Δράμα, 1931, ΗΠΑ, 73’
Σκηνοθεσία: Τοντ Μπράουνινγκ
Παίζουν: Λιου Έιρς, Ρόμπερτ Άρμστρονγκ, Τζιν Χάρλοου
Πριν οι υπερήρωες γίνουν τα ινδάλματα των πιτσιρικάδων και πριν φυσικά κατακλύσουν και τη μεγάλη οθόνη με τις περιπέτειές τους, οι αθλητές ήταν οι αντίστοιχοι υπεράνθρωποι. Οι πιο γρήγοροι και κυρίως οι πιο δυνατοί αντιμετωπίζονταν με ένα είδος λατρείας από τους γύρω τους, κάτι που συμβαίνει και σήμερα με τη διαφορά ότι το μάρκετινγκ έχει μπει στη μέση. Στα ασπρόμαυρα χρόνια του Χόλιγουντ, ο αθλητής ως υπερήρωας εκφράστηκε κυρίως μέσω του μποξ, άθλημα πολύ λαοφιλές στις ΗΠΑ, που άλλαζε τη μοίρα των νικητών και τους έδινε ανέσεις στην καθημερινή ζωή που δεν μπορούσαν να φανταστούν. Μάλιστα πολλοί μποξέρ που δεν είχαν άλλη τύχη στα ρινγκ, κατέφθαναν στο Χόλιγουντ είτε για ρόλους σε αντίστοιχες ταινίες, είτε για εκπαιδευτές σε ηθοποιούς που θα έπαιζαν αντίστοιχο ρόλο.
Και μόνο που ο τίτλος του φιλμ είναι Iron Man (32 χρόνια πριν εμφανιστεί για πρώτη φορά σε κόμικ της Marvel ο γνωστός πλέον υπερήρωας), καταλαβαίνει κανείς την προσπάθεια να θεωρηθούν αυτοί οι αθλητές ως υπεράνθρωποι. Η ιστορία δεν ξεφεύγει από τα τυπικά, διηγείται χωρίς να μπαίνει σε πολλές λεπτομέρειες, την άνοδο και την πτώση ενός πυγμάχου. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον έχει ο Λιου Έιρς, ένα χρόνο μετά τη μεγάλη επιτυχία του All Quiet on the Western Front, ο οποίος στην πρώτη σκηνή της ταινίας φεύγει ηττημένος από το ρινγκ, κάτι που γίνεται αφορμή για να τον αφήσει προσωρινά η γυναίκα του (Τζιν Χάρλοου). Με σκληρή προπόνηση και αδιαλλαξία σε κάθε απόπειρα δωροδοκίας, γίνεται πρωταθλητής χάρη στη στήριξη του μάνατζέρ του, όμως το χρήμα και η δόξα φέρνουν τη γυναίκα του πίσω στο σπίτι και οι συνεχείς κόντρες της με τον μάνατζερ οδηγούν τον ήρωα εκτός στόχων.
Το φιλμ γύρισε ο Τοντ Μπράουνινγκ, ακριβώς ανάμεσα στις δύο γνωστότερες ως σήμερα ταινίες του, το Dracula (1931) και το Freaks (1932). Δεν έχει σχεδόν καθόλου δράση (οι αγώνες κινηματογραφούνται ελάχιστα), αντιθέτως μελετά τους ήρωές του και τα συναισθήματά τους, ενώ εντύπωση προκαλεί το πως παρουσιάζεται η αλλαγή κοινωνικής τάξης του μποξέρ μετά τη νίκη του. Από τα γυμναστήρια και τα μικρά δωμάτια, τον βλέπουμε σε ένα πολυτελές σπίτι, όπου διάφοροι παρατρεχάμενοι συχνάζουν καθημερινά για μικρά πάρτυ, να προσαρμόζει το μποξ στις ανάγκες της υψηλής κοινωνίας, στήνοντας αγώνες επίδειξης που δεν έχουν καμιά σχέση με το άθλημα όπως το έμαθε αυτός. Η σύζυγός του επιτηρεί όλη αυτή την αλλαγή και γεύεται τις χαρές του ξαφνικού πλούτου, φλερτάροντας με διάφορους και φορώντας ρούχα που αν τα φορούσε λίγα χρόνια αργότερα, όταν ο κώδικας ηθικής Χέιζ επιβλήθηκε στο Χόλιγουντ, θα είχαν μάλλον λογοκριθεί.
Η λατρεία για το μποξ συνεχίζεται μέχρι και σήμερα στις ΗΠΑ, οι ταινίες πάντως σταδιακά μειώθηκαν κυρίως από τη δεκαετία του 60 και έπειτα, όπου τα ομαδικά αθλήματα πήραν τη μερίδα του λέοντος από τα στούντιο. Η μεγάλη αναλαμπή για το άθλημα ήρθε φυσικά με τα Ρόκυ, όμως και από τότε λίγες είναι οι ιστορίες με το συγκεκριμένο θέμα που συγκίνησαν το κοινό – με καλύτερη όλων το Million Dollar Baby του Κλιντ Ίστγουντ.