Η Μυρσίνη Γκανά συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό με την πρώτη της ποιητική συλλογή που φέρει τον τίτλο «Τα πέρα μέρη» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι. Η τάση της συγγραφέα προς αφαίρεση δημιουργεί μία εκφραστική διαφάνεια, που αποκαλύπτει απλόχερα τον ενδόμυχό της κόσμο:
Μαζί σου μόνο
φοράω το δικό μου δέρμα.
Το κειμενικό σώμα φαίνεται να αποκαλύπτεται στον αναγνώστη ως υλοποιημένη σκέψη. Ο πολυαισθητηριακός χαρακτήρας των λέξεων απευθύνεται άμεσα και παροντικά σε ένα τρίτο πρόσωπο. Οι λέξεις μορφοποιούνται από το ερωτικό στοιχείο, αποκτούν ηχητική έκταση και τη δυνατότητα νοητικής αφής. Το γράφον υποκείμενο δεν μεταποιείται σε έναν Άλλον, αλλά αυτοπροσδιορίζεται. Η απεύθυνση προς το αγαπημένο πρόσωπο βιώνεται και ως συνδιαλλαγή με τον εαυτό:
Μ' ακούμπησες στον ώμο,
γύρισα
και με είδα.
Με τον δυναμισμό που απορρέει από το βίωμα του παρόντος, η συγγραφέας επιδιώκει να εκθέσει τα συναισθήματά της: Δεν κρατάει τίποτα για τον εαυτό της. Η εξομολόγησή της διακρίνεται για την υψηλή της ένταση, είναι διεκδικητική μα συνάμα δοτική. Τα ποιήματά της προδίδουν μία διπλή κινητικότητα, τόσο κυριολεκτική όσο και εσωτερική, όπως η ίδια αναφέρει στην παρακάτω συνέντευξη που μου παραχώρησε.
Θα ήθελα να μου πείτε γιατί επιλέξατε την ποίηση ως είδος γραφής;
Δεν την επέλεξα συνειδητά, ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι θα έγραφα ποίηση. Βρέθηκα σε ένα σημείο που εντελώς αναπάντεχα διάφορες σκέψεις τριγυρνούσαν διαρκώς στο μυαλό μου και ο μόνος τρόπος να βγουν από κει και να με αφήσουν λίγο ήσυχη ήταν αυτός. Ένιωσα ένα μικρό σοκ την πρώτη φορά που προσπάθησα απλώς να καταγράψω κάτι και προέκυψε ένα ποίημα. Μ' αρέσει όμως πολύ η πύκνωση της ποίησης, η δυνατότητα να συγκεντρώσεις ένα συναίσθημα, μια εικόνα, να ασχοληθείς με μια λεπτομέρεια μόνο, χωρίς να χρειάζονται πολλές εξηγήσεις.
Γιατί αποφασίσατε να μη χρησιμοποιήσετε τίτλους στα ποιήματά σας, εκτός από το Le jour se lève
Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι καλή στους τίτλους και όσες φορές το προσπάθησα δεν ένιωθα ικανοποιημένη. Σκέφτηκα πολύ αν έπρεπε να το επιβάλω στον εαυτό μου και είδα ότι δεν μου πήγαινε. Το
Le jour se lève ήταν το μόνο που ξεκίνησε από τον τίτλο, από αυτή τη φράση, δηλαδή, κι έτσι το κράτησα.
Τα πέρα μέρη συνιστούν για σας ενδόμυχους τόπους προσωπικών αναζητήσεων ή μπορούν, παράλληλα, να χωροθετηθούν;
Τα «Πέρα μέρη» προέκυψαν από μια διαδικασία μετακίνησης, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε υπαρκτό, φυσικό χώρο. Από μια αλλαγή τόπου που δεν έγινε για πρακτικούς λόγους, αλλά ήρθε ως αποτέλεσμα μιας προσωπικής ανακατάταξης και αλλαγής πορείας.
Η ποίηση και ο έρωτας λειτουργούν πολλές φορές στους στίχους σας ως υπαρξιακοί οδοδείκτες. Πιστεύετε ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τον θάνατο;
Όπως λέει και ο στίχος του Ρασούλη «Δυο παιχνίδια σε ζορίζουν, είναι ο θάνατος κι η αγάπη». Πιστεύω ότι κατά βάθος μόνο αυτά μας κινούν και μας απασχολούν. Πόσο θα ζήσω; Και πόσο θα αγαπηθώ και θα αγαπήσω; Και η δημιουργία, σε οποιοδήποτε πεδίο, είναι η διαρκής προσπάθεια να κερδίσουμε την αγάπη των άλλων και ένα είδος αθανασίας.
Στα ποιήματά σας κυριαρχεί η εκφραστική αμεσότητα και το παρόν με τη συχνή χρήση Ενεστώτα.
Δεν πρόκειται για κάτι υπολογισμένο. Η αμεσότητα αποτελεί βέβαια ένα ζητούμενο για μένα, και ίσως να το πετυχαίνω επειδή απευθύνομαι κυρίως στον εαυτό μου όταν γράφω, βρίσκομαι σε έναν διάλογο μαζί μου, προσπαθώντας ίσως να ξεκαθαρίσω όσα νιώθω πως δεν μπορώ να επεξεργαστώ απολύτως λογικά στο εδώ και τώρα. Έτσι μάλλον προκύπτει και ο ενεστώτας, βρίσκομαι στο εδώ και τώρα. Δεν θέλω να στέκομαι στο παρελθόν, μόνο όσο χρειάζεται για να βγάλω κάποια συμπεράσματα, όχι όμως να το νοσταλγώ και ούτε να κάνω πολλές προβολές στο μέλλον, που είναι πάντοτε απρόβλεπτο.
Κάνετε συχνά αναφορές στο φθινόπωρο. Τι σημαίνει για σας;
Δεν το αγαπώ ιδιαίτερα το φθινόπωρο. Είναι σαν μια προετοιμασία για ύπνο και έχω πάντα μια αντίσταση σ' αυτό. Οι συχνές αναφορές οφείλονται πιστεύω στο ότι έζησα πολλά χρόνια σε μια χώρα «αιώνιου φθινοπώρου» και οι εικόνες αυτές είχαν γίνει οι πιο οικείες μου. Ίσως το νοσταλγήσω κάποια στιγμή, αλλά όχι ακόμα.
Θα συμφωνούσατε με τη διυποκειμενική ρήση του Ρεμπώ ότι το «Εγώ είναι ένας άλλος»;
Δεν βλέπω πώς θα μπορούσα να διαφωνήσω. Πόσες φορές δεν μας εκπλήσσει ο εαυτός μας; Πόσο συχνά δεν σκοντάφτουμε στη δική μας αντίσταση σε πράγματα που ξέρουμε ότι θα έπρεπε να κάνουμε ή να μην κάνουμε; Η ποίηση βέβαια είναι ακριβώς ένας τρόπος να αντιμετωπίσεις τον εαυτό σου ως κάποιον άλλο, να μεταλλάξεις το συναίσθημά σου αλλά και να δεις αυτόν τον τόσο οικείο σου άγνωστο από κάποια απόσταση, με μια δόση αντικειμενικότητας και να επέμβεις λίγο πιο αποφασιστικά.
Πότε ξεκινήσατε να γράφετε ποιήματα;
Αντίθετα απ' ό, τι θα πίστευε κανείς, δεν έγραφα από μικρή και δεν εξασκήθηκα συστηματικά. Ίσως έγραφα από μέσα μου, χωρίς να το ξέρω, ίσως να μάζευα απλώς υλικό, πάντως, ό, τι κι αν ήταν αυτό, κατάφερε να βγει στην επιφάνεια πριν από ενάμιση χρόνο περίπου. Προσπαθώ να μην σκέφτομαι αν και πώς θα συνεχιστεί, το κάνω όσο νιώθω την ανάγκη αυτή, αλλά επειδή αποδεικνύεται ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος εσωτερικής τακτοποίησης, πιστεύω ότι δεν έχω τελειώσει ακόμα.
Ποιες είναι οι βασικές σας λογοτεχνικές επιρροές;
Είναι μάλλον πιο εύκολο να τις διακρίνει ένας τρίτος. Πολλά από τα πράγματα που διαβάζουμε, άλλωστε, μπορεί να μην μας επηρεάζουν καθολικά, αλλά δεν ξέρεις ποτέ από πού αναδύεται μια εικόνα ή ένας περίεργος συνειρμός. Μπορώ να μιλήσω βέβαια για αυτά που αγαπώ, την ποίηση της Νίκης-Ρεβέκκας Παπαγεωργίου, της Έμιλι Ντίκινσον, του Τεντ Χιουζ, την πρόζα του Σάλιντζερ, της Άλι Σμιθ, της Κέιτ Άτκινσον, του Μπέρνχαρντ, χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς αν και πώς βγαίνουν στη δική μου γραφή.
Ποιος ρόλος πιστεύετε ότι έχει μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας; Αυτός της μεταφράστριας ή της συγγραφέως;
Χωρίς δισταγμό, αυτός της μεταφράστριας. Πρέπει να βρεις τρόπους να μιλήσεις με τον τρόπο κάποιου άλλου, που ίσως να μην είναι κοντά στον δικό σου. Πρέπει να φιλτράρεις το δικό του συναίσθημα, να παραμερίσεις τις προσωπικές σου επιλογές, να υποταχθείς σε κάποιον, να μην τον προδώσεις. Όταν γράφεις τα δικά σου έχεις πολύ μεγαλύτερη αίσθηση ελέγχου και αυτό αλλάζει δραστικά τους όρους του παιχνιδιού.
Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Δεν σχεδιάζω κάτι προς το παρόν. Γράφω, όταν και όπως μου έρχεται, και περιμένω να δω πού θα πάει, αν θα μετασχηματιστεί, αν θα συνεχίσει να με σώζει στις στιγμές της αγωνίας.
Σας ευχαριστώ πολύ για τη συζήτηση που είχαμε και σας εύχομαι ό,τι καλύτερο για τη συνέχεια.
Σας ευχαριστώ κι εγώ, και σας εύχομαι τα καλύτερα.
Η Μυρσίνη Γκανά γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών και πολιτιστική διαχείριση στο Université Libre de Bruxelles. Εργάζεται ως μεταφράστρια.
Συγγραφέας: Μυρσίνη Γκανά
Τίτλος: Τα πέρα μέρη
Εκδόσεις: Μελάνι (2017)
Σελίδες: 56
Έργο εξωφύλλου: Γιάννης Γκανάς, «Δρόμος της Αθήνας» (2007)