HomeΘέματαΗ Σοφία του Τ.

Η Σοφία του Τ.

Ζούσαν σε
ένα από τα πολλά κελιά του χωριού
. Αυτός η μάνα του και ο αδερφός του. Υπήρχε
μια μικρή αυλή χωρίς υπόστεγο με μερικές γλάστρες και εκεί θα κάθιζαν οι
γριές τις μέρες του καύσωνα με ανοιχτά τα πόδια  προσπαθώντας να
δροσίσουν τα σκέλια τους. Εκείνος ήταν ακόμα ένα μικρό παιδί -κατάμαυρο από τον
ήλιο- με ξανθά μαλλιά και χνούδι. Είχε όμως γερά δόντια. Και δεν ντρεπόταν να
τα δείχνει όταν χαμογελούσε. 

Υποθέτω πως ο Τ. ήταν αυτό που λέμε ηλίθιος … όμως αυτή είναι μια λέξη από αυτές που
τις περισσότερες φορές ξοδεύονται σπάταλα στους ανθρώπους έχοντας πολύ λίγα να
πουν για την αληθινή τους φύση. 

Από πάντα το σκεφτόμουν πως ο Θεός του είχε φερθεί κάπως άδικα. Έτσι μου
φαινόταν όταν έβλεπα πως τον σιχτιρίζει η μάνα του πατώντας πάνω στις αδυναμίες
του και τον αυτισμό του. Μου δημιουργούσε απερίγραπτο φόβο αυτή η γυναίκα. Όχι
πως δεν είχα δει κι άλλες -πολλές- χήρες ντυμένες στα μαύρα, όμως για κάποιο
λόγο αυτή μου φαινόταν πιο δαιμονική  και δεν ήταν λίγες οι φορές που όλοι
μας είχαμε πιστέψει πως το πρόσωπο κάτω από την μαύρη μαντήλα άνηκε σε κάποιον
άγνωστο αξύριστο άνδρα κι όχι σε αυτήν. Εν πάσει περιπτώσει. Όπως είπα ο Τ.
είχε έναν αδερφό. Και αυτόν τον αδελφό τον λάτρευε περισσότερο κι από την ζωή
του. 

'Ο αδελφός μου εκείνο και ο αδελφός μου το άλλο' μας έλεγε εξιστορώντας όλες
τις κοινότυπες ιστορίες που ανακυκλώνονται στο χωριό, δεκαετίες τώρα, για τις
μοτοσυκλέτες των Γερμανών που περιμένουν ακόμα αναμμένες θαμμένες στα
χωράφια από την κατοχή, για τις νεράιδες που χορεύουν γυμνές στο δάσος και
δεν ξέρω γω τι. Ο αδελφός του τα είχε δει και τα είχε κάνει όλα. 

Στην ανάγνωση, στην τάξη, του έβγαινε η πίστη να διαβάσει ψηλαφώντας τα
γράμματα με το δάχτυλο και σπάζοντας τις λέξεις σε θρύμματα. Ήταν η δική του
γλώσσα αυτή. Ο ιδιαίτερος κώδικας του. Κι εμείς κάναμε υπομονή μαζί με την
δασκάλα για να περάσει η ώρα και να βγούμε έξω και να ανεβούμε στις μουσμουλιές
της αυλής…

…και αφού γεμίσουμε χώμα  να τον πειράξουμε τρώγοντας τη σοδειά μας από
μούσμουλα. 'Τ. πες μας για τον αδελφό σου κι εκείνη την γριά τουρίστρια'
του λέγαμε. Κι εκείνος ξεκινούσε κι έλεγε για το πως ο αδελφός του έκανε εκείνο
και το άλλο βάζοντας το τέτοιο του πότε από εδώ πότε από εκεί μέσα στη γριά.
Πράγματα που ελάχιστα καταλαβαίναμε κι εμείς κι αυτός όμως απολαμβάναμε να τα
ακούμε πολύ περισσότερο από τις υστερικές μαλακίες των σχολικών βιβλίων.

Ήταν εκείνο το φθινόπωρο του 19..  που ο αδελφός του είχε το ατύχημα με
την μηχανή. Ακούγαμε τις φήμες αλλά δεν δίναμε βάση, πως δηλαδή οδηγούσε
μαστουρωμένος και πως ήταν αναπόφευκτο αργά ή γρήγορα κάτι τέτοιο να συμβεί.
Εμείς αυτό που ξέραμε ήταν πως ο καλός μας φίλος ο Τ. ήταν πιο δυστυχισμένος
από ποτέ.  Θυμάμαι που τον περιμέναμε στην αυλή της εκκλησίας τις Κυριακές
να βγει όπως πάντα να παίξουμε, όμως εκείνος έμενε μέσα και κοιτούσε κλαίγοντας
τα εικονίσματα και άκουγε τους ψαλμούς ώσπου να τον τραβήξει με το ζόρι η
χεροδύναμη μητέρα του στο σπίτι.  Θυμάμαι το πρόσωπο του όταν έβγαινε ….το  χνούδι στο μάγουλο του, τα μάτια του μαλακά σαν λάσπη από
το κλάμα. Ήταν ένα πολύ ευαίσθητο παιδί ο ηλίθιος.

Εν πάσει περιπτώσει ο καιρός περνούσε και σε ένα βαθμό καταλαβαίναμε πως ο Τ.
είχε αποδεχθεί το γεγονός και πως όμως αργά ή γρήγορα ήταν αναπόφευκτο πως οι
δρόμοι μας θα χωρίζανε. Τις περισσότερες ώρες τώρα τις περνούσε μόνος του
καθισμένος στα σκαλοπάτια της εξώπορτας έχοντας παρατήσει το σχολείο ή πιο
σωστά έχοντας το σχολείο παρατήσει αυτόν. Δούλευε πια μαζί με ένα θείο του στις
οικοδομές. 

Άλλωστε εμείς είχαμε τα δικά μας βάσανα. Ήμασταν στην πρώτη τάξη του γυμνασίου
και παρακολουθούσαμε με τρόμο το σώμα μας να αλλάζει. Τα κόκαλα μας είχαν
αρχίσει να μακραίνουν και τα ρούχα μας κάθονταν στραβά πάνω μας δίνοντας μας
μια όψη αδέξιου κλόουν. Ήταν μια δύσκολη εποχή για εμάς. Η εποχή της
πρώτης μας στύσης.  Η εποχή που καταλαβαίναμε πως τα κορίτσια τα οποία
μέχρι τότε περιφρονούσαμε είχαν ανάμεσα στα πόδια τους το πολύτιμο φάρμακο για τις ανυποχώρητες στύσεις μας. Τις βλέπαμε να περνούν
μπροστά μας με τις μύτες ψηλά χωρίς να μας χαρίζουν ούτε ένα βλέμμα. Και μερικές
φορές -τουλάχιστον εγώ- θέλαμε να πεθάνουμε … 

Κι όμως ο Τ. ήταν όμορφος -πιο όμορφος από ποτέ. Με τις ξανθές του μπούκλες
 και τα μικρά γαλανά του μάτια … το σώμα του να έχει δυναμώσει από την
δουλειά στην οικοδομή, τα δικέφαλα του φουσκωμένα. Τον συναντούσαμε το Σάββατο
στην πλατεία του χωριού. Καμιά φορά μας έλεγε και πάλι τις ιστορίες του, τις
οποίες τώρα τις μπέρδευε με τις εξυπνάδες των οικοδόμων για τις γυναίκες που
διψούσαν για π…  Ξέραμε πως δεν καταλάβαινε πολλά, ούτε κι εμείς βέβαια
κι ας ήμασταν σίγουροι για το αντίθετο.

Μία από αυτές τις ιστορίες, η οποία  προκαλούσε την περιέργεια μου με την
παραδοξότητα της ήταν η ιστορία για το σπίτι με τις όμορφες γυναίκες και την
συκιά. Υπήρχε ένα σπίτι στην παλιά συνοικία της πόλης, όπως του είχαν πει οι
οικοδόμοι, όπου ζούσαν τρεις πανέμορφες γυναίκες και είχε και μια συκιά. Τώρα
εγώ με το μικρό μου μυαλό δεν μπορούσα να σκεφτώ τι  ήταν αυτό το σπίτι
παρότι κάτι είχε πάρει το αυτί μου για τα κακόφημα σπίτια εκεί. Όμως δεν
μπορούσα να τα συνδυάσω. Το μόνο που μπορούσα να φανταστώ ήταν ένα πελώριο
δέντρο μέσα σε μια πετρόκτιστη αυλή όπως αυτές των παλιών συνοικιών της πόλης
και γύρω να κάθονται οι τρεις ωραίες γυναίκες. 


Υπήρχε μια αέρια, αγγελική ατμόσφαιρα σε εκείνο το σπίτι.
Μπορούσα να φανταστώ
το απαλό δέρμα τους και τα χείλη τους και τα μακριά μαλλιά τους. Και μπορούσα
να υποθέσω πως αυτές οι γυναίκες ήταν διαφορετικές από τις δικές μας κάτι που
 έκανε την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά και την στύση μου πιο ανυποχώρητη
από ποτέ…

Θα πήγαινε. Μας το είχε πει πολλές φορές. Θα πήγαινε και θα τις
έβλεπε από κοντά. Κι εμείς δεν είχαμε λόγο να αμφιβάλλουμε. Μια Κυριακή μας
βρήκε μαζεμένους στην πλατεία να σέρνουμε τα αθλητικά μας στο τσιμέντο χωρίς
σκοπό. Μας έκανε νόημα να τον ακολουθήσουμε. Έσυρα το ποδήλατο που κουβαλούσα
παντού μαζί μου και προχωρήσαμε μαζί με τους άλλους πίσω του. Ήταν μια ζεστή
ανοιξιάτικη μέρα, ωστόσο συννεφιασμένη και κλείναμε τα μάτια μας προχωρώντας
στην αντηλιά. Μας οδήγησε στο γνωστό μέρος που μαζευόμασταν συνήθως δίπλα σε
μια βρύση. Χαμογελούσε με το γνωστό του ηλίθιο ύφος. 

'Καπνίζετε;' μας ρώτησε κι έβγαλε ένα πακέτο κόκκινο μάλμπορο από την τσέπη
του. Εμείς κοιταχτήκαμε και δεν είπαμε τίποτα και τότε άναψε ένα τσιγάρο
κρατώντας το κάπως αδέξια μέσα στα γερά του δόντια.

'Πήγα' μας είπε και άρχισε να μας εξηγεί πως πήγε στην πόλη και έψαξε και βρήκε
το σπίτι που του είχαν πει. Κι εκεί βρήκε τις όμορφες γυναίκες μόνο που δεν
υπήρχε καμιά συκιά μόνο ένας αδύνατος τύπος που φορούσε σκουλαρίκι …. Έμεινε
στην πόλη δυο βδομάδες δουλεύοντας το πρωί στην οικοδομή και το βράδυ επέστρεφε
για να κοιμηθεί με αυτήν που αποκαλούσε 'δικιά μου'.  Ξόδεψε όλα τα λεφτά
του σε δώρα και καμιά φορά όταν η δικιά του είχε κάποιον άλλο μέσα θα κάθονταν
στο δωμάτιο με τον αδύνατο και θα τον άφηνε  να τον αγγίζει ή να του κάνει
πίπα. Μας μιλούσε για ώρα ασταμάτητα, όπως παλιότερα με τις ιστορίες του
αδελφού του. Κι εμείς ακούγαμε, μόνο που τώρα υπήρχε μια δυσοίωνη σιωπή ανάμεσα
μας γιατί γνωρίζαμε πως ότι έλεγε ήταν αλήθεια…. 

Έφυγε και μας χάρισε το πακέτο με τα τσιγάρα. Ήταν σπάνια τσιγάρα που τα είχαν
ξεχάσει οι Αμερικάνοι πεζοναύτες από το αεροπλανοφόρο στο σπίτι με
την -ανύπαρκτη- συκιά. Με το πακέτο κρυμμένο στην τσέπη μου πήραμε λοιπόν
το δρόμο μας και επιστρέψαμε στα σπίτια μας χωρίς να ανταλλάξουμε
κουβέντα. 

Ήταν μια δύσκολη εποχή για εμάς. Η εποχή της πρώτης μας στύσης. Η εποχή που
καταλαβαίναμε πως οι γυναίκες έχουν ανάμεσα στα πόδια τους κάτι που μας έκανε
να πονούμε παράλογα χωρίς να είναι εύκολο να εξηγήσουμε γιατί. 

Τις επόμενες μέρες στο σχολείο θα συνεχίζαμε να τις βλέπαμε να περνούν μπροστά
μας σηκώνοντας τις μύτες τους χωρίς να μας χαρίζουν ούτε ένα βλέμμα. Μόνο που
αυτή τη φορά είχαμε μαζί μας το πακέτο του Τ. στη τσέπη και τις καινούριες
ιστορίες του και κι όπως και να έχει ήταν μια παρηγοριά να ανάβουμε τα τσιγάρα
μας και να καπνίζουμε στρέφοντας ψηλά τον καπνό προσπαθώντας να χωρέσουμε με
κάποιο τρόπο, με όποιο τρόπο στον άγνωστο κόσμο των ανδρών.

Related stories

Ορόσημα του Ελληνικού Κινηματογράφου από το 1896 έως το 1940

Για τον Ελληνικό κινηματογράφο των δεκαετιών του ’50, του...

Ο νέος αέρας της Εγνατίας και τα διαμάντια της Βενιζέλου

της Βιολέτας Λεμόνα aka thessalonicious Το πρόγραμμα της ημέρας σε...