αυτή η πολύτροπη κατασκευή χρησιμοποιήθηκε με ποικίλους τρόπους από
τους ηθοποιούς, αποκτώντας διαφορετικά σκηνικά σημαινόμενα. Ο Αποστολίδης
δημιουργός και των κοστουμιών της παράστασης, έπαιξε με υψηλή αισθητική στη
χρωματική παλέτα του κόκκινου, μαύρου, γκρι, υπογραμμίζοντας την σκιά με
πινελιές φωτός, στο πλαίσιο πάντα της σκηνοθετικής εργασίας.
Το θέαμα στις δόξες του, αυτό
είναι που έμεινε, μετά από την ευφρόσυνη θέαση της «Παναγίας των Παρισίων», για
παιδιά και μεγάλους.
Για τους εραστές του Θεάτρου.