Σκηνοθεσία:
Andrey Zvyaginzev
Ηθοποιοί: Vladimir
Vdovichenkov, Roman Madyanov, Elena Lyadova
Ηθογραφώντας
περίτεχνα τη Ρωσία του σήμερα, μια χωρά στην οποία η διαφθορά, η βια και η
αδικία έχουν γίνει καθημερινότητα, ο σκηνοθέτης μιας από τις καλύτερες
ευρωπαϊκές ταινίες της προηγούμενης δεκαετίας, της “Eπιστροφής” (Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2003 και βραβείο
Ευρωπαϊκής αποκάλυψης της χρόνιας) παραδίδει στο κοινό μια δημιουργία
αναμφισβήτητα υποβλητική, που όμως μοιάζει να θέλει να κινηθεί σε πολλά
θεματικά μέτωπα, μένοντας στο τέλος μετέωρη από την νοηματική της απληστία.
Ο
Αλεξέι Σερεμπριάκοφ υποδύεται τον Κόλια έναν αλκολικό και βίαιο άνδρα, ο οποίος
ζει σε ένα απομονωμένο ψαροχώρι κοντά στη θάλασσα Μπάρεντς στη βόρεια Ρωσία. Η
δουλειά του ως μηχανικός αυτοκινήτων δεν του αποφέρει σχεδόν τίποτα, έτσι
φτάνει σε σημείο να χάσει το πατρικό του σπίτι στο οποίο κατοικεί μαζί με τη
νέα γυναικά του (που μέχρι και τα μικρά παιδιά θέλουν να σκοτώσουν γιατί είναι
όμορφη) και τον έφηβο γιο του από τον πρώτο του γάμο. Ο παλιός του φίλος από
τον στρατό, που εν τω μεταξύ δουλεύει ως δικηγόρος στη Μόσχα, έρχεται
εσπευσμένα για να βοηθήσει, άλλα ο τοπικός δήμαρχος-μαφιόζος έχει αποφασίσει, μαζί
με τη συμπαράσταση ενός ανωτέρου κληρικού, να πάρει την περιουσία του Κόλια στα
χέρια του χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα.
Ο σκηνοθέτης περιπλανιέται πάνω στο πτώμα μιας
χωράς σε αποδόμηση άξιων θεσμών και ιδεολογιών, καταλήγοντας γρήγορα στο
συμπέρασμα ότι “ο άνθρωπος είναι το πιο επικίνδυνο ζώο”. Η μεγαλειώδης
φωτογραφία παραπέμπει σε ρωσικά αριστουργήματα όχι μόνο της κινηματογραφικής
τέχνης, ενώ η πυκνή, καταγγελτική αφήγηση δεν αφήνει περιθώρια ολιγωρίας, όμως
η μεγάλη διάρκεια σε συνδυασμό με τα πολλά μέτωπα που ανοίγει αποσυντονίζουν
τον ρυθμό, δημιουργώντας την αίσθηση ότι ο Ζβιάγκιντσεφ θέλει άπλα να τα πει
όλα άλλα δεν του φτάνει ο χρόνος. Οι θρησκευτικοί αναστοχασμοί κάνουν την
εμφάνιση τους στην τρίτη πράξη, με τον σκηνοθετεί να ψάχνει απαντήσεις σε πνευματικές
ανησυχίες(εξάλλου ολόκληρη η ταινία συνιστά μια ιδιότυπη παράβολη του Ιώβ), ακροβατώντας
ανάμεσα στην ταπεινότητα του αδιάφθορου φτωχού κλήρου από τον οποίο αποζήτα
πνευματική καθοδήγηση, και την αλαζονική, σχεδόν ξεδιάντροπη επίκληση στην
χριστιανική αλήθεια από τον ανώτερο, πλούσιο εκκλησιαστικό μηχανισμό. Συνοψίζοντας
όλα αυτά, η σκηνή της παράλιας, με το μικρό παιδί να κλαίει δίπλα στον
ξεβρασμένο σκελετό ενός τεράστιου κήτους, μοιάζει με εξουθενωμένο, σιωπηλό
θρήνο για τη χαμένη αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη και αυτοεκτίμηση.
***
Η
ταινία προβάλλεται στη Θεσσαλονίκη στις αίθουσες Ολύμπιον 1 και Ολύμπιον 2- Παύλος
Ζάννας