HomeCinemaΕξώστης ΘJessica Jones: Μία Φεμινιστική Προσέγγιση στον Βιασμό

Jessica Jones: Μία Φεμινιστική Προσέγγιση στον Βιασμό

Στις τελευταίες τηλεοπτικές σεζόν, πολλές σειρές έχουν χρησιμοποιήσει τον βιασμό στην αφήγησή τους. Ωστόσο, αρκετές έχουν δεχθεί κριτική για τον τρόπο που τον παρουσιάζουν και για τον λόγο που τον χρησιμοποιούν. Συχνή κριτική δέχεται η απεικόνιση του βιασμού, καθώς θεωρείται ότι η επίθεση σεξουαλικοποιείται (Zimmerman, 2015) ή ότι χρησιμοποιείται για να σοκάρει (McNamara, 2015). Ωστόσο, όπως αναφέρει ο Kwame Opam (2015), υπάρχουν σειρές που «χρειάζεται να τον δείξουν για να τον εξετάσουν», αλλά δεν βάζουν τον θεατή «να σκεφτεί σκληρά για την φύση του [βιασμού] ως μία φρικτή πράξη. Ο βιαστής είναι ένα τέρας, και συχνά [μόνο] αυτό είναι».

Ομοίως, συχνά η χρήση του βιασμού αποτελεί μόνο έναν τρόπο «για να προχωρήσει η πλοκή» (Opam, 2015). Η αφήγηση δεν εστιάζει στο θύμα και στα αποτελέσματα του βιασμού, αλλά στο πώς ο βιασμός επηρεάζει τους άνδρες γύρω από το θύμα (Saraiya, 2015a). Αντίθετα, η McNamara (2015) θεωρεί σημαντικό το γεγονός ότι «η ιστορία συνεχίζεται» ύστερα από τον βιασμό, καθώς και ότι «οι γυναικείοι χαρακτήρες δεν προσδιορίζονται από αυτόν [τον βιασμό]», αλλά «από την ικανότητά τους να υπερισχύσουν και να επιζήσουν».

Μέσα σε αυτό πλαίσιο, η σειρά Jessica Jones (2015 – ) έρχεται σε αντίθεση. Ο βιασμός αποτελεί την μεγαλύτερη θεματική της σειράς, οπότε οι θεατές δεν χρειάζεται να τον παρακολουθήσουν (Opam, 2015). Επιπλέον, η σειρά επικεντρώνεται στα αποτελέσματά του και στην συναισθηματική και ψυχολογική κατάσταση των θυμάτων. Εξετάζεται η επίθεση από την προοπτική των θυμάτων και σε λιγότερο βαθμό, από την πλευρά του βιαστή, χωρίς ποτέ η αφήγηση να παίρνει το μέρος του. Οι πράξεις του αντιμετωπίζονται ως κατακριτέες και παρόλο που αρχικά πολλοί χαρακτήρες δεν πιστεύουν στην ύπαρξη της δύναμής του, ποτέ δεν επικροτούν την συμπεριφορά του.

Η βασισμένη σε κόμικ σειρά ακολουθεί την Jessica Jones (Krysten Ritter), μία ιδιωτική ντετέκτιβ με υπερδυνάμεις και πρώην ηπερήρωα, η οποία ζει καθημερινά με τα τραύματα που της προκάλεσε ο Kilgrave (David Tennant), ένας άνδρας με την υπερδύναμη να ελέγχει τους άλλους με την φωνή του. Την είχε αναγκάσει να τον ακολουθήσει, αλλά η Jessica ξέφυγε από την επιρροή του αφήνοντας φαινομενικά νεκρό. Τώρα, έναν χρόνο αργότερα, η Jessica ανακαλύπτει ότι όχι μόνο είναι ζωντανός, αλλά και ότι της έστειλε ως πελάτες τους γονείς της Hope (Erin Moriarty), της κοπέλας που έχει απαγάγει σε μια προσπάθεια να ξαναμπεί στην ζωή της Jessica και να την αναγκάσει να επιστρέψει κοντά του.

Το παρόν δοκίμιο θα εξετάσει την αναπαράσταση των θυμάτων και του βιαστή στην σειρά Jessica Jones. Η ανάλυση θα γίνει με βάση την φεμινιστική θεωρία και συγκεκριμένα με αυτή που αναφέρεται στον βιασμό και στα αποτελέσματά του πάνω στα θύματα.

Το θέμα του βιασμού αποτελεί θεματική του φεμινισμού και εμφανίστηκε στην θεωρία την δεκαετία του 1970. Όπως και ο φεμινισμός γενικότερα αποτελείται από διαφορετικά κινήματα και ιδεολογίες, έτσι και ο βιασμός έχει διαφορετικούς ορισμούς και κίνητρα. Σύμφωνα με την Ann J. Cahill (2001, σ. 15), στη φεμινιστική θεωρία ο βιασμός αποτελεί «το πιο κραυγαλέο παράδειγμα του συστηματικού μισογυνισμού και της αρσενικής κυριαρχίας». Μία από τις πρώτες θεωρητικές διατυπώσεις πάνω στον βιασμό είναι η άποψη της Susan Brownmiller (1993, σ. 15), η οποία, το 1975, όρισε τον βιασμό ως «μία συνειδητή διαδικασία εκφόβισης με την οποία όλοι οι άνδρες κρατούν όλες τις γυναίκες σε μία κατάσταση φόβου». Για την Brownmiller, η σεξουαλικότητα δεν αποτελεί κίνητρο, καθώς «ο βιασμός εμπνέεται από πολιτικά κίνητρα για να κυριαρχήσει και να εξευτελίσει» (σε Cahill, 2001, σ. 16). Αντίθετα, άλλοι θεωρητικοί πιστεύουν ότι ο βιασμός αποτελεί «σεξουαλικό έγκλημα» και ότι «έχει σημασία ότι η σεξουαλικότητα είναι το μέσο της δύναμης και της βίας που επιβάλλονται στο θύμα» (Cahill, 2001, σ. 27). Άλλοι θεωρητικοί, όπως η Susan Griffin, θεωρούν πως ο βιασμός αποτελεί «μία συμπεριφορά που διδάσκεται πολιτισμικά» (σε Cahill, 2001, σ. 28). Η Robin E. Field (2004, σ. 174) μιλάει για κουλτούρα βιασμού (rape culture), στην οποία ο βιασμός αποτελεί «την έκφραση της σεξουαλικής επιθυμίας», ενώ η κουλτούρα «ενισχύει τα πιστεύω της με το να προωθεί μύθους γύρω από τον βιασμό».

Στο παρακάτω κείμενο, ο βιασμός χρησιμοποιείται με την έννοια της βίαιης χρήσης της σεξουαλικότητας για να ελεγχθεί και κατακτηθεί ένα άτομο.



Θύτης



Ο Alex Zalben (2015) χαρακτηρίζει τον Kilgrave ως την «προσωποποίηση της τοξικής αρρενωπότητας». Είναι σαδιστής και μισογύνης. Συμπεριφέρεται στους ανθρώπους σαν να είναι αντικείμενα και σκοτώνει δίχως κανέναν δισταγμό όποιον του σταθεί εμπόδιο. Ωστόσο, ο ίδιος ο Kilgrave δεν πιστεύει πως είναι κακός, ούτε ότι έχει αναγκάσει κάποιον να κάνει κάτι παρά την θέλησή του. Ειδικά όσον αφορά την Jessica. Ο Kilgrave γνωρίζει ότι δεν μπορεί να ελέγξει πια την Jessica με την δύναμή του και θέλει να την αναγκάσει να έρθει κοντά του με την θέλησή της.

Ο Kilgrave έχει εμμονή μαζί της και στήνει ένα σαδιστικό, «ρομαντικό» για αυτόν, παιχνίδι, με σκοπό να την απομονώσει και να την τραβήξει κοντά του. Κάθε του πράξη αποτελεί μία ακόμα ψυχολογική και συναισθηματική κακοποίηση εκ μέρους του. Διαπράττει «βιασμό, παρακολούθηση, παρενόχληση και κακοποίηση» (Saraiya, 2015b). Βάζει την Hope να σκοτώσει τους γονείς της, ώστε η Jessica να εμπλακεί με την υπόθεσή της. Αλλά για αυτόν, οι πράξεις του αποτελούν απόδειξη της «αγάπης» του (επεισόδιο 7).

Κατά την διάρκεια της σειράς, η Jessica τον αντιμετωπίζει πολλές φορές για ό,τι της έκανε, ειδικά για τον βιασμό που υπέστη και για τον φόνο που διέπραξε υπό τις διαταγές του. Ο Kilgrave ποτέ δεν αποδέχεται ότι την έχει βλάψει, αλλά η κάθε πρότασή του έχει ως στόχο να μειώσει την Jessica και να φανεί αυτός πιο θετικά. Είτε αρνείται αυτά που του λέει είτε διαστρεβλώνει τα γεγονότα, χρησιμοποιώντας μία τεχνική που ονομάζεται gas lighting (Loofbourow, 2015), κατά την οποία:

«η επιθυμία του θύτη να κυριαρχήσει το θύμα πραγματοποιείται όταν αυτός ή αυτή μπορεί να χειραγωγήσει το θύμα με τέτοιον τρόπο (όπως, για παράδειγμα, με το να τον ντροπιάζει) ώστε το θύμα αρχίζει να αμφιβάλλει την ίδια του την κρίση. Αφού το θύμα χάσει την εμπιστοσύνη για τις πνευματικές του ικανότητες, γίνεται εύκολη λεία για τα σχέδια του θύτη να ελέγξει την γνωστική λειτουργία, τη συναισθηματική κατάσταση, και τη φανερή συμπεριφορά του θύματος» (Dorpat, 2007, σ. 179).

Στο 8ο επεισόδιο, ο Kilgrave έχει αγοράσει το πατρικό σπίτι της Jessica και αυτή μετακομίζει μαζί του, με την προϋπόθεση ότι αυτός δεν θα βλάψει κάποιον άλλον. Από την αρχή απορρίπτει τις προσπάθειές του να την προσεγγίσει, ενώ ο Kilgrave διαστρεβλώνει την πραγματικότητα. Μέχρι που ένα άγγιγμα του, πυροδοτεί την έκρηξη της Jessica που τον κατηγορεί για τον βιασμό της. Ο Kilgrave δυσπιστεί, καθώς ισχυρίζεται πως της παρείχε μία άνετη ζωή. Η Jessica τον αντικρούει λέγοντας του ότι δεν ήταν μαζί του με την θέλησή της και ότι ο βιασμός που υπέστη δεν ήταν μόνο σωματικός αλλά και ψυχικός. Σε αυτό το σημείο, ότι ο Kilgrave νομίζει πως είχε δικαίωμα πάνω στο σώμα της, γιατί της παρείχε ό,τι αυτός νόμιζε πως αυτή ήθελε, αναπαράγει έναν μύθο γύρω από τον βιασμό, ότι δηλαδή, ένα ραντεβού ή δείπνο ισούται με την συναίνεση ενός ατόμου για σεξουαλική επαφή (Rosenberg, 2015).

Δικαιολογεί τον εαυτό του με τα επιχειρήματα ότι ο βιασμός δεν ήταν η πρόθεσή του και ότι η δύναμή του τον εμποδίζει να καταλαβαίνει την επιθυμία των άλλων. Η Rosenberg (2015) παρατηρεί ότι η έλλειψη γνώσης «για την διαφορά μεταξύ ελεύθερης βούλησης και διαταγής οφείλεται στο ότι δεν έχει προσπαθήσει ποτέ να την μάθει», όπως και ότι «ο Kilgrave έχει την τάση να σκέφτεται ότι οι προθέσεις του είναι αυτές που έχουν σημασία» και όχι οι πράξεις του.

Συνεχίζοντας, ο Kilgrave κατηγορεί την απουσία των γονιών του, καθώς μεγάλωνε, για την συμπεριφορά του. Όταν η Jessica τον αντικρούει, αυτός αλλάζει τακτική και αναφέρει τα ιατρικά πειράματα που του έκαναν οι γονείς του. Ενώ, όπως μαθαίνουμε αργότερα, οι γονείς του προσπαθούσαν να τον σώσουν από μία αρρώστια, ο Kilgrave τους παρουσιάζει ως σαδιστές και καταφέρνει, έστω και στιγμιαία, να αλλάξει την γνώμη της Jessica για αυτόν. Αλλάζει τα γεγονότα ώστε να φανεί αυτός το πραγματικό θύμα και να μειώσει τον ισχυρισμό της ότι αυτή υπήρξε θύμα (Zalben, 2015).

Ο Kilgrave επαναλαμβάνει συχνά ότι η Jessica παρέμενε με την θέλησή της και ότι συμμετείχε πρόθυμα στην «σχέση» τους. Σύμφωνα με την Bourke (2015), «η επιμονή στις απαγγελίες συναίνεσης… και ηδονής… είναι προσπάθειες από τους βιαστές (sex abusers) να ενσωματώσουν τις πράξεις τους σε μία ανεκτή για τον εαυτό αφήγηση». Αυτό φαίνεται στο δέκατο επεισόδιο, όπου ο Kilgrave αλλάζει τα γεγονότα και υποστηρίζει ότι η Jessica έχει αισθήματα για αυτόν και έμενε με την θέλησή της, επειδή δεν ξέφυγε, όταν δεν την ήλεγχε για 18 δευτερόλεπτα.

Ωστόσο, η Jessica του υπενθυμίζει την πραγματικότητα, ότι δηλαδή την σταμάτησε πριν ξεφύγει, και την τιμωρία που της επέβαλλε, να τραυματίσει τον εαυτό της. Η Loofbourow γράφει ότι όχι μόνο η σκηνή αυτή αναπαριστά τις διαφορετικές εκδοχές του βιαστή και του θύματος, αλλά «εκθέτει το πώς η συναισθηματική χειραγώγηση πείθει και τον θύτη» (2015).

Ο Kilgrave είναι πεπεισμένος ότι αγαπάει την Jessica και ότι και αυτή θα τον αγαπήσει κάποτε. Ωστόσο, ύστερα από τον εγκλωβισμό του από την Jessica σε ένα δωμάτιο βασανιστηρίων για να πάρει την κατάθεσή του για τον φόνο των γονιών της Hope και αφού ο Kilgrave μαθαίνει ότι η Jessica έχει εραστή, θυμώνει και αποφασίζει να την σκοτώσει. Πρώτα, όμως, προσπαθεί να αυξήσει την δύναμή του για να την ελέγξει. Η Rosenberg (2015) παρατηρεί πως «έχει γελοία διπλά κριτήρια» για αυτόν και την Jessica. Αυτός μπορεί να χρησιμοποιεί ανθρώπους, αλλά για την Jessica είναι «ανήθικο… που τον ξεγελά», ενώ δεν βλέπει τον εαυτό του ως βιαστή ή δολοφόνο, γιατί δεν έκανε ο ίδιος την πράξη.

Στο τελευταίο επεισόδιο, η Jessica τον ξεγελά κάνοντάς τον να πιστέψει πως όντως την ελέγχει. Ο Kilgrave την προκαλεί διατάζοντας την Trish (Rachael Taylor) να τον ακολουθήσει και λέγοντας στην Jessica ότι η αδερφή της θα είναι το νέο του παιχνίδι. Όταν βλέπει πως η Jessica μένει ακίνητη, χαίρεται. Της λέει ότι είναι σίγουρος πως θα τον αγαπήσει και την διατάζει να του χαμογελάσει. Μέσα στην σειρά εμφανίζεται αυτό το μοτίβο στο οποίο ο Kilgrave διατάζει τις γυναίκες να του χαμογελάσουν. Η Libby Hill (2015) σχολιάζει ότι αυτή η πράξη «προϋποθέτει αδικαιολόγητη οικειότητα. Χειρότερα, υποδηλώνει το δικαίωμα να υπαγορεύει την συμπεριφορά». Η Rosenberg (2015) σχολιάζει ότι ο Kilgrave δεν είναι «ένας επιβλητικός άλφα, ένας άνδρας ο οποίος είναι σε πλήρη έλεγχο του εαυτού του και σίγουρος στις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους», αλλά κάποιος που φοβάται για τις ικανότητές του στο να επιβιώσει στον κόσμο.



Θύματα



Η σειρά παρουσιάζει την Jessica και την Hope ως τα σημαντικότερα θύματα του Kilgrave, χωρίς, ωστόσο να μειώνει τα υπόλοιπα θύματά του. Ο Kilgrave έχει εμμονή με την Jessica, ενώ η Hope αποτελεί για αυτόν το δόλωμα με το οποίο ξαναμπαίνει στην ζωή της. Η αμφιβολία της ύπαρξης ενός άνδρα με τέτοια δύναμη παραλληλίζει τις προσπάθειες υπαρκτών θυμάτων να αποδείξουν την αθωότητά τους. Στη σειρά, μόλις κάποιος τεθεί υπό τον έλεγχο του Kilgrave σταματάει να έχει αμφιβολίες, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της σειράς αφιερώνεται στις προσπάθειες της Jessica να αποδείξει την ευθύνη του Kilgrave σε όσα έχει διαπράξει (Saraiya, 2015b). Μόνο μετά τον θάνατο της Hope, η Jessica αποφασίζει να τον σκοτώσει.

Και η Jessica και η Hope κακοποιήθηκαν σωματικά, σεξουαλικά, συναισθηματικά και ψυχολογικά από τον Kilgrave. Δεν μαθαίνουμε για πόσο καιρό η Jessica βρισκόταν υπό τον έλεγχό του. Παρατηρούμε, όμως, την ψυχολογική και συναισθηματική κατάσταση της Jessica ένα χρόνο αργότερα. Παρόλο που τα flashback που απεικονίζουν την Jessica πριν τον Kilgrave είναι ελάχιστα, η διαφορά μεταξύ της γυναίκας που ήταν τότε με την τωρινή είναι εμφανής. Η Jessica υποφέρει από τις ενοχές για τις πράξεις της υπό τις διαταγές του, ειδικά για τον φόνο που διέπραξε. Η Jessica υποφέρει από μετατραυματικό στρες (PTSD), το οποίο είναι «μία διαταραχή άγχους που ακολουθεί έκθεση σε ένα τραυματικό συμβάν» (Gibbs, 2004, σ. 153), ενώ στο πρώτο επεισόδιο, μαθαίνουμε ότι πήγε σε ψυχολόγο για να την βοηθήσει. Η Jessica παρουσιάζει συμπτώματα, όπως «επαναλαμβανόμενες και ενοχλητικές αναμνήσεις, εφιάλτες» και «'flashback', αποσυνδετικές καταστάσεις που διαρκούν από μερικά δευτερόλεπτα μέχρι μέρες κατά τις οποίες το άτομο βιώνει ξανά το συμβάν» (Gibbs, 2004, σ. 153). Η σειρά απεικονίζει συχνά την Jessica σε τέτοια κατάσταση. Ο φωτισμός γίνεται μωβ – χρώμα συνδεδεμένο με τον Kilgrave – εμφανίζεται η φιγούρα του, σκοτεινή, δίπλα της και ακούγεται η φωνή του να την διατάζει. Μετά τα flashback, η Jessica χρησιμοποιεί μία τεχνική για να επαναπροσδιορίσει την πραγματικότητα: επαναλαμβάνει τις οδούς γύρω από το σπίτι των παιδικών της χρόνων.

Άλλα συμπτώματα του μετατραυματικού στρες αποτελούν η αποφυγή «σκέψεων, συναισθημάτων ή συζητήσεων που τους θυμίζουν το τραύμα», η κοινωνική απομόνωση και «η υπερδιέγερση», η οποία αποτελείται από «άγχος… που δεν υπήρχε πριν από το τραύμα… υπερεγρήγορση… ξεσπάσματα θυμού» και αϋπνίες. Συχνή είναι και η χρήση αλκοόλ «για να αμβλυνθούν τα συμπτώματα» (Gibbs, 2004, σ. 153). Η Jessica αποφεύγει να αντιμετωπίσει τα συναισθήματά της και να δεθεί με άτομα. Αποφεύγει την ίδια της την αδερφή και αντιμετωπίζει τους υπόλοιπους ανθρώπους με σαρκασμό και από απόσταση. Δυσκολεύεται να κοιμηθεί και τα ξεσπάσματα θυμού της οξύνονται από το αλκοόλ. Σύμφωνα με αυτήν, η χρήση αλκοόλ γίνεται για να αντέξει ό,τι της έκανε ο Kilgrave (επεισόδιο 8).

Ωστόσο, το αλκοόλ δεν την βοηθάει να ξεχάσει ό,τι έχει περάσει. Όταν στο δέκατο επεισόδιο, ο Kilgrave διαστρεβλώνει μία ανάμνηση της Jessica, αυτή τον αντικρούει και απαντά ότι θυμάται τα πάντα. Σύμφωνα με την Loofbourow (2015), η σκηνή αυτή δείχνει την άμεση σχέση μεταξύ των αναμνήσεων και των συναισθημάτων της Jessica και της αυτοκαταστροφικής τάσης της. Τα θύματα του δεν είναι «αυτόματα ή ζόμπι…Αντιθέτως, αντιλαμβάνονται, εγκλωβισμένα κάτω από το γυαλί… Και δεν μπορεί να επιτευχθεί ένας καθαρός διαχωρισμός μεταξύ αυτού και αυτών». Γενικά, κάθε φορά που ο Kilgrave διαστρεβλώνει την αλήθεια, η Jessica του επαναλαμβάνει τα πραγματικά γεγονότα, ώστε να επαναπροσδιορίσει την πραγματικότητα και αυτός να μην την επηρεάσει.

Η Jessica αισθάνεται ενοχές για ό,τι την έβαλε να κάνει ο Kilgrave. Ωστόσο, δεν κατηγορεί τον εαυτό της, αλλά τον Kilgrave. Η Loofbourow (2015) παρατηρεί ότι οι πράξεις που αναγκάζονται να κάνουν τα θύματά του «τις βιώνουν σαν να τις κάνουν οι ίδιοι», ότι θα συνεχίσουν να έχουν ενοχές και «δεν θα σταματήσουν ποτέ να αναρωτιούνται ποιο κομμάτι του εαυτού τους έκανε την υπακοή τους στον Kilgrave δυνατή».

Στο δέκατο επεισόδιο, ο Kilgrave παρατηρεί ότι η Hope είναι η ενοχή της Jessica προσωποποιημένη και δεν έχει άδικο. Η Jessica έχει ενοχές που δεν βεβαιώθηκε ότι αυτός πέθανε και που αυτός συνέχισε να βλάπτει ανθρώπους, κάτι για το οποίο την κατηγορεί η Hope (επεισόδιο 2). Όταν η Jessica μαθαίνει ότι ο Kilgrave έχει επιβιώσει, η πρώτη της αντίδραση είναι να τρέξει μακριά, ώστε να μην την επηρεάσει η δύναμή του, και να αφήσει την Hope μαζί του. Ωστόσο, η Trish την πείθει να σώσει την Hope, γιατί και η Jessica έχει δυνάμεις. Μετά την δολοφονία των γονιών της Hope από την ίδια, η Jessica αποφασίζει να σώσει την Hope από την φυλακή και να βρει δικαιοσύνη για όσα τους έκανε ο Kilgrave.

Βλέπουμε για πρώτη φορά την Hope στο πρώτο επεισόδιο να ξαπλώνει στο κρεβάτι ενός ξενοδοχείου, ύστερα από τον βιασμό της. Έχει περάσει ένας μήνας από τότε που την πήρε μαζί του ο Kilgrave και γιόρτασε την «επέτειο» του πρώτου μήνα μαζί της, όπως είχε κάνει με την Jessica. Εκεί την βρίσκει η Jessica πέντε ώρες αργότερα και αναγκάζεται να την πάρει με την βία. Η Hope σοκαρισμένη κατηγορεί τον εαυτό της για ό,τι έγινε. Αφού η Jessica την πείθει ότι δεν έφταιγε αυτή, φεύγει με τους γονείς της και τους σκοτώνει στο ασανσέρ. Όταν η Jessica την πλησιάζει, η Hope της λέει να χαμογελάσει – ένα μήνυμα από τον Kilgrave- ταυτόχρονα συνειδητοποιεί τι την έβαλε να κάνει. Στο επόμενο επεισόδιο, η Hope βρίσκεται στην φυλακή. Κανείς δεν την πιστεύει, εκτός από την Jessica. Ωστόσο, η Hope την κατηγορεί και όταν η Jessica της ζητάει βοήθεια για να βρει τον Kilgrave, της προτείνει να πεθάνει.

Η Hope παρουσιάζει επίσης συμπτώματα PTSD, καθώς και το αρχικό σοκ από την κακοποίηση. Σύμφωνα με τις Margaret T. Gordon και Stephanie Riger (1989, σ. 41), συνηθισμένα συμπτώματα μετά τον βιασμό αποτελούν «ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων από κλάμα, λυγμούς… ταραχή, ή … μία ελεγμένη ηρεμία», όπως και «φόβο, ταπείνωση, ντροπή, θυμό, εκδίκηση και αυτοκατηγορία». Η Hope τα βιώνει σταδιακά, ξεκινώντας από την ταραχή, την αυτοκατηγορία και τον θυμό. Στα επόμενα επεισόδια παρουσιάζεται περισσότερο η ταραχή της και η ελεγμένη ηρεμία της, ενώ ο φόβος και το κλάμα απεικονίζονται όταν ακούει τον Kilgrave στο ραδιόφωνο να απειλεί έμμεσα την Trish (επεισόδιο 3).

Στα επόμενα επεισόδια η Hope παρουσιάζεται πιο αποφασιστική και αρχίζει να παίρνει πίσω τον έλεγχο της ζωής της. Ανακαλύπτοντας ότι είναι έγκυος από τον Kilgrave, πληρώνει μία φυλακισμένη να την χτυπήσει για να το χάσει. Όταν το ανακαλύπτει η Jessica, η Hope την πείθει να της δώσει ένα χάπι για την έκτρωση, το οποίο παίρνει χωρίς δεύτερη σκέψη (επεισόδιο 6). Στο ένατο επεισόδιο, παρόλο που η Hope είναι κουρασμένη και φοβάται, η Jessica την πείθει να απορρίψει την πρόταση του δικαστηρίου να δηλώσει ένοχη και να εκτίσει ποινή για 20 χρόνια, ώστε να μαζέψει αρκετά στοιχεία για να διώξουν ποινικά τον Kilgrave.

Στο δέκατο επεισόδιο, ο Kilgrave χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του για να την αποφυλακίσει «νόμιμα», ώστε η Jessica να του παραδώσει τον πατέρα του. Η πρώτη αντίδραση της Hope είναι η δυσπιστία και η απαισιοδοξία. Η Hope ομολογεί στην Jessica ότι η οικογένειά της δεν πιστεύει στην αθωότητά της και ότι η διανοητική υγεία της ήταν αβέβαιη μέσα στην φυλακή.

Αργότερα στο ίδιο επεισόδιο, ο Kilgrave την χρησιμοποιεί πάλι ως πιόνι στο παιχνίδι του. Σε ένα εστιατόριο, ο Kilgrave τρώει μαζί με την Hope, σαν σε ραντεβού, ενώ τέσσερις άνθρωποι στέκονται πάνω από το μπαρ με σκοινιά γύρω από τους λαιμούς τους, περιμένοντας την διαταγή του. Η Jessica έρχεται μαζί με τον πατέρα του και ο Kilgrave την αναγκάζει να του απολογηθεί, αλλιώς θα σκοτώσει τους τέσσερις. Αφού η Hope της φωνάζει να τον σκοτώσει, ο Kilgrave της απαντάει ότι η Jessica δεν θα τον σκοτώσει ποτέ γιατί θέλει ενδόμυχα να είναι ήρωας και να σώσει την Hope. Τότε, η Hope αυτοκτονεί με ένα σπασμένο ποτήρι για να αναγκάσει την Jessica να τον σκοτώσει και να πάρουν την εκδίκησή τους.

Καταλήγοντας, η σειρά Jessica Jones παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο βιώνουν τα ίδια γεγονότα ο θύτης και το θύμα. Ωστόσο, παίρνει το μέρος των θυμάτων και τα δικαιώνει. Ο βιασμός δεν σεξουαλικοποιείται ούτε χρησιμοποιείται μόνο ως σημείο πλοκής. Αντίθετα, προσπαθεί να εξετάσει τα κίνητρα και τα αποτελέσματα του βιασμού αποτελώντας μία θετική και ρεαλιστική αναπαράσταση της ψυχολογικής και συναισθηματικής κατάστασης των θυμάτων,

καθώς αυτά ανακτούν τον έλεγχο της ζωής τους.

***

Βιβλιογραφία

Bourke, J. (2015). Sexed Bodies. Σε Rape: A History From 1860 To The Present. London: Hachette UK.

Brownmiller, S. (1993). Against Our Will: Men, Women and Rape. New York: Ballantine Books.

Cahill, A. J. (2001). Rethinking Rape. Ithaca: Cornell University Press.

Dorpat, T. L. (2007). Crimes of Punishment: America's Culture of Violence. New York: Algora Publishing.

Field, R. E. (2004). Rape Culture. Σε M. D. Smith, Encyclopedia of Rape (σελ. 174-175). Santa Barbara: Greenwood Press.

Gibbs, M. (2004). Posttraumatic Stress Disorder (PTSD). Σε M. D. Smith, Encyclopedia of Rape (σελ. 153-154). Santa Barbara: Greenwood Press.

Gordon, M. T., & Riger, S. (1989). The Female Fear: The Social Cost of Rape. Champaign: University of Illinois Press.

Hill, L. (2015, Νοέμβριος 24). 'Smile!' How a villain's phrase in 'Jessica Jones' exposes modern-day sexism . Ανάκτηση από Los Angeles Times: http://www.latimes.com/

Loofbourow, L. (2015, Νοέμβριος 27). Jessica Jones: shattering exploration of rape, addiction and control . Ανάκτηση από The Guardian: https://www.theguardian.com/

McNamara, M. (2015, Ιούνιος 12). TV's alleged 'rape glut' may just be a more reflective reality. Ανάκτηση από Los Angeles Times: http://www.latimes.com

Opam, K. (2015, Νοέμβριος 23). On Jessica Jones, rape doesn't need to be seen to be devastating . Ανάκτηση από The Verge: http://www.theverge.com/

Rosenberg, A. (2015, Νοέμβριος 30). 'Jessica Jones' and the pathetic side of misogyny. Ανάκτηση από The Washington Post: https://www.washingtonpost.com/

Saraiya, S. (2015a, Ιούνιος 25). The truth about TV's rape obsession: How we struggle with the broken myths of masculinity, on screen and off. Ανάκτηση από Salon: http://www.salon.com

Saraiya, S. (2015b, Νοέμβριος 23). Jessica Jones: Marvel's newest show makes surviving trauma a superpower. Ανάκτηση από Salon: http://www.salon.com/

Zalben, A. (2015, Φεβρουάριος 12). 'Jessica Jones,' 'Game Of Thrones' And Why TV's 'Charming Rapist' Trope Must Change . Ανάκτηση από MTV: http://www.mtv.com/

Zimmerman, A. (2015, Ιούνιος 3). TV's Rape Obsession: What 'Outlander' Got Right and 'Game of Thrones' Gets Very Wrong. Ανάκτηση από The Daily Beast: http://www.thedailybeast.com/

Related stories

Η Βάσω Λασκαράκη πιστεύει στο μαγικό ραβδάκι της Θεσσαλονίκης

Συνέντευξη στη Χρύσα Πλιάκου/ Φωτογραφίες: Nekti Δεν νομίζω ότι υπάρχει...

Γιατί διαλύθηκαν αρχικά οι Simon and Garfunkel μετά το πρώτο τους άλμπουμ

Η ιστορία του ντουέτου Simon and Garfunkel είναι γεμάτη...

Το τραγούδι των REM που αρνήθηκαν να παίξουν live

Το βράδυ της άνοιξης του 1980, η πόλη Athens...