Έκανα απολογισμό της προηγούμενης εβδομάδας, από μαζοχισμό μάλλον,
και τα βρήκα όλα λάθος. Όλα. Λάθος. Όλα λάθος.
Πρώτα με τον Ξηρό και με αυτή η κατάρα σ’αυτή τη χώρα, να
μην έχει ξεπεράσει την κόμπλα της 17 Νοέμβρη. Ναι, ναι, κόμπλα, έτσι απλά, με
την οργάνωση που όχι μόνο σκότωσε, λήστεψε και τραυμάτισε αλλά ανέδειξε και
τους συλλογικούς μας μύθους που έχουν κολλήσει σαν τσίχλα στο μυαλό μας. Μας έβγαλαν
ηλίθιους οι τρομοκράτες, για να το πούμε απλά, με το μπαρδόν κιόλας. Που μια
χώρα ολόκληρη φανταζόταν υπερπράκτορες ή μεγάλους συνωμότες ή ιδεολόγους
βιτζιλάντες με γνώσεις και πληροφόρηση και τους βάφτιζε κι «αντάρτικο πόλεων»
για να δώσουν μια εσανς επαναστατική μέσα στη δεκαετία του ’80 που το πιο
επαναστατικό που ανακάλυπτε ο Έλληνας ήταν η καρμπονάρα με κρέμα γάλακτος και
το αμάξι με αεροτομή. Κι ήρθαν εκείνες οι άγιες καλοκαιρινές μέρες που τους έπιαναν
έναν έναν κι έβλεπες κάτι ανθρωπάκια που δεν σου γέμιζαν το μάτι ούτε για τσαμπουκά σε μπιλιαρδαδικο. Και ξαφνικά
σούφρωσαν τη μύτη τους όλοι κι αντί το μάθημα να είναι ότι το 45αρι το κρατάνε
κάτι πουθενάδες, έβαλαν τα γέλια με το κόκκινο φούτερ του Ξηρού και το μαλλί
και τη μπανάλ του γλώσσα και τον σύγκριναν και με μεγαλοτρομοκράτες Ευρωπαίους,
γιατί από εμάς σε όλα καλύτεροι είναι, από μουσεία ως φαγιά ως φονιάδες, γιατί
άλλο είναι φιλενάδα να πας από ωραίο γκόμενο σαν τον Αντρέας Μπααντερ και να ξέρει και γράμματα σαν τον Μάριο
Μορέτι. Αυτό, ααααα, είναι άλλο, είναι αντάρτικο, κακό μεν, αλλά έχει και τους
σταρ της η ένοπλη πάλη, οι δικοί μας πάλι χάλια. Το φίξιον θέλει και ίματζ. Άσε
που σου λένε ότι έκανε κακό και στους λαϊκούς αγώνες αυτή η ιστορία και λες, αχ
μωρέ, τι κρίμα, να το αναδείξουμε, λες και είναι η μεθοδολογία το πρόβλημα. Όλες
αυτές οι συζητήσεις όχι στα κομμωτήρια αλλά στην τηλεόραση, έτσι φόρα παρτίδα,
στα ΜΜΕ, δημοσιογράφοι και πολιτικοί να πιάνουν ψιλή κουβεντούλα αντί να πουν
ότι δεν γουστάρουμε φονιάδες ρε αδελφέ, το πρόβλημα μας είναι ότι έχουν στα
χέρια τους αίμα, όχι το φούτερ ή ο Κολοκοτρώνης ή το ηθικό πρόσημο που βάζει ο
καθένας μπροστά από τον Ξηρο ή τη Μαινχοφ ή τη Σκορδελη. Ναι, σορι αν στο
χαλάσω, ίδιοι είναι κι ας ήξερε η μια πιο πολλά γράμματα κι ας είναι η άλλη
νεοναζί, η βία είναι στον πολιτικο τους σχεδιασμο. Χώνεψε το και περαστικά.
Σε λίγο καιρό να δεις ότι έχουμε τόσο κάνει φιξιον τη ζωή, που θα ακούμε για αίμα
στην τηλεόραση και δεν θα το ταυτίζουμε στο μυαλό μας αυτό με εκείνο το πραγματικό
πηχτό σκούρο κόκκινο πράγμα που βγαίνει από μέσα μας όταν κόβουμε το δάχτυλο με
το μαχαίρι της κουζίνας. Θα είναι ένα πράγμα το αίμα το πραγματικό κι ένα άλλο
το αίμα στην τηλεόραση, δεν θα το λογαριάζουμε σαν κανονικό εκείνο, θα χαθεί η σύνδεση,
το σημαίνον από το σημαινόμενο, δεν ξέρω πως αλλιώς να το γράψω. Γιατί αφού γέλασες
μεσοβδόμαδα με τον φονιά με το φούτερ και τα αιματοβαμμένα χέρια, μετά ξαφνικά έχεις
12 πτώματα στο Αιγαίο, τα 9 παιδιά, και σφυράς αδιάφορα. Έχεις ακούσει ότι αυτά
γίνονται συχνά οπότε, τσακ, έχεις βάλει ένα διακόπτη που λέει «καθημερινά πράγματα»,
λυπάσαι για ένα λεπτό και μετά προχωρήσαμε και c’estlavie και τα ρέστα.
Δεν ξέρω αν καταλάβαμε τι παίχτηκε: χρειάστηκε η
μισή κοινοβουλευτική
ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ο επίτροπος ανθρωπίνων δικαιωμάτων Μουιζνιεκς, ένα
δελτίο τύπου
της Ύπατης Αρμοστείας και μια μπούρδα μεγατόνων του Βαρβιτσιώτη για να
πάρουμε γραμμή
ότι πνίγηκαν 12 κι όσοι σώθηκαν καταγγέλλουν ούτε λίγο ούτε πολύ ότι το
λιμενικό
ήθελε να τους πνίξει. Κι αφού έτρεξαν οι κάμερες στο λιμάνι του Πειραιά
και είδαμε
όλοι το πλάνο με τα δάκρυα του ανθρώπου που είχε χάσει παιδιά και
γυναίκα, κάποιοι
λαμπροί αρχισυντάκτες δεν έβαλαν καν το θέμα στα δελτία, δεν θεώρησαν
ότι πρέπει
να μπει σε πρωτοσέλιδα, έπαιξε «χαμηλά», στις μικρές ειδήσεις ή στο 45’
των δελτίων. Είχαμε 12 νεκρούς στο πολυτραγουδισμενο Αιγαίο
και στα κανάλια άκουσες για τραγωδίες στον Καναδά, για περιζήτητα
μοντέλα και
για τη συναρπαστική έκρηξη ενός καρπουζιού.
Διάβασα πάρα πολλά σχόλια που έλεγαν ούτε λίγο ούτε πολύ πως
όλα τα ΜΜΕ το έθαψαν το θέμα κι άρα αυτό αποδεικνύει ότι υπήρξε κεντρικός σχεδιασμός,
κεντρική εντολή. Καταρχάς δεν το έθαψαν όλοι, αλλά άστο αυτό, οκ, το έθαψαν τόσοι
που δικαιούμαστε να ψάχνουμε τι στο διάολο πάει στραβά. Η θεωρία ότι υπάρχει
ένας κεντρικός mastermindπου κατάφερε να επηρεάσει το 90% των δημοσιογράφων,
αρχισυντακτών, διευθυντών, επιχειρηματιών ΜΜΕ με διαφορετικά συμφέροντα, δηλαδή
όλη τη γραμμή παραγωγής ειδήσεων, ώστε όλοι αυτοί μαζί, σχεδόν όλοι, να θάψουν
μια είδηση, είναι βγαλμένη από τα εξώφυλλα της Ελεύθερης Ώρας. Αν υπάρχουν
παρεμβάσεις γίνονται λόγω προσωπικών σχέσεων, λόγω επιχειρηματικών παιχνιδιών
και με την κρατική διαφήμιση που όμως συρρικνώθηκε μαζί με τα λεφτά και τα
έξοδα μας γενικώς, γιατί βλέπεις τόσα και τόσα mainstreamMMEκαι
μεγαλοδημοσιογράφους να είναι μπροστάρηδες στον αντιμνημονιακό αγώνα, εκτός αν νόμιζες
ότι ο Χατζηνικολάου ανακάλυψε τη λαϊκή του πλευρά, το Πρώτο Θέμα και το Star τον λαιφσταιλ Κασιδιάρη
ή ότι όλοι αυτοί παίζουν κάποιο διαβολικό παιχνίδι αντίστροφης ψυχολογίας για
να αγαπήσουμε την κυβέρνηση και το συστημα.
Η πραγματικότητα είναι πιο ζοφερή, είναι πιο επικίνδυνη και δυστυχώς
ορατή όταν δεις τη διαχείριση και των δυο μεγάλων θεμάτων αυτής της εβδομάδας: έχουμε
ιδρυματοποιηθεί τόσο που το δημόσιο, το ιδιωτικό, το πραγματικό, το εικονικό κι
η καθημερινή μας ρουτίνα έχουν αρχίσει να θυμίζουν κατάσταση εγκλεισμού. Γιατί
δεν σοκαριστήκαμε εγκαίρως και δεν κινητοποιηθήκαμε δημοσιογραφικά για το Φαρμακονήσι; Γιατί ήταν μια είδηση που ήταν εκτός
της ρουτίνας στην όποια είχαμε μπει. Έπρεπε να γίνει κόντρα μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ
και της κυβέρνησης κι έπρεπε να πει μια απίθανη μπούρδα ο κληρονόμος-υπουργος
για να τσιμπήσουμε, για να μπούμε πάλι στη ρουτίνα σχολιασμού δηλώσεων, στην
αναπαραγωγή των βίντεο από τα δελτία, στην κόντρα, στα λαϊκά δικαστήρια για το
ποιος φταίει. Πως κάναμε και στον Ξηρό; Ε ακριβώς το ίδιο. Με άλλο θέμα. Δοκίμασε
και με ένα άλλο θέμα που θυμάσαι και πάλι το ίδιο θα σου βγει. Έγινε η δημόσια συζήτηση
σαν κέντημα σταυροβελονιά με πατρόν από περιοδικό ή σαν μελέτη ή σαν τη Φωλιά του κούκου.
Δημοσιογράφος, Αθήνα 984