Δεν είναι τα άνθη της αμυγδαλιάς, το ξέρω. Δεν είναι οι σεζλονγ πιότερο βολικές από τις χνουδωτές πολυθρόνες. Δεν είναι το λεμόνι στα κολοκυθάκια. Δεν είναι τα φλοράλ μακό μπλουζάκια. Δεν είναι καν η ζεστασιά του ήλιου, αυτά που με τόσο πάθος αποζητάς.
Είναι περισσότερο πως μπούχτiσες από χειμώνες. Εκείνους της καρδιάς. Είναι περισσότερο που παλεύεις να αποτινάξεις από πάνω σου το ψύχος. Εκείνο που σου φορτώθηκε με θράσος, εκείνο που φόρεσες για τόσους μήνες δίχως δεύτερη σκέψη γιατί τάχα νόμιζες πως ζεστό σε κρατά.
Είναι που πίσω από την ασπρόμαυρη θλίψη του χειμώνα τα χρώματα γίνονται διττά. Έτσι επαναπαύεσαι. Ξεχνάς το κίτρινο και το γαλάζιο. Γίνεσαι πιο μπόσικος και παύεις τις προσπάθειες να ζωντανέψεις.
Είναι πως σχέλτιασες από μικροαστικούς ακκισμούς και τάχα αδόκητα φλερτ. Φλέρτ του κώλου. Άνθρωποι επηρμένοι, βολεμένοι σε καναπέδες γωνία, με βαραθρωμένα σώματα και λεπτοφυές χιούμορ.
Είναι πώς ψάχνεις επιτέλους μια αλήθεια που να σου ταιριάζει. Κι ας μην είναι η μόνη αλήθεια. Ας είναι έστω μια αλήθεια χτισμένη μέσα στην άνοιξη, ανθισμένη γύρω από άτσαλους μαιάνδρους, βυθισμένη σε σαχλά νιαουρίσματα, περικυκλωμένη από ανθρώπους με στρογγυλά, γαλάζια μάτια.
Ας είναι μια αλήθεια που θα φέρει η άνοιξη. Και μην τη φοβάσαι! Αυτή ήξερε πάντοτε να αφήνει πίσω τους χειμώνες…
Άνοιξη! Άνοιξε, λοιπόν!