Ένα βιβλίο με ιστορίες παιδιών από τις τμήματα κράτησης φυλακών ανηλίκων του Βόλου έγινε η αφορμή. Μετά από μια περίπλοκη διαδικασία αδειών, συναντήσεων με τον διευθυντή των φυλακών και εκπροσώπους του Υπουργείου Δικαιοσύνης δόθηκε το πράσινο φως στην Μαριάννα Οικονόμου για την δημιουργία του ντοκιμαντέρ: Ο πιο μακρύς δρόμος. Ένα ντοκιμαντέρ που αποκαλύπτει τις συνθήκες κράτησης, την διαδικασία απόδοσης δικαιοσύνης και το μέλλον των ανηλίκων μεταναστών, κρατούμενων στην Ελλάδα. Ήταν μια από τις τρεις υποψηφιότητες για το βραβείο καλύτερης ταινίας τεκμηρίωσης της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και απέσπασε δύο βραβεία στο Διαγωνιστικό Τμήμα του 58ου Διεθνούς Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ της Λειψίας ενώ προβλήθηκε στο τμήμα Πρόσφυγες: Απόδραση προς την Ελευθερία; του 18ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και τώρα είναι η προτελευταία ταινία του αφιερώματος του CineDoc.
Η ταινία παρακολουθεί τις ζωές δυο κρατουμένων, του Τζασίμ και του Αλσαλέχ, και οι δύο ανήλικοι όταν συνελήφθησαν ως διακινητές μεταναστών, ενήλικοι τώρα έχοντας περάσει την ενηλικίωσή τους μέσα στα κελιά. Η πρωτοβουλία ενός πανεπιστημιακού καθηγητή να στήσει μια ομάδα απασχόλησης για τα παιδιά είναι στο κέντρο της ταινίας και η σχέση των παιδιών με τους σωφρονιστές και κυρίως με την κοινωνική λειτουργό της φυλακής. Με τα σπαστά ελληνικά που έμαθαν μέσα σε μερικούς μήνες πρέπει να αντιμετωπίσουν καταστάσεις που θα δυσκόλευαν οποιονδήποτε ενήλικα Έλληνα. Να επικοινωνήσουν με δικηγόρους, να υπογράψουν χαρτιά και δηλώσεις νομικού περιεχομένου και κυρίως να αποδείξουν την αθωότητά τους. Και μέσα από την ιστορία τους αποκαλύπτεται η έλλειψη διεξόδων για αυτά τα παιδιά, η απουσία δικαιοσύνης και το αδιέξοδο του σωφρονιστικού συστήματος όπως λειτουργεί σήμερα στην Ελλάδα.
Το πιο προκλητικό σημείο της ταινίας είναι η δίκη του Τζασίμ. Κατηγορείται πως διακινούσε λαθρομετανάστες οδηγώντας την βάρκα στο ποτάμι του Έβρου. Ο ίδιος υποστηρίζει πως ο πραγματικός διακινητής τον ανάγκασε να κάνει κουπί απειλώντας πως θα πετάξει στο ποτάμι τα παιδιά της βάρκας μαζί με το διαβατήριο και τα χαρτιά του Τζασίμ. Η ποινή εάν βρεθεί ένοχος ως διακινητής μπορεί να είναι 25 χρόνια φυλάκισης γιατί θα δικαστεί ως ενήλικος. Το κοινό μένει άφωνο μπροστά στην προχειρότητα που η ελληνική δικαιοσύνη αντιμετωπίζει την υπόθεσή του. Η δίκη κρατάει μονάχα λίγα λεπτά. Η δικηγόρος του Τζασίμ έχει μελετήσει την υπόθεση μόλις το προηγούμενο βράδυ. Ο εισαγγελέας και οι δικαστές δεν τους απασχολεί η αλήθεια – είναι άλλωστε μια από τις δεκάδες υποθέσεις που θα εξετάσουν. Με προκλητική ελαφρότητα μοιράζουν χρόνια με την λογική μαγειρέματος. Καλή διαγωγή, έχει και μερικά επιχειρήματα, ένοχος με αλλαγή της κατηγορίας σε διακίνηση χωρίς κερδοσκοπία, το ελάχιστο που μπορούν να επιβάλλουν είναι 3 χρόνια και 4 μήνες, ένοχος, ο επόμενος και ευχαριστώ να λέει αυτός που ούτε να μιλήσει ελληνικά δεν μπορεί. Η ποινή δεν είναι τα τρομακτικά 25 είναι 3,5 χρόνια και με βάση της διπλές ημέρες όπως μετράνε οι σχολικές μέρες στην φυλακή και τους 8 μήνες που περίμενε την δίκη, ο Τζασίμ θα είναι έξω με αναστολή έχοντας συμπληρώσει τα 2/5 της ποινής.
Ωραία, η ενοχή σε ένα έγκλημα που μάλλον δεν είχε διαπράξει θα τον σημαδεύει σε όλη την ζωή, τουλάχιστον είναι ελεύθερος, αλλά μετά τι; Είναι ένα παιδί σε μια χώρα που δεν έχει δουλειές για ντόπιους και ξένους, η οικογένειά του είναι στην Γερμανία, έχει απαγόρευση εξόδου από την χώρα για 3 χρόνια, είναι μόνος, χωρίς δουλειά, χωρίς προοπτικές. Τι μπορεί να κάνει, τι μέλλον να χτίσει; Μετά από 3 μήνες ο Τζασίμ, εξαφανίζεται, πιθανόν περνώντας παράνομα τα σύνορα προς Γερμανία ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο. Ο Αλσαχέλ, τελικά αθωώνεται αφού έχει περάσει 1,5 χρόνο στην φυλακή.
Ένα πράγμα γίνεται εμφανές. Στην χώρα αυτή, την κατεστραμμένη και διαλυμένη, συναντάς μεγάλους ανθρώπους οι οποίοι εργάζονται καθημερινά στο παρόν και βάζουν το λιθαράκι τους κάνοντας καθημερινά μικρά θαύματα. Και μόνο χάρη σε αυτούς μπορούμε να ελπίζουμε ακόμα – είναι αυτοί που τελικά κάνουν όλη την διαφορά του κόσμου. Είναι ο καθηγητής που εθελοντικά στήνει ομάδες εκπαίδευσης στις φυλακές. Είναι η κοινωνική λειτουργός που έχει πάρει τον ρόλο της μάνας για τα παιδιά που ζούνε χρόνια μαζί της χωρίς επισκέψεις από την οικογένεια τους που βρίσκεται στην άλλη άκρη του κόσμου. Είναι η Επάνοδος που προσφέρει στέγη και εργασιακές δυνατότητες στους αποφυλακισμένους με ελάχιστη κρατική χρηματοδότηση. Είναι όλοι αυτοί που χωρίς να διατυμπανίζουν τις πράξεις τους βελτιώνουν το παρόν μας.
Στην βραδιά προβολής της ταινίας στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας από το CineDoc ήταν παρόντες όλοι οι συμμετέχοντες της ταινίας σε μια γεμάτη αίθουσα. Η σκηνοθέτης, η κοινωνική λειτουργός, ο π. γενικός γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο διευθυντής των φυλακών, ο καθηγητής, δικηγόροι, ο διευθυντής της Επανόδου και εκπρόσωποι πρωτοβουλιών ενάντια στις φυλακές. Σε μια αίθουσα γεμάτη από ειδικούς του αντικειμένου και μάλιστα σε θέσεις υψηλών ευθυνών και εξουσιών οι ερωτήσεις παρέμειναν αναπάντητες. Πώς θα προστατεύουν τα δικαιώματα αυτών των παιδιών; Πως θα τους διασφαλίσουμε ότι δεν θα περιμένουν 2 χρόνια μέσα στην φυλακή για την δίκη τους; Πως θα φτιάξουμε ένα σύστημα που να δίνει μια προοπτική στο μέλλον των παιδιών που αποφυλακίζονται; Πως θα υπάρξει δικαιοσύνη στα δικαστήρια και στην νομοθεσία;
Πως θα μιλάμε για ένα σωφρονιστικό σύστημα και όχι ένα σύστημα εκδίκησης; Ως πότε θα επιτρέπουμε να ζούμε σε μια χώρα με τις υψηλότερες ποινές φυλάκισης της Ευρώπης; Τα ερωτήματα είναι πολλά και πολύ δύσκολα.
Το ντοκιμαντέρ της Μαριάννας Οικονόμου φωτίζει πολλές από τις πτυχές του θέματος με έναν πικρό τρόπο. Όμως αποτέλεσε ήδη την έναρξη για μια σειρά συζητήσεων και αλλαγών. Οι φυλακές, που μέχρι το 2014 ήτανε άβατο τώρα σιγά σιγά ανοίγουν. Τα προβλήματά τους μαθαίνονται και ο κόσμος αρχίζει να καταλαβαίνει πως τον αφορούν άμεσα. Γιατί εάν αποδεχτούμε πως οι φυλακές θα συνεχίσουν να λειτουργούν στα όρια του κοινωνικά αποδεκτού και πως η δικαιοσύνη είναι ανίκανη και απούσα, θα πρέπει ενα αποδεχτούμε ο κόσμος όπου ζούμε είναι φτωχός και άδικος.
Η τελευταία προβολή του CineDoc στην Αθήνα για φέτος είναι η ταινία Νόστος και θα προβληθεί στο Γαλλικό Ινστιτούτο το βράδυ 24 του Μάη.