Ποια ήταν τελικά τα πραγματικά αίτια, τα ουσιαστικά κίνητρα που οδήγησαν τον Νταν Γουάιτ στη δολοφονία του συναδέλφου του πολιτικού Χάρβεϊ Μιλκ στις 27 Νοεμβρίου του 1978; Μετά από πολλές αναβολές και καθυστερήσεις, ο Γκας Βαν Σαντ ολοκληρώνει ένα πρότζεκτ που χάρισε στον Σον Πεν το Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου και στην σημαντική αυτή προσωπικότητα την ταινία που της αξίζει.
Κινηματογραφημένο με μια κοκκώδη υφή, σε σημείο που σου είναι πολλές φορές δύσκολο να ξεχωρίσεις τα εμβόλιμα πραγματικά πλάνα αρχείου από τη μυθοπλαστική απεικόνιση τους, το δημιούργημα του σκηνοθέτη του Ελέφαντα αφηγείται τα τελευταία (και ενεργά πολιτικά) 8 χρόνια της ζωής του Χάρβεϊ Μιλκ, του γκέι ακτιβιστή και πρώτου ανοιχτά ομοφυλόφιλου εκλεγμένου σε πολιτικό αξίωμα στις Ηνωμένες Πολιτείες, και συγκεκριμένα ως δημοτικού συμβούλου και μέλους του συμβουλίου των εποπτών στο Σαν Φρανσίσκο. Ο Βαν Σαντ αποφασίζει να δουλέψει τελείως διαφορετικά σε αυτό το φιλμ, παραδίδοντας ένα ζεστό, συναισθηματικό και αρκετά ρομαντικοποιημένο αποτέλεσμα, σκιαγραφώντας την κατά τα άλλα φλογερή προσωπικότητα, ως έναν γλυκό άνθρωπο με εξασφαλισμένο εισόδημα και καλά κρυμμένη σεξουαλική ταυτότητα που αποφασίζει να καταφύγει μαζί με το νεαρό εραστή του στη γειτονία Κάστρο του Σαν Φρανσίσκο, για να ζήσει μια πιο ανέμελη ζωή σε μια πόλη πιο ανεκτική στη διαφορετικότητα. Η ποιότητα και τα προτερήματά του δεν θα αργήσουν να φανούν (όπως και οι ηγετικές του ικανότητες, που όπως και ο πραγματικός Μιλκ έλεγε, τις όφειλε στη θητεία του στο ναυτικό), καθώς ο ίδιος θα διεκδικήσει επίμονα και επανειλημμένα την ψήφο των συμπολιτών του στις δημοτικές εκλογές, ενώνοντας παράλληλα όλες τις κοινωνικά περιθωριοποιημένες ομάδες και καταδιωκόμενες μειονότητες.
Ο Σον Πεν παραδίδει μία από τις ποιο ουσιώδεις ερμηνείες της καριέρας του, αναμιγνύοντας ισάξια και εύστοχα τη μίμηση της πραγματικής φυσιογνωμίας με τον ερμηνευτικό του σεβασμό για έναν ρόλο που σαφέστατα δείχνει να θαυμάζει αλλά και αισθάνεται πολύ άνετα απέναντί του. Μεταδίδοντας την αίσθηση μιας απερίγραπτα ευαίσθητης άλλα και πεισματικά αποφασισμένης προσωπικότητας, δίνει τόνο και ρυθμό στις σκηνές του πολιτικού αγώνα, κάνοντάς τες να μοιάζουν πιο συναρπαστικές (ίσως και πιο χιουμοριστικές) απ΄ ότι πραγματικά είναι. Η σκηνοθεσία αρκείται να ακολουθεί τα γεγονότα, καθιστώντας όμως διαρκώς ξεκάθαρο τον ιδεολογικό προσανατολισμό της, όπως έξαλλου και ο πρωταγωνιστής της δεν κρύβει ποτέ ή δεν υπαινίσσεται κάτι διαφορετικό από αυτό που πιστεύει, από αυτό που είναι. Η απεικόνιση της Αμερικής στα τέλη της δεκαετίας του 70, το ενσωματωμένο στην κοινωνία ομοφοβικό μίσος που αρχίζει να δέχεται καίρια χτυπήματα, όπως και η προ-Aids γκέι σεξουαλική απελευθέρωση αποδίδονται με σαφήνεια, ίσως και μια διάθεση νοσταλγίας.
Εξαιρετική -στον υποστηρικτικό ρόλο του Νταν Γουάιτ- αποδεικνύεται και η επιλογή του Τζος Μρόλιν, ο οποίος ενσαρκώνει με δυσθυμία και συσσωρευμένη πίκρα έναν οπισθοδρομικό και περίπλοκο χαρακτήρα τον οποίο το ίδιο το σύστημα που πιστά και για χρόνια υπηρετεί, αποφασίζει να βγάλει στο περιθώριο. Καθρεφτίζοντας τη σκοτεινή πλευρά του αμερικάνικου ονείρου (κάτι σαν τον χαρακτήρα του Κρις Κούπερ στο American Beauty του Μέντεζ) καταφεύγει στη βία ως μια πράξη εκδίκησης, κυρίως στραμμένης προς τον ίδιο του τον εαυτό.
Σε αυτό το σημείο ακριβώς είναι που αμφισβητείται και η ιστορική εγκυρότητα της ταινίας. Σε σχετικά πρόσφατη συνέντευξη του ο πρώην σύμβουλος του Γουάιτ, Ρέι Σλόουν (ο οποίος, σημειωτέων, είναι γκέι) υποστήριξε ότι η έρευνα γύρω από το πραγματικό πρόσωπο του δολοφόνου του Μιλκ δεν υπήρξε ποτέ ενδελεχής, για τον απλούστατο λόγο ότι συνέφερε περισσότερο στο ίδιο το φιλμ η απεικόνιση του συντηρητικού Ιρλανδού καθολικού πρώην αστυνομικού, ως ομοφοβικού και μπερδεμένου σεξουαλικά, κάτι που κατά τη δική του άποψη δεν ίσχυε ποτέ. Ο Σλόουν ισχυρίστηκε ότι ο συνυποψήφιος του Μιλκ στο δημοτικό συμβούλιο του Σαν Φρανσίσκο δεν μισούσε τους γκέι (εκείνη την περίοδο, ο νομικός σύμβουλος του ίδιου του Μιλκ είχε δηλώσει ότι ο Γουάιτ μας υποστήριξε σε κάθε μας πολιτική θέση και είναι διαθέσιμος να παρεκκλίνει από τα δικά του πολιτικά πιστεύω για να καταλάβει πώς οι γκέι σκέφτονται για κάποια θέματα), αλλά ήταν απλά μια ψυχολογικά σοβαρά διαταραγμένη προσωπικότητα, που εκδηλώθηκε με την δολοφονία του αντιπάλου του όταν αυτός τον πρόδωσε σε πολιτικό επίπεδο. Το έργο αντικατοπτρίζει έναν Νταν Γουάιτ που δεν γνώρισα δήλωσε χαρακτηριστικά.
Όπως και να χει, το φιλμ χρησιμοποιεί ως αφηγηματική ραχοκοκαλιά άλλα στοιχεία, όπως για παράδειγμα την ηχογράφηση κάτι ανάμεσα σε επικήδειο και ιδεολογική διαθήκη από τον ίδιο τον γκέι πολιτικό, λίγες ημέρες πριν από το θάνατό του. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης σε υποβάλλει να αισθανθείς το τραγικό αναπόφευκτο σχεδόν από τους τίτλους της αρχής, αντιλαμβανόμενος ότι τα συντηρητικά αντανακλαστικά μιας κοινωνίας που δοκιμάζεται, αργά ή γρήγορα θα ενεργοποιηθούν μέσω μιας παράφρονη επίδειξη δύναμης. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο Γουάιτ τελικά φυλακίστηκε μόνο για επτά χρόνια και 8 μήνες, η υπεράσπισή του έμεινε γνωστή στην ιστορία ως η Twinkie defence (ο δικηγόρος του ισχυρίστηκε ότι οι δολοφονικές του παρορμήσεις οφείλονταν στις πολλές σοκολάτες Twinkie που είχε φάει το προηγούμενο βράδυ), ενώ σχεδόν όλοι οι αστυνομικοί φορούσαν μπλουζάκια free Dan White κατά τη διάρκεια της δίκης.
Σε αυτό το σημείο οι όποιες ατέλειες και ανακρίβειες της ταινίας μοιάζουν να ενδιαφέρουν αποκλειστικά τους λάτρεις της λεπτομέρειας. Το Milk, πέρα από τις οποιεσδήποτε επιπολαιότητες και τα στραβοπατήματά του, αποδεικνύεται μια ταινία ισχυρή, καθώς ακόμη πιο ισχυρό και αποκρυσταλλωμένο είναι το μήνυμά της.
αναδημοσίευση από το cinema.gr