Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Joachim Trier, Reprise (2006) εκτυλίσσεται στην πόλη η οποία αποτελεί σημείο αναφοράς του έως τώρα έργου του, το Oslo [Oslo, August 31st (2011)]. Το σενάριο συνυπογράφουν ο ίδιος και ο μόνιμος από τότε συνεργάτης του, Eskil Vogt σε μία πρώιμη καλλιτεχνική εκδοχή του εαυτού τους. Ο τίτλος μεταφράζεται ως επανάληψη μιας ενέργειας, αλλά κυρίως χρησιμοποιείται για να δηλώσει την επανάληψη σε ένα μουσικό κομμάτι. Και η ταινία αφορά ακριβώς αυτό, το πώς δηλαδή οι καταστάσεις επαναλαμβάνονται και πόσες διαφορετικές πιθανές αντιδράσεις δημιουργούνται από μία και μόνο δράση.
Δύο ανταγωνιστικοί φίλοι, ο Phillip (Anders Danielsen Lie) και ο Erik (Espen Klouman Hoiner) προσπαθούν να εκδώσουν τα βιβλία τους, καθώς οι ζωές τους περιπλέκονται από την ανώριμη νεότητά τους, την παρέα τους, το πάθος τους για τη μουσική και τη λογοτεχνία, τον έρωτα και την κατάθλιψη.
Οι έννοιες της ταυτότητας και της ανάμνησης είναι καθοριστικές στο έργο του Trier και αυτό αναδεικνύεται και στην πρώτη του ταινία. Ο Phillip και ο Erik ρίχνουν τα προσχέδια των διηγημάτων τους στο κουτί του ταχυδρομείου. Με αφορμή αυτή τη δράση τους, ένας άγνωστος αφηγητής περιγράφει μέσω voice over τις διαφορετικές τροπές που θα μπορούσε να έχει πάρει η ζωή τους. Ο αφηγητής αυτός κάνει αισθητή την παρουσία του σε πολλές στιγμές της πλοκής εμπλουτίζοντάς τη με γεγονότα από το παρελθόν των ηρώων ή επισημαίνοντας τις πιθανές εκβάσεις της ζωής τους μέχρι να αποκαλυφθεί τελικά, τι συνέβη στην πραγματικότητα.
Η ταινία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσον αφορά τα φορμαλιστικά της στοιχεία. Οι συχνές εναλλαγές παρόντος-παρελθόντος, ο παντογνώστης αφηγητής, ο οποίος προσδίδει μια λογοτεχνική αίσθηση στο φιλμικό κείμενο και ο ρυθμός της αφήγησης που προσομοιάζει σε πραγματικό χρόνο, καθώς δίνει στους χαρακτήρες τον χώρο και τον χρόνο να αισθανθούν και να αντιδράσουν. Ο διάλογος σε ορισμένες σκηνές χρησιμοποιείται ως voice over, ενώ βλέπουμε τους χαρακτήρες να κοιτούν αμίλητοι ο ένας τον άλλον και μοιάζει σαν να μπορούμε να εισχωρήσουμε στις σκέψεις τους. Επομένως, η φόρμα της ταινίας μόνο συμβατική δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί, καθώς δίνει υφή και μορφοποιεί το όλο εγχείρημα.
Όσον αφορά την πλοκή και τους χαρακτήρες δεν υπάρχει κάποια καινοτομία, αφού αναπτύσσονται αρκετά συμβατικά και επιφανειακά. Οι δύο βασικοί ήρωες είναι φιλόδοξοι συγγραφείς και προσπαθούν να πετύχουν στον απαιτητικό κόσμο της διανόησης, αλλά συχνά συμπεριφέρονται εγωιστικά και ανώριμα στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Πολλές καταστάσεις επαναλαμβάνονται στο σύμπαν της αφήγησης, όπως το σύντομο ταξίδι του Phillip και της Kari (Viktoria Winge) στο Παρίσι, η ψύχωσή του μαζί της, η λογοτεχνική επιτυχία του Erik και η αποτυχία του Phillip μετά το πρώτο του βιβλίο. Αφενός, η έννοια της επανάληψης είναι ουσιώδης για τη θεματική της ταινίας, όπως καθίσταται εμφανές ακόμα και από τον τίτλο, αφετέρου αυτή η επανάληψη σε συνδυασμό με τους συχνά απόμακρους χαρακτήρες μπορεί πολύ εύκολα να κουράσει.
Συμπερασματικά, το Reprise ως κινηματογραφικό κείμενο αντηχεί τη φύση των χαρακτήρων του. Είναι φιλόδοξο και νεανικό και συχνά επιφανειακό, όπως η σχέση του Phillip και της Kari, που αναπτύσσεται περισσότερο σε διάρκεια παρά σε βάθος. Η ταινία μοιάζει να έχει δημιουργηθεί από τους ίδιους τους ήρωες, οι οποίοι ξεκινούν σε νεαρή ηλικία την πορεία τους στον κόσμο της Λογοτεχνίας, όπως ο Trier και ο Vogt που μόλις έχουν ξεκινήσει το δικό τους φιλόδοξο ταξίδι στο σύμπαν του Κινηματογράφου.