photo@Πάρις Ταβιτιάν / Lifo
«Εγώ είμαι το μπλε υγρό. Όχι λάθος. Το μπλε υγρό είναι όλα». Δύο λέξεις που περιλαμβάνουν τα πάντα. Στο τελευταίο και ομώνυμο διήγημα του πρώτου βιβλίου της Βίβιαν Στεργίου με τίτλο Μπλε υγρό που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις μια νεαρή γυναίκα εξομολογείται στον φίλο της τα συναισθήματά της για αυτόν και του μιλάει για το μπλε υγρό. Η χρήση της λέξης υγρό υποδηλώνει τη μεταβλητότητα, αυτή την αδιάκοπη κίνηση της γέννησης και της φθοράς, τη διανοητική μετατόπιση από το χθες στο εδώ και τώρα, τη συναισθηματική αλλαγή και κατά συνέπεια, την ίδια τη ζωή. Στο διήγημα Το πέρασμα αποτιμάται η παρουσία του χρόνου: «Όλα περνούν, όλα κυλούν, τα ζεις για λίγο. Τ' αντέχεις δεν τ' αντέχεις, περνούν, σβήνουν σαν δαχτυλιές πάνω στο δέρμα όταν έρθει η ώρα τους κι αναλόγως την περίσταση αφήνουν ένα γλυκό ή πικρό εσωτερικό αποτύπωμα». Ποια είναι όμως η θέση του ανθρώπου; Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι το πέρασμα, ένα «σημείο συνωστισμού των μορίων και του ενεργειακού τους φορτίου». Στο βιβλίο της Στεργίου οι χαρακτήρες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, διεκδικούν, έρχονται αντιμέτωποι με τα προσωπικά του διλήμματα, αναζητούν τον αληθινό εαυτό τους. Είναι κυρίως νέοι του σήμερα και τους βρίσκουμε συνήθως στην Αθήνα. Σε μια Αθήνα που αποτελεί χωνευτήρι πολιτισμών, που αλλάζει διαρκώς. Η ζωτικότητα της πόλης και η εσωστρέφειά της δεν συγκρούονται αλλά συνυπάρχουν και αποτυπώνονται από τις ψυχολογικές μεταπτώσεις των προσώπων. Η συγγραφέας συναισθάνεται τη νεανικότητά τους, τους παρατηρεί με κάθε λεπτομέρεια και χρησιμοποιεί τη γλώσσα τους. Η έκφραση είναι άμεση. Απευθύνεται με συνομιλιακό ύφος και φιλικό τόνο στον αναγνώστη και διεισδύει σε κοινωνικά θέματα όπως ο ρατσισμός, η μισαλλοδοξία, η ομοφυλοφιλία. Οι χαρακτήρες της είναι οι καθημερινοί αντι-ήρωες που διακατέχονται από ανασφάλειες, φοβίες. Το παρελθόν πότε ανασύρεται νοσταλγικά (Όταν ακούω ραδιόφωνο, μου λείπεις) και πότε λειτουργεί αποτρεπτικά (Φτερά χήνας). Στον συναισθηματικό τους κόσμο κυριαρχεί η μελαγχολία παρατηρώντας τη ζωή τους να παίρνει πολλές φορές διαφορετική τροπή από την επιθυμητή. Η παρατήρηση του κόσμου όπως είναι και όπως θα έπρεπε να είναι μετατρέπεται σε ενδοσκόπηση και η μελαγχολία τους γίνεται πορεία αυτογνωσίας. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα στα διηγήματα Φτερά χήνας («Τώρα χρειάζομαι πίσω τη ζωή μου και είμαι γονατιστή στο χώμα»), Ο Ανδρέας και ο Βασίλης δεν είναι νεκροί («Μαμά, θέλω να καταλάβεις είμαι απλώς γκέι. Κανονικά θα ζήσω, απλώς δεν θέλω να ζήσω όπως τόσοι άλλοι, κρυφός και καταπιεσμένος, δυστυχισμένος κι αυτοεξόριστος») και Διακοπή ρεύματος («Ζηλεύω τους ανθρώπους που έχουν ένα συγκριμένο πρόβλημα […] που αλληλεπιδρούν με τον κόσμο. Εγώ δεν ξέρω καν αν υπάρχω») όπου οι πρωταγωνιστές αποδέχονται το παρελθόν και αποζητούν με δυναμισμό την αλλαγή. Επιθυμούν να ζήσουν χωρίς να περιμένουν την αποδοχή των άλλων και η ευτυχία συνίσταται στο αληθινό βίωμα του παρόντος. Διότι στη ζωή των διηγημάτων της Στεργίου δεν υπάρχει σκοπός. Σκοπός είναι η ίδια η ζωή.
Το βιβλίο μας μιλάει για το σήμερα των νέων –κυρίως στην Αθήνα– και μας μεταφέρει με άμεσο τρόπο και καθημερινό λόγο τις καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται οι χαρακτήρες. Πες μας λίγα λόγια. Δεν είναι μόνο νέοι οι χαρακτήρες. Στα περισσότερα διηγήματα, όμως, πράγματι ασχολούμαι με τους νέους. Η Αθήνα είναι η μεγάλη πρωταγωνίστρια. Δεν είναι ο τόπος εξέλιξης της δράσης, συμμετέχει στην εξέλιξη της ιστορίας. Παρηγορεί τους χαρακτήρες, είναι ο τόπος της ελευθερίας τους, ο τόπος των σπουδών τους, η βόλτα που θα κάνουνε, για να καθαρίσει το κεφάλι τους, τα μαζεμένα κατεστραμμένα κτήρια που για κάποιον περίεργο λόγο τους έλκουν. Η γλώσσα, ναι, ήθελα να είναι η γλώσσα που μιλάμε. Θέλω οι χαρακτήρες να μιλούν όπως μιλάμε. Η συνθήκη δημιουργίας του βιβλίου ήταν να γράψω τις ιστορίες των ανθρώπων γύρω μου. Η γλώσσα δεν μπορούσε παρά να είναι η γλώσσα μας, όπως είναι.
Ομοφυλοφιλία, ρατσισμός, ενδοοικογενειακή καταπίεση, οικονομική ανασφάλεια. Τι σου ήταν πιο δύσκολο να αποδώσεις και γιατί; Δεν δυσκολεύτηκα να τα γράψω. Τα δούλεψα καιρό μέσα μου. Το βιβλίο γράφτηκε σε έξι μήνες αλλά είναι θέματα που επεξεργάζομαι χρόνια μέσα απ' τα διαβάσματα μου, τις ταινίες που βλέπω και, φυσικά, παρατηρώντας αυτούς που με περιβάλλουν. Ειδικά στους γκέι χαρακτήρες ήθελα να είμαι προσεχτική για να μην φαίνεται ότι τους παρατηρώ λες και είναι τίποτα περίεργο (που εννοείται δεν είναι), όπως γίνεται συνήθως, επειδή η λογοτεχνία φυσικά είναι η λογοτεχνία μιας κοινωνίας στρέιτ ανδρών. Όλους μου τους χαρακτήρες τους γκέι, τους ξένους, αυτούς που καταπιέζουν και καταπιέζονται τους σέβομαι και ήθελα σ' αυτό να είμαι ρεαλιστική και ειλικρινής αλλά χωρίς να τους μειώνω στα στερεότυπα που έχουμε στο μυαλό μας, στο επίπεδο του λογοτεχνικού κλισέ ή σ' αυτό που προσδοκούμε να διαβάσουμε για να μην ταυτιστούμε, να πούμε ότι πρόκειται για «άλλους» κι όχι για μας και να ξεμπερδέψουμε. Ήθελα να σου δείξω ότι δεν διαφέρεις σε τίποτα από όσους καταπιέζουν ή καταπιέζονται και χάνουν την ελευθερία τους χωρίς λόγο, ακόμα κι αν νομίζεις ότι, για παράδειγμα, εσύ δεν είσαι ρατσιστής, ξενοφοβικός ή, απ' την άλλη, ότι είσαι διαφορετικός επειδή είσαι από δω, Έλληνας, ή στρέιτ ή πιο πλούσιος ή οτιδήποτε άλλο που σου χαρίζει ένα εύκολο κοινωνικό fit in. Όσον αφορά τα διάφορα οικογενειακά θέματα που υπάρχουν στη συλλογή, ήθελα να δημιουργήσω οικειότητα για ανθρώπινες καταστάσεις που είναι συχνές και ταμπού και δεν κάνει να μιλάμε γι' αυτές. Νομίζω ότι οι ιστορίες δημιουργούν οικειότητα για οτιδήποτε είναι ανθρώπινο. Στα στοιχειώδη χαρακτηριστικά μας, στις βασικές αγωνίες και λαχτάρες μας είμαστε ίδιοι, άνθρωποι δηλαδή.
Θεωρείς ότι τα φαινόμενα ρατσισμού και μισαλλοδοξίας στις μέρες μας γεννιούνται από τις παρούσες οικονομικές συνθήκες; Όχι. Αλλά δεν ξέρω από τι γεννιούνται. Είναι άλλοι ειδικοί σ' αυτά τα θέματα να απαντήσουν.
Στα διηγήματα κυριαρχεί το αίσθημα της μελαγχολίας, της ματαίωσης. Ματαίωση ίσως, για κάποιους χαρακτήρες. Ότι αλλιώς τα ήθελαν κι αλλιώς τους βγήκαν. Ότι απέτυχαν, ότι άλλα περίμεναν. Όμως, σε άλλα διηγήματα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Για παράδειγμα, στο διήγημα Ο Ανδρέας και ο Βασίλης δεν είναι νεκροί που ο ήρωας ψάχνει να βρει το κουράγιο να πει στη μαμά του ότι θέλει να συγκατοικήσει με το αγόρι του, τελικά η ευτυχία γίνεται με λίγο ή πολύ παραπάνω θάρρος και είναι μία κερδισμένη κατάσταση για τον ήρωα: Να πίνει ποτό με το αγόρι του στο κρεβάτι και να βλέπουν ταινία στο λάπτοπ. Σ' αυτό το διήγημα μάλλον το μόνο που ματαιώθηκε ήταν οι προσδοκίες της κοινωνίας πάνω στην ατομική ευτυχία του ήρωα, που είναι τελικά εντελώς δική του δουλειά!
Φωτογραφίζεις μια Αθήνα της παρακμής. Τι πιστεύεις ότι χρειάζεται πρωτίστως να αλλάξει; Αν οι περιγραφές της Αθήνας είναι καλές (κι αυτό εναπόκειται σε άλλους να το πουν όχι σ' εμένα), η Αθήνα που απεικονίζεται είναι η Αθήνα όπως είναι. Όχι καλή ή κακή, όμορφη ή άσχημη, όπως είναι. Προφανώς σε παρακμή για κάποιους. Δεν την κρίνω. Δεν ξέρω πώς είναι η ακμή, για να πω καταδικαστικά ότι είναι σε παρακμή. Την αγαπάω όπως και οι χαρακτήρες για λόγους που μοιάζουν ιδιωτικοί. Επειδή δεν απαιτεί, επειδή συνδέεται με παρέες, αναμνήσεις και παρηγοριές σε βόλτες. Επειδή δεν βαριέσαι κι όλο κάτι γίνεται. Η Αθήνα αλλάζει έτσι κι αλλιώς, συνέχεια. Χωρίς να κάνουμε τίποτε, γι' αυτό αλλάζει. Ολόκληρες γειτονιές άλλαξαν τα τελευταία δύο χρόνια επειδή έγιναν ξαφνικά της μόδας στο εξωτερικό. Τίποτα απ' αυτά δεν τα κρίνω. Τα κατέγραψα κι εξακολουθώ να τα καταγράφω. Ως συγγραφέας δεν έχω άποψη, λοιπόν, στο τι να κάνουμε, αν υποτεθεί ότι κάτι πρέπει να κάνουμε. Ως κάτοικος πολλά θα μπορούσα να πω ιδίως για τη βρωμιά της και τις πατημένες τσίχλες στα πεζοδρόμια αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
Το Μπλε υγρό φέρει πολλαπλά κοινωνικά πρόσημα. Πιστεύεις στον κοινωνικό χαρακτήρα της Τέχνης; Η τέχνη δημιουργείται από ανάγκη αυτού που την κάνει. Και όσοι προσέρχονται στην τέχνη ή όσοι αναζητούμε ένα καλό βιβλίο, μια ωραία ταινία ή μια μουσική που θα μας δώσει νόημα, από δική μας ανάγκη το κάνουμε, όχι για να σώσουμε τον κόσμο. Τελικά, όμως, αλλάζοντας τους ανθρώπους αλλάζει ο κόσμος. Κι αλλάζοντας τους εαυτούς μας αλλάζουμε τον κόσμο. Πιστεύω πολύ στη δύναμη της τέχνης να μας αλλάζει, όχι από ρομαντισμό, το έχω βιώσει, μ' εμένα και μ' άλλους. Τα βιβλία μ' έχουν σώσει κατά καιρούς και το να είναι η κάθε μέρα μου για κάποιες ώρες μόνο διάβασμα είναι μία εντελώς συνειδητή επιλογή ατομικής ευτυχίας. Κάνουν καλό τα καλά βιβλία; Ναι. Όταν γράφεις νιώθεις ότι προσφέρεις κι αυτό είναι υπέροχο συναίσθημα. Υπάρχουν πιο μαζικοί τρόποι για να επηρεάσει κανείς τους ανθρώπους, αλλά κανένας δεν είναι τόσο ευγενής και τόσο σπουδαίος αισθητικά όσο η τέχνη. Δεν μπορούσε το μπλε υγρό να μην μιλάει για διάφορα που ενοχλούν στην κοινωνία μας. Αν δεν μιλήσει γι' αυτά η τέχνη ποιος θα το κάνει; Τους καιρούς που υπάρχουν καλοί πολιτικοί ή φιλόσοφοι το κάνουν κι αυτοί. Αλλά δεν είμαι πολιτικός ή φιλόσοφος, άρα το κάνω με το μέσο που έχω, τις λέξεις, λέω ιστορίες. Πιστεύω ότι μια τέχνη που είναι στον κόσμο της δεν τραβάει. Κι αφού δεν τραβάει δεν πετυχαίνει πολλά. Είναι μια θέληση για επικοινωνία που ματαιώθηκε επειδή δεν βρέθηκε ακροατήριο. Φυσικά ο κόσμος δεν έλκεται μόνο από την τέχνη. Έλκεται κι από άλλα πράγματα που δεν είναι τέχνη. Πολλοί μπαίνουν στα βιβλιοπωλεία για να αγοράσουν ακουστικά, τοστιέρες ή βιβλία που δεν είναι τέχνη. Και φυσικά η τέχνη δεν εμπόδισε καμία ιστορική καταστροφή, καμία λάθος και ανθρωποκτόνο πολιτική επιλογή και κανέναν πόλεμο. Ακόμα και τώρα στην Ευρώπη που είναι απ' τα πιο μορφωμένα μέρη στον κόσμο, αναδεικνύονται διάφορες δυνάμεις που δεν θέλουν το καλό της κοινωνίας ή δεν θέλουν μία κοινωνία με ελευθερία, ισότητα κι ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η τέχνη είναι άχρηστη. Κάθε άλλο.
Υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία στα διηγήματα; Μία ιστορία εντελώς αυτοβιογραφική δεν θα στεκόταν ποτέ ή δεν θα ήταν ενδιαφέρουσα ή αν ήταν, δεν θα έπειθε ως ιστορία. Η συλλογή είναι λογοτεχνική. Άρα και υπάρχω μες στους χαρακτήρες αλλά και δεν είμαι εγώ, για να μπορώ να τους δω όπως πρέπει και να αφηγηθώ όπως πρέπει όσα τους συμβαίνουν χωρίς να χάνομαι και χωρίς να εμποδίζω τον αναγνώστη να τους δει με σεβασμό, κατανόηση, ενδιαφέρον και, αρκετά συχνά, ταυτιζόμενος. Όμως, πάντα το βίωμα είναι μία απ' τις αφετηρίες απ' όπου γράφεις. Αυτό ισχύει και για μένα. Το βίωμα το δικό μου ή ενός δικού μου ανθρώπου είναι ένα καλό σημείο για να αρχίσει μια ιστορία. Στην πορεία πολλά συμβαίνουν. Για να βγει μια καλή ιστορία χρειάζεται απόσταση απ' το βίωμα και επιλεκτική μνήμη. Και πολλά άλλα υλικά, όπως υπερβολές ή ελλείψεις.
Είχες κάποια λογοτεχνική επιρροή κατά τη συγγραφή του βιβλίου; Πολλές. Διάβαζα πολύ και πάντα διαβάζω, οπότε όλα αυτά συνθέτουν τη φωνή σου, αυτά που διαβάζεις. Κάρβερ, Μίλερ, λίγο Όστερ και διάφορα κλασικά (Ντοστογιέφσκι) διάβαζα όταν το έγραφα. Και ακόμη έχω μείνει στη μελέτη λίγο πολύ αυτών των καλλιτεχνών, επειδή, ευτυχώς, έχουν δώσει πολλά κείμενα.
Αν το Μπλε υγρό ήταν μουσικό κομμάτι, ποιο θα ήταν; Αυτό που λέει η ηρωίδα στο διήγημα Έκθεση ότι είναι η εξαιρετική μουσική. Μπαχ, παιγμένος σε τσέλο. Αυτό ακουγόταν συχνά κι όταν γραφόταν.
Συγγραφέας: Βίβιαν Στεργίου
Τίτλος: Μπλε υγρό
Εκδόσεις: Πόλις (2017)
Σελίδες: 272
Μακέτα εξωφύλλου – σχεδιασμός έκδοσης: Μαρία Τσουμαχίδου
Eπιμέλεια-διόρθωση: Αλεξάνδρα Δένδια
Εξώφυλλο: Helena Almeida,
Pintura habitada (1975)