Στις 22 Νοεμβρίου του 1963, ο προοδευτικός πρόεδρος Τζ. Φ. Κένεντι πέφτει νεκρός, την ώρα που το ξεσκέπαστο αυτοκίνητο στο οποίο επιβαίνει διασχίζει τους δρόμους του Ντάλας στο Τέξας. Η ταινία αναλαμβάνει να ξαναγράψει την ιστορία, εκφράζοντας εν μέρη την αλήθεια και εν μέρη το συλλογικό εθνικό συναίσθημα, μιας από τις πιο μαύρες σελίδες της νεότερης αμερικάνικης πραγματικότητας
JFK (1991) του Όλιβερ Στόουν
Με περίσσεια αίσθηση του επείγοντος και μεταβιβάζοντας μια αδιάκοπη εντύπωση αδικίας, ένας από τους πιο αιρετικούς και αμφιλεγόμενους σύγχρονους Αμερικάνους σκηνοθέτες τοποθετείται με τον δικό του τρόπο πάνω σε μία από τις πιο πολυσυζητημένες πολιτικές δολοφονίες του 20ού αιώνα. Ανακατεύοντας σκηνές ντοκιμαντέρ και ξεκάθαρα μυθοπλαστικό υλικό ο Όλιβερ Στόουν αναστάτωσε και προσέλκυσε πλήθος επικριτικών επιθέσεων (κυρίως από τα μίντια) ακόμη πριν από την κυκλοφορία της, αναντίρρητα αριστουργηματικής καλλιτεχνικά, αλλά αμφισβητήσιμης ιστορικά ταινίας του στις αίθουσες στις αρχές της δεκαετίας του 90. Η μίξη των τεκμηριωμένων γεγονότων και των θεωριών συνωμοσίας εκτείνεται σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της δαιδαλώδους πλοκής, βοηθώντας στη δημιουργία ενός στόρι που καταδεικνύει ξεκάθαρα τα αισθήματα του δημιουργού πάνω στο αντικείμενο της μελέτης του, κάνοντας παράλληλα το χατίρι στα 2/3 των Αμερικάνων που πιστεύουν -ακόμη και σήμερα- ότι η δολοφονία του 32ου πρόεδρου των ΗΠΑ οφειλόταν σε συνωμοσία.
Η προσπάθεια του ιδεαλιστή εισαγγελέα της Νέας Ορλεάνης Τζιμ Γκάρισον (ερμηνευμένου αξιόπιστα από τον μεγαλύτερο σταρ της εποχής, Κέβιν Κόστνερ) να ξανανοίξει την υπόθεση της δολοφονίας Κένεντι τρία χρόνια μετά την τελεσίδικη απόφαση της ειδικής επιτροπής Γουόρεν που καταδείκνυε τον Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ ως τον έναν και μοναδικό ένοχο, ξεδιπλώνεται μέσα από έναν καταιγισμό στοιχείων, ενδείξεων, προσώπων και συσχετισμών που μοιάζουν να πλημμυρίζουν ακατάσχετα την αφήγηση αλλά αποκτούν στιβαρότητα και μοναδική συνοχή εξ αιτίας της επιδέξιας σκηνοθεσίας του Στόουν. Η σχεδόν μόνιμη αντανάκλαση του φωτός στα γυαλιά του εμμονικού πρωταγωνιστή παίρνει χαρακτήρα οπτικού μοτίβου, καθώς μοιάζει να αντικατοπτρίζει μια θολή πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να απαγκιστρωθεί (παρόλες τις αντενδείξεις) από μια ιδέα. Ένα τελικά όχι και τόσο παράλογο συναίσθημα καταστολής της διαφορετικότητας από το κατεστημένο καθεστώς, που πολλές φορές μπορεί να αντιπροσωπεύει και την ίδια την κρατική μηχανή και που πιστεύει ακράδαντα στη μοναδικότητα του εκλεκτού αμερικάνικου έθνους.
Αν και θα ήταν παράδοξο να κρίνει κανείς ένα ξεκάθαρα δραματικό φιλμ με όρους ταινίας τεκμηρίωσης, εντούτοις η ιστορία που ξεδιπλώνεται ως αδιάψευστο γεγονός προέρχεται από μια διάσημη δημοσιογραφική έρευνα του 1967 που όμως διαψεύστηκε ως άπατη (και μάλιστα από τον ίδιο τον συντάκτη της) μόλις το 1972. Η σκηνή της εξομολόγησης του σημαντικότερου μάρτυρα και σημείο κλειδιού της ταινίας Ντέιβιντ Φέρρι (στο ρόλο του ένας αεικίνητος Τζο Πέσι) δεν συνέβη ποτέ, ενώ ο θάνατός του δεν επρόκειτο για δολοφονία αλλά προήλθε από φυσικά αίτια. Η σεκάνς της μεγάλης αποκάλυψης του σκοτεινού σχεδίου από τον άγνωστο πρώην αξιωματικό της CIA, τον αυτοαποκαλούμενο Χ (τον υποδύεται ο Ντόναλντ Σάδερλαντ με σοκαριστική ξεδιαντροπιά) αποτελεί αυτούσιο κύημα της φαντασίας του σκηνοθέτη, ενώ ακόμη και ο χαρακτήρας είναι φανταστικός, βασισμένος ελεύθερα στον βετεράνο συνταγματάρχη Λ. Φλέτσερ Ρούτι ο οποίος υπήρξε τεχνικός σύμβουλος του φιλμ και όχι μέρος της έρευνας. Οι όποιες αποδείξεις γκρεμίζονται ακόμη περισσότερο αφού και ο τρίτος πυλώνας της αφήγησης, ο γκέι ζιγκολό Γουίλι ο Κιφ (Κέβιν Μπέικον) είναι άλλος ένας μη υπαρκτός χαρακτήρας. Τέλος, η ίδια η θεωρία της μαγικής σφαίρας, η οποία τόσο εύγλωττα και παραστατικά αναλύεται σε μια από τις τελευταίες σκηνές του δικαστηρίου, έχει από καιρό πια διαψευσθεί και τα συμπεράσματά της μόνο αδιάσειστα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν.
Συμπερασματικά, το σφιχτοδεμένο και έξυπνα κατασκευασμένο φιλμ του Στόουν μοιάζει να αποτυπώνει μέσω ενός πειστικού μωσαϊκού γεγονότων, μια ξεκάθαρη αλήθεια που δυστυχώς μόνο αλήθεια δεν είναι. Κι όμως, η βαρύτητά του παραμένει μεγάλη και πολυσήμαντη. Ο ιδιότροπος εισαγγελέας αποτελεί απλά το συμβολικό κέντρο ενός φιλμ που δεν σταματά να υποστηρίζει την ανάγκη βαθύτερης και πληρέστερης αναζήτησης της αλήθειας. Που καταδεικνύει άφοβα την αντίφαση της (καταρχήν) ανάγκης συγκρότησης και λειτουργίας των μυστικών υπηρεσιών μέσα σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Που καθιστά απαραίτητη την ύπαρξη έστω και αυτού του είδους της φωνής, η οποία χρησιμοποιώντας τη συμβατικότητα της χολιγουντιανής αφήγησης και τα τεχνικά μέσα μιας μεγάλης και εμπορικής παραγωγής περνά ένα ισχυρά ριζοσπαστικό μήνυμα γύρω από μια ιδεολογική αντίληψη που ίσως (δεν θα το μάθουμε ποτέ) είχε τη διάθεση να ταρακουνήσει κάποιες από τις ταξικές ασφάλειες του αμερικάνικου ονείρου.
Μπορεί οι αποδείξεις να μετατρέπονται τελικά σε ενδείξεις χωρίς κανένα πειστήριο ένοχης, όμως η αίσθηση της σημαντικότητας αυτού του φιλμ παραμένει. Γιατί τα αρχεία της δολοφονίας βρίσκονται ακόμη σφραγισμένα; Πόσο απαραίτητο κρίνεται το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης ή της πολιτικής επιλογής; Ο Κένεντι υπήρξε τελικά θύμα συνωμοσίας; Μπορεί και όχι. Είναι όμως πραγματικά αυτό το ζητούμενο;