HomeMind the artLuca Gliozzi: O μαέστρος που θα συναντήσει...

Luca Gliozzi: O μαέστρος που θα συναντήσει την αυγουστιάτικη πανσέληνο στην Κρήτη

Exostis Team

Ο μαέστρος Luca Gliozzi μιλά για τη Συμφωνική Ορχήστρα Ρόκκας και τη συναυλία της κάτω από την πανσέληνο του 2025

Μέσα σε ένα φαράγγι γεμάτο μυστήριο και δέος, κάτω από τον κρητικό ουρανό, η παράδοση συναντά τη σύγχρονη δημιουργία, και η συμφωνική μουσική διαλέγεται με τον άνεμο, τα κυπαρίσσια και τη σιωπή της νύχτας.

Η «Συμφωνική Ορχήστρα Ρόκκας» είναι μια ιδέα που πήρε σχήμα και ήχο. Ένα όραμα που τόλμησε να φανταστεί τη μεγαλοπρέπεια της συμφωνικής τέχνης σε έναν τόπο που δεν την περίμενε – αλλά τη δέχτηκε σαν δικό του μυστικό. Με κάθε της εμφάνιση σε χωριά της Κισάμου και των Χανίων, αφήνει πίσω της ένα πολιτιστικό αποτύπωμα που δεν μετριέται σε χειροκροτήματα, αλλά σε μνήμες και κοινότητες που ξαναβρίσκουν τον ήχο τους.

Κάθε χρόνο, η σύνθεση της ορχήστρας προσαρμόζεται, φέρνοντας κοντά διακεκριμένους καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Στον πυρήνα της προσπάθειας: η ανταλλαγή, η συνύπαρξη, η πίστη στη συλλογική δύναμη της τέχνης. Και παράλληλα, ο φωτισμός όλων εκείνων που συνήθως μένουν αθέατα: η προετοιμασία, η αφοσίωση, η σιωπηλή πειθαρχία πίσω από κάθε μελωδία.

Το φετινό πρόγραμμα, κάτω από την αυγουστιάτικη πανσέληνο, χτίζει μουσικές γέφυρες ανάμεσα στη Σκανδιναβία και την Ελλάδα, προτείνοντας μια αφήγηση που μιλά για ειρήνη και ενότητα μέσα από τον ήχο. Υπό τη διεύθυνση του Luca Gliozzi, παρουσιάζονται έργα των Verdi, Stenhammar και Dvořák, ενώ συγκινητική στιγμή της βραδιάς θα αποτελέσει η εκτέλεση του Κοντσέρτου για Πιάνο αρ. 1 του Μίκη Θεοδωράκη από τον Κωνσταντίνο Παπαδάκη, σε έναν συμβολικό φόρο τιμής για το Έτος Μίκη Θεοδωράκη 2025.

O μαέστρος Luca Gliozzi μιλά για το φαράγγι της Ρόκκας, για τη σιωπή που γίνεται μουσική, για το αόρατο που μεταμορφώνεται σε εμπειρία. Μια προσωπική και ποιητική αφήγηση για την Ευρώπη που εξακολουθεί να ζει μέσα από τους ανθρώπους και τους ήχους της.

Η συναυλία της Συμφωνικής Ορχήστρας της Ρόκκας πραγματοποιείται κάτω από την πανσέληνο, σε ένα αρχαίο φαράγγι της Κρήτης. Πώς επηρεάζει αυτό το σκηνικό την προσέγγισή σας ως μαέστρος;

Το περιβάλλον στο οποίο βρισκόμαστε πάντα επηρεάζει το πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο — κι αυτό περιλαμβάνει και το πώς ακούμε. Στη Ρόκκα δεν είμαστε σε μία αίθουσα συναυλιών· είμαστε εκτεθειμένοι στον ανοιχτό αέρα, στην υφή της πέτρας, στον ρυθμό του ανέμου, στο απέραντο του ουρανού. Δεν είναι απλώς φόντο — γίνεται μέρος της ίδιας της παράστασης.

Δεν είναι ένας συμβατικός χώρος ακρόασης. Είναι κάτι καινούριο για όλους μας — μουσικούς και κοινό. Κι αυτό είναι συναρπαστικό. Μας προσκαλεί σε έναν άλλο τρόπο προσοχής, σε μια διαφορετική σχέση.

Δεν ξέρουμε ακριβώς πώς θα το βιώσουμε — αλλά είμαστε έτοιμοι να μας διαμορφώσει. Ανυπομονούμε να το ζήσουμε μαζί και να το κάνουμε κάτι πραγματικά ξεχωριστό.

Το πρόγραμμα του 2025 συνδέει τις σκανδιναβικές και ελληνικές μουσικές παραδόσεις. Πώς εργαστήκατε για να δημιουργήσετε αρμονία ανάμεσα σε τόσο διαφορετικές κουλτούρες και ηχοτοπία;
Η αρμονία, στη μουσική και στη ζωή, δεν σημαίνει ομοιομορφία — σημαίνει συντονισμό. Αυτές οι δύο παραδόσεις, αν και διαφορετικές, αντανακλούν η μία την άλλη με απροσδόκητους τρόπους: στα τοπία, στη μυθολογία, στη νοσταλγία τους. Η ορχήστρα γίνεται χώρος συνάντησης, όπου αυτοί οι ήχοι όχι απλώς συνυπάρχουν — αλλά συνομιλούν. Και μέσα σε αυτόν τον διάλογο, κάθε μουσικός φέρνει κάτι από τη δική του ιστορία, τον δικό του ήχο.

Έχετε διευθύνει σε σημαντικούς ευρωπαϊκούς χώρους — τι κάνει το Φεστιβάλ Ρόκκας να ξεχωρίζει;

Το Φεστιβάλ Ρόκκας είναι από εκείνες τις εμπειρίες που κάθε νέος μαέστρος ονειρεύεται: μια σπάνια ευκαιρία να δημιουργήσεις κάτι με ουσία, σε έναν μαγικό τόπο, ανάμεσα σε φίλους και συναδέλφους που έχουν διαμορφώσει την πορεία σου. Πολλοί από τους μουσικούς εδώ δεν είναι μόνο εξαιρετικοί — για μένα αντιπροσωπεύουν το μέλλον της μουσικής στην Ευρώπη. Υπάρχει μια βαθιά χαρά και κοινός σκοπός που δύσκολα βρίσκεις αλλού.

Τι σημαίνει για εσάς, προσωπικά και καλλιτεχνικά, να παρουσιάζετε Verdi, Stenhammar, Dvořák και Θεοδωράκη στο ίδιο πρόγραμμα;

Αυτό το πρόγραμμα είναι, κατά κάποιον τρόπο, ένας στοχασμός πάνω στο αόρατο: στα αόρατα ρεύματα που μας διαμορφώνουν — πολιτισμικά, συναισθηματικά, ιστορικά.
Ζω στη Σουηδία, οπότε ο Stenhammar εκφράζει το παρόν μου. Είμαι Ιταλός, και ο Verdi είναι μέρος της μουσικής γλώσσας με την οποία μεγάλωσα. Αλλά υπάρχουν και οι πιο σιωπηλές γραμμές — λιγότερο ορατές, αλλά εξίσου καθοριστικές. Η οικογένεια της μητέρας μου έχει ρίζες που φτάνουν έως τον αυστροουγγρικό κόσμο και την Ελλάδα.

Δεν είναι πάντα ιστορίες που λέμε φωναχτά ή που γνωρίζουμε καλά. Αλλά ζουν μέσα μας — στα ένστικτα, στις προτιμήσεις, στον τρόπο που φράζουμε μια μελωδία. Ειδικά στην Ευρώπη, η άυλη κληρονομιά των περασμένων γενεών παραμένει κάτω από την επιφάνεια, πέρα από σύνορα ή διαβατήρια.

Η συνάντηση αυτών των συνθετών δεν είναι απλώς καλλιτεχνική επιλογή· είναι ένας τρόπος να αναγνωρίσουμε αυτή την πολυπλοκότητα. Η μουσική γίνεται ένας χάρτης — όχι με γραμμές, αλλά με ηχώ. Και σε ένα τοπίο όπως η Ρόκκα, όπου το φυσικό και το μυθικό συνυπάρχουν, το αόρατο γίνεται όχι μόνο ακουστό, αλλά απτό.

Η Συμφωνική Ρόκκας δεν είναι απλώς μια ορχήστρα — είναι ένα όραμα για να έρθει η συμφωνική μουσική πιο κοντά στις κρητικές κοινότητες. Ποιος είναι ο ρόλος της μουσικής στη διαμόρφωση της πολιτισμικής ταυτότητας σε τέτοια μέρη;

Σε μέρη όπως η Ρόκκα, η μουσική δεν απλώς φτάνει — επιστρέφει. Επιστρέφει σε μια Ευρώπη που παραμένει ανέπαφη, αλλά συχνά παραγνωρισμένη: μια Ευρώπη από πετρόχτιστα σπίτια, κοινά τραπέζια, προφορική μνήμη και έναν ρυθμό ζωής που δεν έχει ισοπεδωθεί από την ταχύτητα και την ομοιομορφία. Αυτές οι κοινότητες κουβαλούν κάτι βαθιά αθέατο — όχι μόνο παραδόσεις, αλλά έναν τρόπο ακρόασης, συνύπαρξης, συμμετοχής.

Η παγκοσμιοποίηση τείνει να κάνει τα πάντα πιο ορατά, πιο προσβάσιμα, πιο όμοια. Αλλά η πραγματική πολιτισμική ταυτότητα επιβιώνει συχνά σε ό,τι δεν έχει εξομοιωθεί. Το να φέρνουμε τη συμφωνική μουσική σε αυτά τα συμφραζόμενα δεν είναι εξαγωγή “υψηλού πολιτισμού”· είναι επανασύνδεση με τις ίδιες τις ρίζες από όπου γεννήθηκε αυτή η μουσική. Οι ρυθμοί του Θεοδωράκη, τα λαϊκά φαντάσματα στον Dvořák, ακόμη και το ένστικτο του Verdi για το συλλογικό — όλα αυτά ξεκίνησαν από τόπους όχι και τόσο διαφορετικούς από τη Ρόκκα.

Με αυτή την έννοια, η Ρόκκα δεν είναι η περιφέρεια της Ευρώπης — είναι ένα κρυφό της κέντρο. Και ακούγοντας εδώ, μαζί, θυμόμαστε πως η ήπειρός μας είναι ένα πολιτιστικό υφαντό γεμάτο διαφορές που δεν μας χωρίζουν, αλλά αντηχούν και απαντούν η μία στην άλλη — ήσυχα, επίμονα, μέσα στον χρόνο.

Credits: Massimo Brugnetti

Η ορχήστρα αγκαλιάζει την αθέατη πλευρά της μουσικής: την προετοιμασία, την αφοσίωση, τη συνεργασία. Ποιο είναι το πιο απαιτητικό κομμάτι;

Το πιο απαιτητικό κομμάτι είναι συχνά αυτό που κανείς δεν χειροκροτεί: η οργάνωση. Να μετακινηθούν άνθρωποι, όργανα και προγράμματα πέρα από σύνορα, σε ένα απομακρυσμένο φαράγγι στην Κρήτη — δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για αυτό οφείλω τα πάντα στον Παναγιώτη Σημαντηράκη, τη Μέτη Παναγιωτοπούλου, τη Φωτεινή Παπαχατζή και τον Κωνσταντίνο Παπαδάκη, που κάνουν αυτή την τιτάνια προσπάθεια να φαίνεται σχεδόν παιχνιδάκι. Δημιουργούν τις συνθήκες για να νοιαζόμαστε για κάθε λεπτομέρεια — όχι από άγχος, αλλά από χαρά.

Καλλιτεχνικά, η πρόκληση είναι να υφάνεις τις πολλές, αόρατες ενέργειες που φέρνει κάθε μουσικός — τα βιώματά του, τις αμφιβολίες του, τα ένστικτά του — σε μια κοινή αφήγηση. Εκεί γίνεται η πραγματική δουλειά — κι εκεί ζωντανεύει η μουσική.

Ως νέος μαέστρος με διεθνή πορεία μπροστά σας, ποιο προσωπικό μήνυμα θα θέλατε να αφήσετε στην επόμενη γενιά μουσικών που ονειρεύονται να συνδέσουν την τέχνη με τον τόπο, όπως στη Ρόκκα;

Να νοιάζεστε για τους ανθρώπους. Αυτό είναι η αρχή, το μονοπάτι και ο προορισμός. Η μουσική μπορεί να είναι απαιτητική, αλλά ποτέ ψυχρή. Αν ξεκινάς ακούγοντας — τους συναδέλφους σου, το κοινό, τη γη στην οποία παίζεις — όλα τα άλλα έρχονται.
Μέρη όπως η Ρόκκα μάς θυμίζουν ότι η μουσική δεν χρειάζεται μαρμάρινες αίθουσες για να έχει σημασία. Αυτό που χρειάζεται είναι παρουσία, ειλικρίνεια και ανθρώπους που ενδιαφέρονται αρκετά για να είναι εκεί — ολόκληροι. Όλα τα υπόλοιπα είναι τεχνική.

Μάθε περισσότερα:

https://giortesrokkas.gr/

Related stories

Το φλογερό καλοκαίρι του 1934

Το καλοκαίρι του 1934 έμεινε στην ιστορία για τις...

Η Βασιλική είναι το κορίτσι πίσω από το πιο αυθεντικό κομμωτήριο της Θεσσαλονίκης

Exostis team / φωτογραφίες: Έπη Παπαπετρίδου Όλα ξεκίνησαν από ένα...

O Μάρτιν Κόουβ του Cobra Kai δάγκωσε συμπρωταγωνίστριά του

Ο Μάρτιν Κόουβ, γνωστός και ως ο sensei με...

Βιβλιοπρόταση: Elizabeth Jane Cochran “Δέκα μέρες στο Άσυλο”

Elizabeth Jane Cochran "Δέκα μέρες στο Άσυλο" Eκδόσεις: Πηγή...

Twilight Zone: Η ταινία που κόστισε 3 ζωές και άλλαξε για πάντα το σινεμά

Μια σκηνή. Ένα ελικόπτερο. Δύο παιδιά και ένας διάσημος...