Έρωτας όπως θάνατος…
Insenso του Δημήτρη Δημητριάδη, σε σκηνοθεσία Δαμιανού Κωνσταντινίδη.
Ο έρωτας μεταμορφώνει, εξουσιάζει, καθηλώνει, απογειώνει. Συχνά, γεννά ανθρωποφαγικά ένστικτα, τάσεις επιβολής, σε οδηγεί στην τρέλα, στη παραφορά. Χωρίς αυτόν, όμως, δεν ζεις. Όπως συχνά επαναλαμβάνει η κόμισσα Λίβια Σερπιέρι, στο έργο του Δημητριάδη: «Ο έρωτας είναι αλύπητος».
Στο έργο παρακολουθούμε την πορεία μιας γυναίκας προς την απόλυτη εκμηδένιση της ύπαρξής της. Ο συγγραφέας εμπνέεται από την ταινία του Βισκόντι, Sensoκαι δημιουργεί μια άρια που αποκρυσταλλώνει τα διαδοχικά στάδια μιας συναισθηματικής απονέκρωσης.
Η κόμισσα κατέδωσε τον εραστή της, υπαξιωματικό Φραντς Μάλερ, για λιποταξία από τον αυστριακό στρατό, επειδή την πρόδωσε για μια άλλη γυναίκα. Ο άνδρας εκτελείται και η κόμισσα περιπλανιέται στους δρόμους της Βερόνας, μετανιωμένη όχι για την πράξη της, αλλά γιατί δεν τον σκότωσε εκείνη, ώστε να ξεριζώσει την ύπαρξη του από μέσα της. Αυτό ακριβώς το δισυπόστατο πνεύμα και σώμα —τα δύο κορμιά που είναι ένα— αναδεικνύονται στο έργο. Η ποιητική διάσταση της γραφής του συγγραφέα, δίνει βροντερό παρόν και σε αυτό το κείμενο. Ένας λυρισμός αιχμηρός, βίαιος και ευθύβολος, με λέξεις που επαναλαμβάνονται, μέσα σε παραληρηματικά ξεσπάσματα, και που αποτυπώνουν το ανεκπλήρωτο, ασίγαστο πάθος.
Τον μονόλογο αυτό τον ερμηνεύει άνδρας, ο νεαρός ηθοποιός Αναστάσης Δ. Ροϊλός, σε μια καθηλωτική υπερπροσπάθεια, έναν δρόμο αντοχής. Φορώντας ένα μαύρο γυναικείο φόρεμα και με εμφανή τα ανδρικά χαρακτηριστικά, φέρνει στη σκηνή το δίπολο του έρωτα, τα δύο σώματα σε ένα, τη φωνή του ενός που βρίσκει δίοδο μέσα από το σώμα/ηχείο του άλλου. Εκτίμησα ιδιαίτερα την αποφυγή του ηθοποιού να καταφύγει σε ερμηνευτικές ευκολίες, μέσω της κίνησης ή της στάσης του σώματος, που θα οδηγούσαν σε μια καρικατούρα γυναικείας φιγούρας. Έχει εξαιρετικά, φροντισμένες λεπτεπίλεπτες κινήσεις, βλέμμα που σκιαγραφεί τις λέξεις και παράλληλα ένα ισχυρό κομμάτι αρρενωπότητας που υποσημειώνει πως ο νεκρός εραστής της κόμισσας βρίσκεται διαρκώς εντός της και τη στοιχειώνει. Είναι αξιοσημείωτη η προσήλωση του ηθοποιού και ο ακριβής, χειρουργικός τρόπος ελέγχου των εκφραστικών του μέσων και του σκηνικού χώρου.
Ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης αναδεικνύει τις εξάρσεις και εντάσεις του κειμένου, βάζοντας τον ηθοποιό να σαρώνει τη γυμνή σκηνή, επιδιδόμενος σε μια σωματική αποτύπωση του ψυχικού άλγους. Συχνά σε απόσταση αναπνοής από τους θεατές και την επόμενη στιγμή στον τοίχο, στο βάθος της σκηνής. Η ποιητικότητα του λόγου μετασχηματίζεται σε μεστές εικόνες (εξαιρετικό το φινάλε με το ξαπλωμένο γυμνό σώμα που «απελευθερώνεται» από το φόρεμα που το περιορίζει), χωρίς να υπάρχουν σκηνικά, μουσικές, ήχοι, φωτιστικά τρικ. Ένα θέατρο ουσιαστικό, που συγκινεί με την απλότητα του.
35αρηδες εν δράσει!
Night Club Plata-monas, σε κείμενο και σκηνοθεσία Στέλιου Χατζηαδαμίδη.
Μια μαύρη κωμωδία με σαρκαστική ματιά πάνω στο κιτς της δεκαετίας του 80 και στην έκρηξη του lifestyle της δεκαετίας του 90. Η χαζοχαρούμενη Ελίνα Μπίμπι Μπο που λατρεύει τα καψουροτράγουδα και θέλει να γνωρίσει την Ελένη Δήμου, συναντά τον μοναχικό, μικροβιοφοβικό και αγοραφοβικό Άντονι. Οι δυο τους παίρνουν την ευρωπαϊκή επιδότηση για μήλα που πήρε ο πατέρας του Άντονι και δημιουργούν ένα κλαμπ.
Το κείμενο παρακολουθεί στενά την κοινωνική πραγματικότητα με έντονο κωμικό τρόπο και διάθεση νοσταλγίας (όσοι βρίσκονται σήμερα γύρω στα 35 σίγουρα είδαν δικές τους στιγμές). Μετά το πρώτο μισό δίνεται μια αίσθηση πλαδαρότητας και ανολοκλήρωτου κάτι που ισχύει και στη σκηνοθετική ματιά της παράστασης, που από το μέσο περίπου και μετά αναλώνεται σε μια αχαλίνωτη εναλλαγή σκηνών που κουράζει.
Ο συγγραφέας μένει σε μια παράθεση χαρακτηριστικών στιγμών και τραγουδιών των δύο δεκαετιών (από Δυναστεία και Κάντυ-Κάντυ, μέχρι Fame και Eurovision), ενώ θα μπορούσε να εμβαθύνει περισσότερο και να αναδείξει τις επιπτώσεις όλης αυτής της ψεύτικης ζωής, που ζούσαν επί δεκαετίες πολλοί Έλληνες. Σε μια εποχή που «κάνουμε ταμείο», μια τέτοια πρόταση από το θέατρο θα είχε πολύ ενδιαφέρον.
Η προσπάθεια της Παυλίνας Χαρέλα και του Τάσου Δημητρόπουλου που παίζουν και τραγουδούν με κέφι, καταγράφεται στα θετικά σημεία.