– Και δε μου λες Αντωνάκη μου, τι να φτιάξω
για φαγητό τώρα που θα έρθουν και τα
παιδιά απ' το εξωτερικό;
– Να κάνεις
κοτόπουλο μιλανέζε, όπως έφτιαχνε και
η μητέρα σε ανάλογες περιπτώσεις.
–
Καλά, θα κάνω coq au vin.
– Τι λες μωρέ,
Βαγγέλη, αφού δεν έχουμε κόκορα.
– Άντε
καλέ και τι έγινε, θα σφάξουμε μια κότα,
ποιός θα το καταλάβει;
– Φώτη, εσύ τι
λες; Tο coq au vin να το συνοδεύσω με πατάτες
τηγανιτές ή με πουρέ;
– Παρών.
– Αλέξη,
στο δωμάτιο σου αμέσως να ετοιμαστείς
και να βάλεις την καλή σου τη ζακέτα που
σου έφερε ο θείος Γιάννης από το Τέξας.
–
Δεν πάω πουθενά.
– Πήγαινε που σου λένε
και μέχρι να ετοιμάσω το φαγητό θα έχουν
έρθει.
– Δεν πάω και δεν τρώω κι αυτό
το πράμα, να φτιάξεις κοτόπουλο με
πατάτες στο φούρνο.
– Δεν μπορεί να
είσαι δικό μου παιδί εσύ, τόσο βλάχος.
Πάω στο κοτέτσι να πάρω μια κότα και
μέχρι να γυρίσω να μη σε βρω εδώ.
Στο
κοτέτσι
– Αλληλεγγύη στις κότες που
τις εξαναγκάζουν να γίνουν κόκορες!
–
Τι λες, μωρή Ζωή, πήγαινε γρήγορα επάνω
να ετοιμαστείς μάζι με τον αδερφό σου
μη σε πιάσω απ' το μαλλί.
– Βοήηηθειαααα,
μου ασκεί βίαααα, βοήηηηθειααααα!
– Μη
φωνάζεις παιδί μου, μας ακούει ο κόσμος.
–
Κάτω τα χέρια απ' τις κότες που η λέσχη
Μπίλντεμπεργκ και οι εβραιομασώνοι σας
βάζουν να τις λέτε coq! Τους αλλάζετε
ιθαγένεια και φύλο, πουλημένοι!
– Τι
λέει;;;; Ζωή, επάνω είπα! Κι εσύ Ραχήλ
σπίτι σου, περιμένουμε κόσμο, μην αρπάξω
το λάστιχο και σε κάνω μούσκεμα!
– Μας
ψεκάζουν, βοήθειαααα!
– Βοήηηθειαααα,
μου ασκεί βίαααα, βοήηηηθειααααα!
–
Βρε παππού, μην κοιτάς έτσι, πες τους
κάτι, δεν μπορώ άλλο!
– Η περίπτωσή τους
είναι μοναδική. Δεν ξέρω τι λένε τα
στατούτα για την περίπτωσή τους.
– Στα
τούτα μας, ρε Βύρωνα, πάω να πάρω ένα
κοτόπουλο απ' τον χασάπη να φάμε τίποτα
το μεσημέρι, τελικά! (Φανταστικό πρόσωπο
το οποίο δεν έχει εμφανιστεί ακόμα στην
ελληνική πολιτική σκηνή.)