Μια συνομιλία με τη ζωγραφική του Θοδωρή Λάλου
«Πήγαινε έξω να παίξεις» «Βαριέμαι» «Πήγαινε τώρα που μπορείς».
Είμαι παιδί, έξω έχει χαρά Θεού και τώρα που μπορώ πρέπει να πάω έξω να παίξω. Μέσα ετοιμάζονται σουτζουκάκια κι εγώ πεινούσα κι ενοχλούσα. Έξω έχει αλάνα, προεκλογικά φυλλάδια και πολύ ήλιο. Δεν έχει βλαβερές ακτίνες, κάδους ανακύκλωσης και φασαρία. Η σιωπή είναι ο ήχος του πολέμου… διάβασα κάπου. (τι σημαίνει αυτό μπαμπά;)
Σιγά σιγά μαζευόμαστε κι άλλοι εξόριστοι συνομήλικοι. «Τι θα φάτε σήμερα;», «ο Θείος μου μας έφερε μπανάνες», «και μένα είναι αστυνομικός», «και μένα γιατρός και θα σε βάλει πίσω στην κοιλιά της μαμάς σου αν δεν το βουλώσεις μαλακισμένο». Ατράνταχτο επιχείρημα- σιωπή. «Πού είστε στο Εμείς κι ο Κόσμος
«Παίζουμε τσιγάρα-ποτά;». Αγαπημένος παιδικός προπομπός της εξάρτησης. Γραπώνεις κάποιον με μια μάρκα από τσιγάρα, τον ελευθερώνεις με ποτό. MILDE SORTE φυλακή, JIM BEAM φτου ξελευθερία… ΚΑΡΕΛΙΑ σε τσάκωσα, ΤEΚΙΛΑ σε ξεκλείδωσα… ΑΣΣΟΣ και μένεις στον άσσο, BATIDA DE COCO μα εγώ την καρδιά μου δεν τη δανείζω με τόκο…(τι σημαίνει αυτό μπαμπά;)
«Παίζουμε κλέφτες κι αστυνόμους;». Πάντα υπήρχε μια Αργυρώ να μας συντονίζει… υπήρχαν και φλούδες μανταρίνι και κάποιος που σου 'ριχνε στα μάτια να πονάς. Με σφαλιάρες και κλωτσιές ψηφίζουμε δημοκρατικά τους αρχηγούς. Αυτοί επιλέγουν τα πιο γερά άλογα στην ομάδα τους, όπως αντίστοιχα και τα κορίτσια τις πιο λεπτοπόδαρες για το λάστιχο. Μένουν με το παράπονο οι χοντροί, οι κοντοί, οι γυαλαμπούκες, οι άσχημοι, οι ξένοι. Μαζεύουμε πέτρες κι ετοιμάζουμε επίθεση. Θα γκρεμίσουμε τζαμιά και θα χτίσουμε στη θέση τους ξωκλήσια. Θα ματώσουμε μύτες και θα σπάσουμε καλάμια. Ζητάμε πόλεμο! Κι εμείς ειρήνη! Σε ποιον παραδίνεστε; «Στη νύχτα.»
Γυρίσαμε όλοι και κοιτάξαμε ποιος μίλησε. Ήταν κάποιος από άλλη χώρα, άλλη εποχή, ίσως κι από άλλη μνήμη… ούτε τ' όνομά του δεν θυμάμαι πια. «Οι κλέφτες κι οι αστυνόμοι βγαίνουν κυρίως τη νύχτα, δεν μπορούμε να τους παίξουμε τώρα που είναι μέρα»… είπε ο ξένος τότε που δεν υπήρχαν βλαβερές ακτίνες, κάδοι ανακύκλωσης κι οι κλέφτες κι οι αστυνόμοι έβγαιναν μόνο νύχτα. Ατράνταχτο επιχείρημα- σιωπή. «Τότε εσύ θα κάνεις τη νύχτα!» είπε η Αργυρώ και τα πράγματα μπήκαν στη θέση τους.
Αν επιλέγεις να 'ναι νύχτα, την υποδύεσαι.
Κάπως έτσι γεννήθηκε το θέατρο του παραλόγου. (θα σου εξηγήσω αργότερα τι είναι αυτό μπαμπά)
Προς το παρόν… «έτοιμα τα σουτζουκάκιααα» ακούγεται μια φωνή που φέρνει την εκεχειρία.
Όχι όμως και την ανακωχή.